Ο καταναλωτισμός, πληγή χαίνουσα που συνέβαλε στη χρεοκοπία της χώρας

31/01/2017 - 14:06

«Δύο να μετράς κι ένα να κόβεις», με συμβούλευε η αλησμόνητη γιαγιά μου Όλγα, διδάσκοντάς με να είμαι σκεπτόμενος, εγκρατής και «οικονόμος». Τα βάσανά της πολλά, αφού κοντά στα σαρανταπέντε της χήρεψε, έχοντας επτά παιδιά. Καλύτερα παντός άλλου ήξερε, τι πάει να πει ανάγκη.

«Δύο να μετράς κι ένα να κόβεις», με συμβούλευε η αλησμόνητη γιαγιά μου Όλγα, διδάσκοντάς με να είμαι σκεπτόμενος, εγκρατής και «οικονόμος». Τα βάσανά της πολλά, αφού κοντά στα σαρανταπέντε της χήρεψε, έχοντας επτά παιδιά. Καλύτερα παντός άλλου ήξερε, τι πάει να πει ανάγκη. Ζυμώθηκε μ’ αυτή. Διδαχές όμοιες, φυσικά πήρα κι απ’ τους γονείς μου. Έτσι πορεύθηκα στη ζωή. Μία πορεία, εκτός «πειρασμών» και αταλάντευτη. Αναμφισβήτητα, αντίστοιχα διδάγματα και αρχές είχαν πάρει στην πλειονότητα τους, οι νέοι της εποχής μου. Ήμασταν η νεολαία που ανδρωνόταν, ευθύς μετά τον εμφύλιο. Τότε, που πολλά έλειπαν. Ελλείψεις παντού και στερήσεις. Λιγοστά όλα. Λίγα τα βιομηχανικά προϊόντα, λίγα τα εμπορεύματα και άλλα αγαθά, κυρίως δε, λίγα ως ανύπαρκτα τα χρήματα. Έτσι, μικρή η κατανάλωση. Εξ αυτών, ως αναγκαιότητα προέκυπτε η μη σπατάλη, «οικονομία». Τούτη, επιβαλλόταν στα άτομα, στις οικογένειες, γενικά στην κοινωνία. Για να τα φέρει βόλτα ο καθένας, έπρεπε να χύσει ποτάμια ιδρώτα. Η πολλή δουλειά των πατεράδων μας, η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων και του οποιουδήποτε συγκριτικού πλεονεκτήματος της χώρας, οι γεωπολιτικές καταστάσεις/διεθνής συγκυρία είχαν αρχίσει να της δίνουν την απαιτούμενη δυναμική/momentum για δημιουργία. Για ανάπτυξη.

Ευτυχήσαμε ως γενιά να πηγαίνουμε «καβάλα» σε κύμα ανοδικό, δημιουργικής πορείας της πατρίδας, που οδηγούσε στην πρόοδο και ευημερία. Η περίοδος της γενιάς απ’ τη δεκαετία του ’80 και μετά, κατά τεκμήριο οι γεννηθέντες μετά το Β΄ Παγκόσμιο, ευτύχισε να απολαύσει τα καλά της δημιουργίας και της εξ αυτής ευημερίας, θα έλεγα ευδαιμονίας. Υπήρξαμε ως γενιά, γνήσιο δείγμα ευδαιμόνων Ελλήνων.

Όμως εκεί ήταν που η ελληνική κοινωνία δεν είχε πειθαρχία. Δεν μπόρεσε να ελέγξει τον εαυτό της. Κυρίως σε ό,τι αφορά τα «οικονομικά» της. Το χρήμα υπήρχε στα χέρια όλων. Έρρεε άφθονο. Ατυχώς, τούτο το θεωρούσαμε δεδομένο. Υπήρξαμε αμνήμονες. Λες και μας είχε αγγίξει η Κίρκη με το ραβδί της και έκανε να έχουμε ξεχάσει τους εαυτούς μας. Τις αρχές μας. Τις αξίες μας. Σπαταλούσαμε ασύστολα. Καμία αυτοπειθαρχία. Αντίθετα, μιμητισμός στη σπατάλη. Χωρίς προβληματισμό και πιο πολύ, χωρίς φόβο για το αύριο. Η χαρά του …καταναλωτισμού.

Αρχικά η ένταξή μας στην Ε.Ε. με το κοινοτικό κεκτημένο και ως προς την ελευθερία κίνησης αγαθών, είχε δώσει τα πρώτα αρνητικά σημάδια. Εκ της μη ανταγωνιστικότητας των ελληνικών έναντι των ευρωπαϊκών (ποιοτικά, τιμές), άρχισαν τα δικά μας να μην έχουν «πέραση».

Αποτέλεσμα, η βιομηχανία μας κατέστη τρωτή. Σιγά-σιγά απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’80, άρχισε η αποβιομηχάνιση. Αρχικά κυρίως της βαριάς βιομηχανίας. Μέγιστη απώλεια. Αναφέρω για κατανόηση, ένα δείκτη, χαρακτηριστικό. Από τη μεταλλουργική - μεταλλευτική βιομηχανία (τον κλάδο μου), αυτόν συνήθιζα να προβάλλω σε σχετικές τοποθετήσεις μου ως πρόεδρος των Μεταλλειολόγων Μηχανικών Ελλάδος. Η συνεισφορά αυτής στο ΑΕΠ, τη δεκαετία του ’80, ήταν περί το 14% (σήμερα, 2% μόνο).

Τότε, παράλληλα άρχισε να χτυπά την «πόρτα» μας, το διεθνώς «επαναστατικό» φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Αυτό που κατήργησε τον όποιο προστατευτισμό (δασμοί, φόροι, κ.άλ. ) των ντόπιων προϊόντων. Φαινόμενο που κλόνισε ακόμη και την οικονομία των ΗΠΑ, ως ο νεορκισθείς πρόεδρος Τραμπ προέβαλε ως υποψήφιος και ευθύς με την προχθεσινή ορκωμοσία του, τα πρώτα μέτρα που εξήγγειλε, αφορούσαν στην προστασία της βιομηχανίας τους.

Στην ίδια λογική, ασφαλώς πολύ χειρότερα, ήταν το αποτέλεσμα για τη χώρα μας. Τα βιομηχανικά προϊόντα μας και όχι μόνο, έπαψαν να είναι ανταγωνιστικά και οι εξαγωγές τους ολοένα και μίκραιναν. Αντίθετα τα όποια εισαγόμενα, εκτόπιζαν συνεχώς τα δικά μας και αυξάνονταν κατά όγκο και αξία.

Συνέπεια αυτών, η πλήρης αποβιομηχάνιση της χώρας. Τελικό αποτέλεσμα, το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών να είναι μόνιμα αρνητικό και να ογκούται από χρόνο σε χρόνο, αυξάνοντας συνεχώς το εξωτερικό χρέος. Κανένα καμπανάκι αφύπνισης του λαού. Αντίθετα με παροχές διάφορες και δάνεια (εορτοδάνεια, καταναλωτικά, κ.λπ.) εκμαύλιζαν τον άμυαλο και αμνήμονα λαός μας. Σε κατάσταση συβαριτισμού ως άκρατου ευδαιμονισμού ευρισκόμενος, «υπηρετούσε» τον καταναλωτισμό.

Απ’ την άλλη μεριά, οι τότε κυβερνώντες με κακοδιοίκηση, σπατάλες, σκάνδαλα, ατέλειωτη διαπλοκή, κλοπές, κ.λπ., αποστέωναν την ατέλειωτα, χωρίς έλεος, αμελγόμενη αγελάδα, το Ελληνικό Δημόσιο.

Και ήρθε η εποχή του «μη παρέκει». Η τραγική διακυβέρνηση της χώρας 2007-2009 από τον Καραμανλή, το μικρό. Αυτόν, που παρέδωσε (στον άλλο μεγάλο γόνο, το μοιραίο ΓΑΠαπανδρέου), έλλειμμα 32 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2009, ξεπερνώντας το 15% του ΑΕΠ!.

Και μετά;; Μετά ήρθε το Καστελόριζο, ήρθε το ΔΝΤ, η Τρόικα, τα μνημόνια. Και αυτό που ο λαός δεν έκανε εκόντως με την καθοδήγηση των ηγητόρων του, το έκανε ακόντως και βιαίως. Το επέβαλε η οικονομική κατοχή. Το βλέπεις χειροπιαστά. Ο τζίρος π.χ. του λιανικού εμπορίου, μειώθηκε κατά 45% απ’ το 2009 ως σήμερα.

Πώς άραγε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όταν τα εισοδήματα μισθωτών, συνταξιούχων, εισοδηματιών, κ.αλ., μειώθηκαν ομοίως στην ίδια περίοδο. Όταν το ΑΕΠ μας μειώθηκε κατά 25%, η ανεργία (επίσημη) έχει εκτιναχθεί πάνω από 1.300.000, η μεσαία τάξη έπεσε στο 20% (50% προ κρίσεως), όταν…, όταν…

Τέλος, τα κόμματα στο μέγιστο του πολιτικού φάσματος από τη δεξιά ως την αριστερά, που κυβέρνησαν και χειρίστηκαν την επταετή αυτή κρίση, απέτυχαν να δώσουν λύση. Λύση προοπτικής μέλλοντος. Έτσι, ατυχώς ο λαός μας έπαψε να έχει πίστη και ελπίδα. Καθημαγμένος δε και «παθητικοποιημένος», βιώνει το οσημέραι κορυφούμενο δράμα του, περιμένοντας πια την εξ ύψους σωτηρία. Από τον «από μηχανής θεό». Άραγε, ποιος θα μπορούσε να είναι τούτος; 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey