
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Οι δάσκαλοι του δημοτικού είναι εκείνοι που συνήθως τα παιδιά δεν θα ξεχάσουν ποτέ ή καλύτερα ένας άνθρωπος ποτέ δεν θα λησμονήσει ανθρώπους που τον σημάδεψαν και ιδιαίτερα εκείνους των πρώτων χρόνων της ζωής του.
Οι δάσκαλοι του Δημοτικού Σχολείου, του δικού μου Δημοτικού, είχαν κάτι διαφορετικό να μας διδάξουν και να μας μάθουν, άλλοι πάλι δεν μας δίδαξαν αλλά και πάλι κάτι μάθαμε.
Στην πρώτη τάξη είχαμε τον κύριο Δημήτρη, δεν ξέρω πως γίνεται να μην θυμάσαι την μορφή ενός άνδρα με τον οποίο ήταν ερωτευμένες όλες οι συμμαθήτριες. Ο κ. Δημήτρης είχε μία συνήθεια, τις πρώτες εβδομάδες μας έβαζε να αλλάζουμε θρανία και κάθε εβδομάδα είχαμε διαφορετικό διπλανό. Η γκρίνια μου, γιατί δεν με είχε μαζί με τον Χρήστο, πρέπει να του είχε γίνει ανυπόφορη. Με είχε αφήσει στο ίδιο θρανίο με ένα άτομο που δεν ήθελα και μου επέτρεψε να ξανακαθίσω με τον αγαπημένο μου γείτονα και φίλο, μόνο και μόνο όταν έπαψα να είμαι ξινή με την διπλανή μου και την άφηνα να αντιγράφει. Ο κύριος Δημήτρη ήταν εκείνος που με δίδαξε πως πρέπει να φέρεσαι ανθρώπινα και να συνεργάζεσαι με τους ανθρώπους που θα συναντήσεις στην πορεία της ζωής σου, είτε το επέλεξες είτε όχι. Το όνομά του είναι συνδεδεμένο με τα διαλλείματα γύρω από την ξυλόσομπα, για την οποία φέρναμε ένα κομμάτι ξύλο, από τα σπίτια μας τις μέρες με κρύο.
Η μόνη εικόνα που μου έρχεται στο μυαλό για την Β’ Δημοτικού ήταν εκείνο το τεράστιο μηδενικό σε μάθημα της Γλώσσας, γιατί συλλάβιζα. Γιατί όπως καλά ήξερε ο κ. Γιώργος δεν είχα διαβάσει όσο θα έπρεπε και προτίμησα να βλέπω «Το μικρό σπίτι στο λιβάδι». Αυτό, όμως, το τεράστιο μηδενικό στιγμάτισε όλες τις Πέμπτες των πρώτων σχολικών χρόνων, που έπρεπε να κάνω επανάληψη της ορθογραφίας της Παρασκευής. Η Παρασκευή ήταν κάποτε συνώνυμο του εφιάλτη. Η επανάληψη της ορθογραφίας από τυχαίο κείμενο του βιβλίου ήταν η αιτία πολλοί συμμαθητές μου, μεταξύ των οποίων και εγώ να ισχυρίζονταν κάθε Παρασκευή ότι ανέβασαν πυρετό για να μην πάνε σχολείο. Από ντροπή και φόβο να μην δει η μητέρα μου το μηδενικό την «Πέμπτη της επανάληψης» είχα κολλήσει με δύο συνδετήρες τις σελίδες που ήταν σχηματισμένος αυτός ο απεχθής βαθμός. Και κάθε φορά να εύχομαι να το προσπεράσει η μαμά μου μαζί με τις άλλες και να μην το δεί. Το μηδενικό της ντροπής ήταν αρκούντος ικανό για να μην πάω ποτέ ξανά αδιάβαστη στο σχολείο. Ο κύριος Γιώργος ήταν εκείνος που μας δίδαξε ότι είτε κάνεις καλά είτε όχι την δουλειά σου, οι συνέπειες θα είναι ανάλογες των επιτευγμάτων σου.
Είναι περίεργο πως γίνεται να μην θυμάσαι το πρόσωπο των δασκάλων που συμπαθούσες όταν ήσουν παιδί και εκείνου που αντιπαθούσες να μην μπορείς να το ξεχάσεις. Ενδεχομένως γιατί η Γ’ Δημοτικού ήταν πολύ τραυματική εμπειρία. Στην Γ’ Τάξη, λοιπόν, είχαμε δάσκαλο κάποιον κ. Μπάμπη. Ερχόταν στο σχολείο με τον γιό του, που πήγαινε στο νηπιαγωγείο. Το ντύσιμό τους ήταν πανομοιότυπο γεγονός που φάνταζε αστείο στα παιδικά μας μάτια, εμείς κοροϊδεύαμε το παιδί του για το ντύσιμό του και εκείνος μας μάλωνε. Ο κ. Μπάμπης ήταν εκτός από δάσκαλός μας και Διευθυντής στο σχολείο μας. Παρόλο που υπήρξαν κι άλλοι δάσκαλοι – διευθυντές τα μαθήματα που κάναμε με εκείνον, τον δάσκαλο – διευθυντή στην Γ’ Δημοτικού, ελάχιστα. Όλο έλειπε στο γραφείο. Μέχρι που σκεφτόμασταν ότι στο γραφείο του σχολείου πρέπει να συμβαίνουν τρομερά πράγματα για να είναι συνέχεια εκεί ο διευθυντής. Οι περισσότεροι δεν είχαν παράπονο για τα ανύπαρκτα μαθήματα. Τι πιο ωραίο να χαζεύεις από το παράθυρο και να παίρνεις 10 στους βαθμούς σε κάθε τρίμηνο. Υπήρξαν βέβαια δυο- τρεις που μαζί με μένα (που παρά το 10 με τόνο) το θεωρούσαν άδικο να διαβάζουν και να έχουν τους ίδιους βαθμούς με άλλους που ομολογουμένως δεν διάβαζαν. Η εικόνα του κ. Μπάμπη δεν θα σβήσει ποτέ. Θα είναι πάντα εκείνος ο δάσκαλος που μας ξύπνησε το αίσθημα αδικίας και μας έδειξε πως κουκουλώνονται τα προβλήματα.
Για να έρθει μετά η Δ’ Δημοτικού και μαζί της η κα Μαρία. Η κα Μαρία ήταν πολύ καλή και αυστηρή ταυτόχρονα μέσα στην τάξη. Ενδεχομένως η μόνη δασκάλα που μπροστά της καθόμουν σούζα – κάτι καθόλου σύνηθες για τον τύπο του χαρακτήρα μου. Δεν θα την ξεχάσω γιατί ήταν εκείνη που μας έμαθε ορθογραφία. Ο τρόπος της ήταν, για μένα τότε ανορθόδοξος. Μπορούσε να εκθειάσει υψώνοντας το ταλέντο ενός μαθητή και την ίδια στιγμή να θίγει τις αδυναμίες με τέτοιο τρόπο που δεν θα ξανάκανε ποτέ λάθος. Ήταν το δικό της 9 με ερωτηματικό στην Γυμναστική που με έκανε να προσδιορίσω από τα 10 μου κιόλας χρόνια ποιο μάθημα θα αντιπαθώ σε όλη μου την ζωή. Ήταν εκείνο το ερωτηματικό που με κρατούσε σε εγρήγορση για να γίνω ακόμη καλύτερη. Για να νιώσω την ικανοποίηση ότι τα κατάφερα στο τέλος της χρονιάς. Η κα Μαρία είχε αναλάβει το δύσκολο έργο να αναπληρώσει τις γνώσεις μιας χρονιάς -της προηγούμενης χρονιάς του κ. Μπάμπη- μιας χρονιάς χαμένης εξαιτίας των κενών ωρών διδασκαλίας. Πιστεύω ότι τα κατάφερε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ήταν εκείνη που είπε πρώτη ότι γράφω καλά αλλά κάνω λάθη απροσεξίας και αυτές οι δύο παρατηρήσεις της ακόμη με κυνηγούν. Ήταν εκείνη που παρά την δύσκολη χρονιά που είχε να διαχειριστεί μας ανέβασε στο θεατρικό σανίδι για να κλείσει η σχολική χρονιά με τον πιο δημιουργικό, ωραίο και γεμάτο χαμόγελα τρόπο.
Η επόμενη δασκάλα ήταν η κα Σιλβάνα, αδύνατη με σγουρό και φουντωτό μαλλί μας δίδαξε τον σεβασμό στο περιβάλλον. Ακόμη θυμάμαι τις εξορμήσεις μας για να μαζεύουμε σκουπίδια φορώντας τις μπλούζες και τις κονκάρδες της Helmepa -της οποίας ήμασταν μέλη- και φωνάζοντας το σύνθημα : «Όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές». Η κονκάρδα σε σχήμα γλάρου είναι ακόμη στο κουτί των αναμνήσεων για να σκέφτομαι κάθε φορά που βλέπω ένα παιδί να πετάει σκουπίδια ότι εκείνο δεν είχε την κα Σιλβάνα για δασκάλα. Μαζί της δημιουργήσαμε την εφημερίδα μας. Στα φιλιανά παιδιά φιλοξενείται το πρώτο μου άρθρο. Θυμάμαι όταν είχε έρθει στο χωριό κάθε μέρα, τον πρώτο καιρό, πήγαινε το απόγευμα επίσκεψη στο σπίτι κάποιου μαθητή της, αφού προηγουμένως είχε συνεννοηθεί. Τότε νόμιζα ότι η δασκάλα μου ήταν κοινωνική, τώρα ξέρω ότι ήθελε να γνωρίσει το περιβάλλον μας, να πάρει πληροφορίες για μας και να μας φέρεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έτσι όπως πρέπει να κάνει κάθε παιδαγωγός.
Ο κύκλος του Δημοτικού κλείνει με τον κ. Αριστείδη, ψηλός, ευθυτενής, ξανθός με γαλάζια μάτια. Πάντα χαμογελαστός και πάντα ευγενικός, φρόντιζε να μας διορθώνει με τον πιο προσεγμένο, θα χαρακτήριζα, τρόπο. Πάντα απορούσα πως με την ευγένια κατάφερνε να μας φέρνει βόλτα. Εντύπωση μου έκανε. Ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνη την 25η Μαρτίου έξω από την εκκλησία όταν από αδεξιότητα, καθώς τοποθετούσα την σημαία στην θήκη της ζώνης μού έφυγε προς τα πίσω και προσγειώθηκε στο κεφάλι του κ. Αριστείδη. Όταν κατάλαβα τι συνέβη δάγκωσα τα χείλη μου, γιατί σκέφτηκα ότι έφερα μέσα σε όλη την αγορά καπέλο την σημαία στο κεφάλι του δασκάλου και διευθυντή. Εκείνος είπε μόνο ένα «ωχ» χαμογέλασε και συνέχισε «Όχι και να μου φέρεις την σημαία καπέλο» και σκάσαμε στα γέλια. Ο κ. Αριστείδης έχει το ίδιο χαμόγελο μέχρι και σήμερα, είναι ο μόνος δάσκαλος του δημοτικού που με αναγνωρίζει και μιλάμε, παρά τα χρόνια που πέρασαν.
Γεγονός είναι ότι ο κάθε δάσκαλος εκτός από γνώσεις κάτι παραπάνω είχε να δώσει. Και τώρα όντας σε ηλικία που μπορώ και να αξιολογώ αισθάνομαι τυχερή που είχα τέτοιους δασκάλους, που μαζί με γράμματα μου δίδαξαν τον σεβασμό, την διαφορετικότητα, την αγάπη, την υπομονή, την ομαδικότητα, ακόμη - ακόμη και την αδικία. Τυχερή γιατί οι περισσότεροί τους ήταν καλοί εκπαιδευτικοί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είχα και κακούς. Πάντα θα υπάρχουν και κακοί, ωστόσο μέσα από τη δια βίου μάθηση – αφού η γνώση δεν σταματά ποτέ- μαθαίνεις να κρίνεις, να αξιολογείς και να αποφεύγεις τους κακούς.