
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Είναι πανθομολογούμενο ότι από τις αρχές της αληθινής και γνήσιας δημοκρατίας, όπως αυτές αναφέρονται στον Επιτάφιο του Περικλή που μας παρέδωσε ο Θουκυδίδης (Β 37), καμιά δεν εφαρμόστηκε στη χώρα μας μετά τη μεταπολίτευση και γι’ αυτό άλλωστε φτάσαμε στη θλιβερή κατάσταση που βιώνουμε σήμερα. Δεν εφαρμόστηκε η αρχή της πλειοψηφίας, της ισοπολιτείας και της ισονομίας, της αξιοκρατίας, της αδελφότητας, του σεβασμού προς τους άρχοντες και τους νόμους. Η μόνη αρχή που λειτούργησε όλο αυτό το διάστημα είναι η αρχή της ελευθερίας, δηλαδή του δικαιώματος των πολιτών να κάνουν και να λέτε ό τι θέλουν, χωρίς κανένα εξωτερικό ή εσωτερικό καταναγκασμό. Όμως και αυτής της αρχής έγινε κατάχρηση και φτάσαμε σε μια ελευθερία χωρίς φραγμούς, χωρίς όρια, χωρίς μέτρο. Είτε το θέλουμε είτε όχι, το δημοκρατικό πολίτευμα στηρίζεται στους νόμους της Πολιτείας και αυτοί από τη φύση τους επιβάλλουν κάποιους περιορισμούς στα δικαιώματα των πολιτών, πράγμα που διευκολύνει την κοινωνική τους ένταξη. Και το ίδιο το Σύνταγμα περιορίζει την ελευθερία γενικά σε ορισμένες περιπτώσεις. Όταν οι Αθηναίοι του 4ου αι. π.Χ. άρχισαν να θεωρούν «την μεν ακολασίαν δημοκρατίαν , την δε παρανομίαν ελευθερίαν, την δε παρρησίαν (=το να λένε ελεύθερα τη γνώμη τους) ισονομίαν, την δε εξουσίαν του ταύτα ποιείν ευδαιμονίαν» (Ισοκρ. Αρεοπ. 20), τότε άρχισε η παρακμή και ο ξεπεσμός της ένδοξης αθηναϊκής δημοκρατίας που είχε ως αποτέλεσμα την εξαθλίωση των πολιτών.
Και σήμερα η παρρησία, βασική δημοκρατική αρετή που σχετίζεται με την ελεύθερη έκφραση των σκέψεων, δηλαδή με την πνευματική ελευθερία, έχει καταντήσει αδιάντροπη αθυροστομία, γιατί νομίζει ο κάθε πολίτης ότι μπορεί να λέει και να γράφει ό τι του κατέβει. Όμως, η πραγματική ελευθερία, αυτή που δικαιώνει τον άνθρωπο ως λογικό και υπέρτατο ον, δεν είναι να κάνει κανείς και να λέει ό τι θέλει, αλλά ό τι πρέπει.
Δεν μπορεί βέβαια κανείς να αμφισβητήσει την αξία ενός βιβλίου. Ο βασιλιάς της Αγγλίας Ιάκωβος λένε πως είχε πει ότι, αν τον έβαζαν φυλακή, θα ήθελε η φυλακή του να είναι μια σπουδαία βιβλιοθήκη. Ο Μπέλοκ , πάλι, έλεγε πως είναι καλύτερο να καεί ένας συγγραφέας παρά το βιβλίο του, ενώ ένας άλλος έλεγε : «Δεν κλαίω για τα βιβλία που κάηκαν σε ανελεύθερες περιόδους της ιστορίας, όσο για τα βιβλία που δεν μπόρεσαν να τυπωθούν». Το βιβλίο έχει παρομοιαστεί με κομμωτήριο της ψυχής, με παράθυρο της ψυχής που αφήνει το φως και τη ζεστασιά να την πλημμυρίσει, με σκαλοπάτι στη σκάλα του πολιτισμού που βοηθά ν’ ανεβαίνει η γνώση όλο και πιο ψηλά και να μας φωτίζει με τον πυρσό της. Θεωρήθηκε πολύτιμος και ευγενέστατος φίλος του ανθρώπου.
Ασφαλώς όλα αυτά δεν μπορούν να ισχύουν για όλα τα βιβλία, αλλά ισχύουν για τα βιβλία που είναι καλά και καλογραμμένα, που μεταδίδουν στον άνθρωπο τη σκέψη και τα συναισθήματα ανθρώπων ανώτερης διανόησης, που πλουτίζουν τις γνώσεις του αλλά και εκλεπτύνουν τα αισθήματά σου* για βιβλία που οι σελίδες τους είναι ποτισμένες με τις πνοές του αγαθού και του ωραίου. Και, δυστυχώς, δεν είναι τέτοια πολλά βιβλία. Και ο Μονταίν έλεγε πως η αληθινή δόξα ενός συγγραφέα έγκειται στο να γράφει ό τι αξίζει να διαβαστεί, ενώ ο Κ. Ντίκενς παρότρυνε τους ομότεχνούς του λέγοντας: «Να είσθε ηθικός. Πρέπει όλα σας τα μυθιστορήματα να μπορούν να διαβαστούν από κορίτσια. Δεν θέλουμε η λογοτεχνία μας να διαφθείρει την καθημερινή ζωή». Όταν δημιουργεί κανείς, πρέπει να συμβουλεύεται πρώτα την ψυχή του και μετά την ψυχή αυτών για τους οποίους γράφει. Ένα βιβλίο δεν πρέπει να είναι το ιστορικό των ψυχώσεων του συγγραφέα.
Τα βιβλία είναι όπως οι άνθρωποι: μικρός αριθμός παίζει σπουδαίο ρόλο, τα άλλα αποτελούν το πλήθος* είναι όπως τα φαγητά: άλλα είναι καλής και άλλα κακής ποιότητας* μοιάζουν με τα φάρμακα : σε άλλον τονώνουν τη σκέψη και σε άλλον την παραλύουν. Στο περιβόλι του πνεύματος τα άχρηστα ζιζάνια αφθονούν και στραγγαλίζουν τα καρποφόρα φυτά. Σε κάθε αξιόλογο βιβλίο αντιστοιχούν χιλιάδες περιττά, άχρηστα και επικίνδυνα βιβλία. Ισχύει και σήμερα αυτό που είχε πει ο Ροϊδης, ότι δηλαδή ο ωφελιμότερος τρόπος να μεταχειρίζονται μερικοί άνθρωποι το μελάνι τους θα ήταν αν μαύριζαν με αυτό τα υποδήματά τους. Και μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνο ένα βιβλίο, πιο επικίνδυνο και από ένα δηλητήριο, γιατί μια δόση δηλητηρίου κάνει το κακό μια φορά, ενώ ένα κακό βιβλίο δηλητηριάζει τα πνεύματα επί γενεές.
Βέβαια, θα πει κάποιος, υποστηρίζεις τη λογοκρισία; Όχι. Απλώς αποστρέφομαι την υποκρισία. Γιατί σήμερα οι πιο φανατικοί υποστηρικτές της απεριόριστης πνευματικής ελευθερίας είναι οι πιο απηνείς διώκτες του φιλελευθερισμού σε άλλους τομείς της ανθρώπινης δράσης. Γνωρίζω πως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα με το πρόσχημα της «πειθαρχημένης ελευθερίας» ευνούχισαν το μυαλό των ανθρώπων. Όμως, η Πολιτεία αλλά και ο κάθε πολίτης ατομικά πρέπει να καθορίσει τα όρια της παραγωγικής πνευματικής ελευθερίας και να βρει την αριστοτελική μεσότητα, το μέτρο που είναι άριστο σε κάθε περίπτωση.
Είπε κάποιος πως τρία πράγματα είναι δύσκολα στη συγγραφική δράση: Το να γράψει κανείς κάτι αξιόλογο για δημοσίευση, το να βρει έντιμους ανθρώπους να το δημοσιεύσουν και να κατορθώσει να το διαβάσουν μυαλωμένοι άνθρωποι (Κόλτων). Είναι βέβαιο πως πολλά βιβλία δεν περιέχουν τίποτε το αξιόλογο, παρόλο ότι βρίσκουν, καθ’ υπόθεση, έντιμους ανθρώπους -εκδότες να τα εκδώσουν. Όμως η τύχη ενός βιβλίου δεν εξαρτάται τόσο από το μυαλό αυτού που το γράφει όσο εξαρτάται από το μυαλό αυτού που θα το διαβάσει. Ο άνθρωπος γνωρίζεται από τα βιβλία που διαβάζει, όπως γνωρίζεται και από τους ανθρώπους που συναναστρέφεται. Γι’ αυτό ο άνθρωπος πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός και ιδιαίτερα, αν είναι νέος, να προσέχει το είδος των βιβλίων που διαβάζει, όπως φροντίζει για την εκλογή των φίλων του, γιατί οι συνήθειες και ο χαρακτήρας του επηρεάζεται εξίσου από τα βιβλία και τους φίλους.