
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Στις 8-12-2018 και στις 15-12-2018 είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο σε δύο μέρη στο «Εμπρός» σχετικό με τις καταλήψεις που είχαν λάβει τότε χώρα με αφορμή την υπογραφή της λεγόμενης «Συμφωνίας των Πρεσπών». Αν κανείς ανατρέξει στα γεγονότα της εποχή εκείνης και τα αναλύσει με σοβαρότητα και χωρίς φόβο και πάθος, θα διαπιστώσει πως όλα τα κόμματα προσπάθησαν να τις «εργαλειοποιήσουν», όπως λέγεται, και να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη από αυτές, ρίχνοντας την ευθύνη γι’ αυτές στους άλλους. Έγινε, δηλαδή, τότε ό,τι γίνεται και σήμερα με τις τωρινές καταλήψεις πολλών σχολείων από τους μαθητές που μάλιστα «εγκρίνονται» και από πολλά στελέχη της αντιπολίτευσης. Βέβαια, οι λόγοι είναι τελείως διαφορετικοί, αν και πότε-πότε μπερδευόμαστε και δεν γνωρίζουμε αν οι μαθητές έκαναν τις καταλήψεις για να προστατέψουν την υγεία τους ή για να εξασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες για την παροχή και την απόκτηση της γνώσης ή …για την απόφαση της κυβέρνησης να …σπαταλήσει χρήματα αγοράζοντας αεροπλάνα Rafale από τη Γαλλία ή, όπως έδειξε μα έρευνα, για τη σύνταξη καλύτερων βιβλίων ή … Μύλος, δηλαδή!
Στα άρθρα εκείνα δήλωνα πως ως απόμαχος εκπαιδευτικός που βίωσε τις συνέπειες καταλήψεων ως καθηγητής και ως διευθυντής σχολείου είμαι απόλυτα εναντίον αυτού του τρόπου της διαμαρτυρίας, δηλαδή των καταλήψεων των σχολείων, ακόμη και αν αυτές αποφασίζονται από την πλειοψηφία και γίνονται με νόμιμο τρόπο (;), όχι γιατί στερούν από τους μαθητές που επιθυμούν τη δυνατότητα να αποκτήσουν τη γνώση που πρέπει ή γιατί είναι κάτι αντιδημοκρατικό και πολλές φορές στοιχίζει πολλά στην ελληνική κοινωνία και σε όλους μας, αλλά για κάποιον άλλο λόγο που οι μη «ειδικοί» δεν μπορούν να κατανοήσουν.
Έλεγα τότε τα εξής: «Στην εκπαιδευτική διαδικασία ισχύει και εφαρμόζεται η λεγόμενη αρχή της “αλληλοοικοδόμησης της ύλης”. Αυτό σημαίνει πως η ύλη κάθε τάξης προστίθεται στην ύλη της προηγούμενης τάξης. Αν ένα παιδί δεν διδαχτεί κανονικά την ύλη της τάξης του και δεν την εμπεδώσει, θα έχει αδυναμίες και κενά που είναι ενδεχόμενο να επηρεάσουν ανεπανόρθωτα την εξέλιξή του. Γιατί οι εκπαιδευτικοί σε αυτές τις περιπτώσεις ή δεν θα μπορέσουν να καλύψουν την ύλη που χάνεται εξαιτίας των καταλήψεων ή θα την καλύψουν, κατά το κοινώς λεγόμενο, “τρέχοντας”, με αποτέλεσμα την “ημιμάθεια” που είναι χειρότερη από την “αμάθεια”. Γι’ αυτό πρέπει να απαγορευτούν οι καταλήψεις με οποιοδήποτε τρόπο».
Τα πράγματα είναι χειρότερα σήμερα, γιατί εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού που έκλεισε τα σχολεία για το ήμισυ του περασμένου διδακτικού έτους οι μαθητές προσήλθαν εφέτος στα σχολεία έχοντας διδαχτεί τη μισή από τη διδακτέα ύλη, την ύλη που έπρεπε να διδαχτεί και να εμπεδώσουν οι μαθητές. Θα ήταν αστείο να υποστηριχτεί πως οι μαθητές διδάχτηκαν και εμπέδωσαν αυτή την ύλη με τα υποτυπώδη διαδικτυακά μαθήματα που, άλλωστε, δεν εξυπηρετούσαν όλους τους μαθητές. Η αλήθεια είναι μία: αν το παιδί δεν μάθει αυτό που πρέπει, όταν πρέπει και όπως πρέπει, δεν πρόκειται να το μάθει ποτέ!
Καταλαβαίνει κανείς ότι οι καταλήψεις κάτω από αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες επιβαρύνουν ακόμη πιο πολύ την κατάσταση. Γι’ αυτό μιλώ για «μια χαμένη γενιά». Όσοι εισήλθαν στην εκπαιδευτική διαδικασία το σχολικό έτος 2019-2020 θα έχουν γνωστικά προβλήματα σε όλη τη μαθητική τους ζωή. Βέβαια, αυτό δεν αφορά όλα τα παιδιά. Δεν αφορά, για παράδειγμα, τα παιδιά των πιο πολλών πολιτικών που φοιτούν σε περιώνυμα ιδιωτικά σχολεία στα οποία δεν γίνονται καταλήψεις ούτε και τα παιδιά των πλουσίων που μπορούν να μετατρέψουν ένα δωμάτιο του σπιτιού τους σε αίθουσα διδασκαλίας και να επιλέξουν μάλιστα τους καλύτερους δασκάλους και καθηγητές! Δημιουργείται δηλαδή και θέμα ανισότητας στη μάθηση μεταξύ των παιδιών.
Όπως έγινε και τον Δεκέμβριο του 2018, το κάθε κόμμα προσπάθησε να επιρρίψει την ευθύνη για τις καταλήψεις στους άλλους. Έτσι η τότε κυβέρνηση ενοχοποιούσε τη Ν.Δ. την οποία μάλιστα συνέδεσε με τη «Χρυσή Αυγή». Η αλήθεια είναι πως τις καταλήψεις υποκινούν και κάποιοι πολιτικοί και κάποιοι γονείς των μαθητών και κάποιοι μαθητές, αλλά και κάποιοι καθηγητές που και κομματικά ενταγμένοι και γονείς είναι. Υπάρχουν πολιτικοί που δηλώνουν ευθαρσώς πως είναι υπέρ αυτού του τρόπου υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους από τους μαθητές. Γιατί, λοιπόν, αυτοί να μην υποδαυλίζουν τις καταλήψεις; Εξάλλου, η πολιτική ιστορία της χώρας μας δείχνει πως μια «άξια του ονόματός της» αντιπολίτευση δεν κρίνει απλώς και δεν προσπαθεί να υποβαθμίσει και να ευτελίσει κάθε καλή προσπάθεια της κυβέρνησης, αλλά δημιουργεί και προβλήματα, για να καταστήσει πιο δύσκολο το έργο της και να ασκήσει πίεση! Και δεν υπάρχει ιδανικότερος μοχλός πίεσης από τους μαθητές, γιατί είναι (;) αθώα πλάσματα, είναι μικροί και δεν μπορεί η Πολιτεία να χρησιμοποιήσει τα μέσα που διαθέτει για την αντιμετώπισή τους. Είναι μια σίγουρη δύναμη με την οποία κανείς δεν μπορεί να τα βάλει.
Όμως υπάρχουν και γονείς πολύ φανατικοί και στο έπακρο κομματισμένοι που θέτουν το κόμμα πάνω και από τον εαυτό τους και από τα παιδιά τους. Και θυμάμαι κάποιο κύριο που έλεγε παλιά «Χρόνια να κόβει από εμένα ο Θεός και να τα δίνει στον …(αρχηγό κόμματος)». Δεν έχει σημασία που στο τέλος κατέληξε να τον βρίζει. Τέτοιοι, λοιπόν, άνθρωποι υπάρχουν πολλοί και αυτοί δεν διστάζουν να σπρώξουν τα παιδιά τους στις καταλήψεις. Ας μη λησμονούμε και κάποιους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων των μαθητών που έχουν παρεξηγήσει τον ρόλο τους και νομίζουν πως μπορούν να υποκαταστήσουν τον Σύλλογο των εκπαιδευτικών, ακόμη και το Υπουργείο Παιδείας και να έχουν λόγο σε όλα, ακόμη και στα Ωρολόγια και τα Αναλυτικά Προγράμματα. Από τέτοιους Συλλόγους όλα μπορεί να τα περιμένει κανείς!
Αλλά υπάρχουν και πολλοί μαθητές που ουδόλως ενδιαφέρονται για το σχολείο και την εκπαίδευση. Κι εδώ θα αναφέρω ένα μαθητή μου που αδιαφορούσε τελείως για το σχολείο. Εγώ προσπαθούσα να αλλάξω τη νοοτροπία του, αλλά μάταια. Όταν, λοιπόν, κάποια στιγμή τον ρώτησα «Γιατί, παιδί μου, έρχεσαι στο σχολείο και χάνεις τον χρόνο σου» αυτός μου απάντησε με κοφτό και αφοπλιστικό τρόπο: «Δεν έρχομαι, αλλά με στέλνουν». Πολλοί, λοιπόν, είναι και οι μαθητές που δεν έχουν κανένα συναισθηματικό δεσμό με το σχολείο. Φοιτούν σε αυτό αλλά δεν είναι προσωπική τους επιλογή. Αυτά, λοιπόν, τα παιδιά μπορούν να πρωτοστατήσουν και στις καταλήψεις. Γιατί μου φαίνεται περίεργο να κάνουν κατάληψη οι μαθητές, να ζητούν αίθουσες και καθηγητές, δηλαδή να δείχνουν ότι ενδιαφέρονται για τη γνώση, αλλά από την άλλη πλευρά να καταργούν τον φορέα εκείνο που αποτελεί την πηγή τη γνώσης.
Υπάρχει, λοιπόν, συν-ευθύνη όσον αφορά το θέμα των καταλήψεων. Είναι καιρός όλοι όσοι ενδιαφέρονται για τη δημοκρατία και την παιδεία και όχι για το πώς θα κατακτήσουν και θα διατηρήσουν την εξουσία να ομονοήσουν και να εξαλείψουν από τον πολιτικό και κοινωνικό βίο της χώρας μας αυτό το θλιβερό αντιδημοκρατικό φαινόμενο. Να δοθεί η δυνατότητα στους μαθητές να αποκτούν απρόσκοπτα τη γνώση και να παύσουμε και εμείς να βλέπουμε γραμμένα στους τοίχους των σχολείων, της Αθήνας παρακαλώ, «σκ..τά στους Έλληνες πατριώτες. Αλληλεγγύη στις μετανάστριες της Μόρια» (sic). Και πάνω απ’ όλα να πάψει κάθε αντιπολίτευση να χρησιμοποιεί ως αιχμή του δόρατός της ανήλικα παιδιά, απεμπολώντας με αυτό τον τρόπο τον ρόλο της και ομολογώντας έτσι έμμεσα την αποτυχία στην άσκηση του έργου της.