Έκαναν θέατρο με την ψυχή τους!

01/07/2012 - 05:56
Εικόνες από το παρελθόν, που αν και έσβησαν παραμένουν με τις αξίες τους διαχρονικές μέχρι και σήμερα, «ζωντάνεψαν» στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Μυτιλήνης, με το «Φιντανάκι» του Παντελή Χορν, που «ανέβασε» το Θεατρικό Εργαστήρι του δήμου Μυτιλήνης.
Εικόνες από το παρελθόν, που αν και έσβησαν παραμένουν με τις αξίες τους διαχρονικές μέχρι και σήμερα, «ζωντάνεψαν» στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Μυτιλήνης, με το «Φιντανάκι» του Παντελή Χορν, που «ανέβασε» το Θεατρικό Εργαστήρι του δήμου Μυτιλήνης. Στην τέταρτη και τελευταία τους παράσταση, προχθές Δευτέρα το βράδυ, τα μέλη του Θεατρικού Εργαστηρίου, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και το κοινό που για τέταρτη συνεχόμενη μέρα γέμισε το Δημοτικό Θέατρο, γέλασε, θυμήθηκε, συγκινήθηκε και καταχειροκρότησε το πολύ όμορφο αποτέλεσμα.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσαν τα εκπληκτικά σκηνικά, που δημιουργήθηκαν για χάρη της συγκεκριμένης παράστασης, καθώς κατάφεραν με επιτυχία να μεταφέρουν τους θεατές σε μια πλακιώτικη αυλή του 1920, όπου και διαδραματίζεται το έργο. Τα σπίτια με τα χαρακτηριστικά μπαλκονάκια που βλέπουν στην ίδια αυλή, τα λουλούδια της αυλής, το καναρίνι ως απαθής θεατής των όσων συμβαίνουν, η σκάφη της πλύστρας, η ραπτομηχανή της Τούλας, το πηγάδι, τα πάντα, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, συνεργάστηκαν αρμονικά για να μεταφέρουν τους θεατές στην ξεχασμένη και ζωντανή μόνο από τις παλιές ελληνικές ταινίες αθηναϊκή αυλή του 1920. Να σημειωθεί ότι τη σκηνογραφία επιμελήθηκε ο Γιάννης Τρουμπούνης.
Τα κοστούμια, που επιμελήθηκαν η Βίλυ Τσιγαρίδα και η Νατάσα Βαϊράμη, και τα χτενίσματα του Jorge, ήταν στοιχεία που βοήθησαν στην ίδια κατεύθυνση.
Όσο για τη σκηνοθεσία, που επιμελήθηκε ο Παναγιώτης Μανωλάκας, τα λόγια περισσεύουν. Κατάφερε με τρόπο μοναδικό να «ταξιδέψει» το κοινό εκεί που επιθυμούσε.
Οι ερμηνείες των νέων ανθρώπων που κλήθηκαν να ενσαρκώσουν κόντρα ρόλους, ήταν επίσης μοναδικές. Η ζωντάνια και η εκφραστικότητα των ερασιτεχνών ηθοποιών, έδωσε στην παράσταση επαγγελματική αξία.



Οι συντελεστές της παράστασης
Ενδιαφέρον έχει το πώς είδαν οι νέοι αυτοί άνθρωποι τους ρόλους τους. Το «Ε» τους συνάντησε στα παρασκήνια και μίλησε μαζί τους για τους ρόλους τους.
Η Τούλα, το Φιντανάκι ή κατά κόσμον Εύα Ζερδελή, είπε: «Η Τούλα είναι είδος προς εξαφάνιση, γιατί συνδυάζει την αφέλεια, τον απόλυτο έρωτα που έχει για το Γιάγκο και την αυτοθυσία για τον πατέρα της. Είναι χαρακτηριστικά που σήμερα, όχι μόνο δεν αναγνωρίζονται, αλλά χλευάζονται κιόλας.»
«Το θέατρο είναι ο πιο ανέξοδος τρόπος για να “ταξιδέψεις”. Κάθε παράσταση κι ένα ταξίδι. Εκεί που το σώμα γίνεται σκάφος κάποιες φορές, όπως και τώρα, σε κάνει χαρούμενο να ταξιδεύεις σε μια εποχή όπου μόνο στην τηλεόραση μπορείς εν μέρει να ξαναζήσεις. Νιώθω αρκετά τυχερός, που μαζί με πολλούς συνοδοιπόρους “περπάτησα” σ’ έναν πλακόστρωτο δρόμο της Πλάκας», είπε χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Δεμερτζής ή αλλιώς Γιάγκος.
Η Δώρα Τσαγκαρέλλη, από την άλλη, ή η Εύα της αυλής, σημείωσε: «Ο ρόλος της Εύας έρχεται κόντρα σε μια κοινωνία με υψηλούς ηθικούς φραγμούς. Παρ’ όλα αυτά, ο ρόλος της είναι διαχρονικός. Ανταποκρίνεται και στη σύγχρονη κοινωνία με τη διαφορά ότι σήμερα η εκάστοτε Εύα διαθέτει οικονομική και προσωπική ανεξαρτησία και στόχος της είναι η επαγγελματική ανέλιξη. Η πάροδος των χρόνων έρχεται να αλλάξει τις ανάγκες των ανθρώπων.»
Η Βίκυ Μαρμαρινού ή αλλιώς κυρά-Κατίνα, τόνισε: «Πρόκειται για έναν αβανταδόρικο ρόλο. Το κείμενο από μόνο του ορίζει τα πράγματα, η κάθε ατάκα της ορίζει το ρόλο της Κατίνας. Είναι η κυρία της αυλής και η ιδιοκτήτρια των σπιτιών, που ορίζει όχι μόνο την αυλή αλλά και τους ενοίκους. Δεν έχει συναίσθημα κι αν έχει το κρύβει στο όνομα της ορθής τακτοποίησης της ζωής των άλλων. Είναι μια φιγούρα που υπάρχει και σήμερα, απλά τότε το φαινόμενο ήταν πολύ εντονότερο.»
Ο Νίκος Κουρτζής, ο κυρ-Αντώνης, σημείωσε με τη σειρά του: «Ο Χορν στο “Φιντανάκι”, σκιτσάρει με αδρές αλλά σαφείς πινελιές τη διαχρονική εκπόρνευση των αξιών, το ξεπούλημα της αγάπης στο βωμό της υλικής απολαβής. Ο κυρ-Αντώνης, ευρισκόμενος μπροστά σε ένα τραγικό δίλημμα, επιλέγει να θυσιάσει τον εαυτό του για να σώσει την “ψυχή” του, την οποία βλέπει να “καθρεπτίζεται” στο πρόσωπο της μονάκριβης κόρης του, της γυναίκας που έπλασε όπως ονειρευόταν.»
Η Αγγελική Τουραμάνη, από την άλλη, η Φρόσω του έργου, είπε πως «η Φρόσω είναι μια παλιά “Εύα”, που “τύλιξε” τον κυρ-Αντώνη όταν εκείνος είχε μαγαζί, για να κουκουλώσει τα πράγματα και να μη μείνει μόνη της. Δυστυχώς, τα σχέδιά της δε βγήκαν όπως τα είχε υπολογίσει, καθώς ο κυρ-Αντώνης χρεωκόπησε, κι έτσι αναγκάστηκε να δουλέψει σαν πλύστρα. Σα ρόλος με δυσκόλεψε πολύ, γιατί ήταν ένας κόντρα ρόλος κι από άποψη ηλικίας, κι από άποψη εποχής. Το σίγουρο μετά από αυτό είναι ότι στον επόμενο ρόλο μου θα έχω πλυντήριο…»



«Αυτό που ο κ. Γιαβρούσης ένιωθε για την Τούλα ήταν ένα πάθος που δημιουργήθηκε από την άρνηση της Τούλας ως προς τις ορέξεις του. Εκμεταλλευόμενος όμως καταστάσεις, λόγω των χρημάτων που είχε, στο τέλος κατάφερε να αποκτήσει αυτό που ήθελε, όπως συμβαίνει συνήθως και στην πραγματική ζωή», είπε ο Ηλίας Γεωργιάδης, ή αλλιώς κύριος Γιαβρούσης.
Ο Βαγγέλης Ζαφειρόπουλος, ο κάπελας κι ο δημόσιος υπάλληλος του έργου, είπε: «Μέσα από την απλότητα του ρόλου του φτωχού σερβιτόρου, ένιωσα την απλότητα του κόσμου της τότε εποχής. Όσον αφορά στο δικαστικό υπάλληλο, μπορώ να πω ότι προκαλεί το ίδιο δυσάρεστο συναίσθημα και σήμερα, με τη διαφορά ότι τότε δεν παραβίαζε την κόκκινη γραμμή της αξιοπρέπειας και του ήθους.»
Τέλος, ο κ. Μανωλάκας, ως «θείος», σημείωσε: «Ξεπερασμένος πλέον πια, ο τύπος του χασάπη της εποχής εκείνης, έχει αντικατασταθεί από πολλούς διαφορετικούς “θείους”, που πάντα με τον ίδιο τρόπο ζητούν μιαν αγκαλιά για να ξεχαστούν μέσα σε αυτή.»
 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey