Η κτηνοτροφία μας, πλουτοπαραγωγική πηγή αναζωογόνησης των χωριών μας

19/11/2013 - 16:23

Στο νησί μας, ο πρωτογενής τομέας, η γεωργία, στηρίζεται στην ελαιοκομία κυρίως στο νότιο και νοτιοανατολικό και στην κτηνοτροφία στο βόρειο και βορειοδυτικό του τμήμα.

Στο νησί μας, ο πρωτογενής τομέας, η γεωργία, στηρίζεται στην ελαιοκομία κυρίως στο νότιο και νοτιοανατολικό και στην κτηνοτροφία στο βόρειο και βορειοδυτικό του τμήμα.

Της τελευταίας, η προβατοτροφία αποτελεί τον κύριο πυλώνα της αριθμώντας περί τα 350.000 πρόβατα. Τέλος, το επάγγελμα του κτηνοτρόφου ασκείται από ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού των χωριών μας. Για γενεές, η προβατοτροφία στήριξε τους κτηνοτρόφους μας και τις οικογένειές τους.

Έγγραφα, στο προ 15νθημέρου εδώ άρθρο μου: «… οι κτηνοτρόφοι μας κατ’ αριθμό μειώνονται με την πάροδο των χρόνων και μεγαλώνουν τα κοπάδια ανά κτηνοτρόφο». Αυτό το είχα «καταγράψει» προ ετών, από ένα δημοσίευμα. Θέλησα να το διασταυρώσω και προσέφυγα σε διάφορες πηγές, ως και στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Έτσι, αυτό που προέκυψε, είναι ότι, πράγματι, αυτή είναι η αλήθεια. Συγκεκριμένα, ενώ κατά την απελευθέρωσή μας το ’12 ο αριθμός των προβάτων ήταν περί τις 100.000 κεφάλια, στα μέσα της 10ετίας τού ’80 είχαν ξεπεράσει τις 250.000.

Έτι περαιτέρω, η Απογραφή Γεωργίας - Κτηνοτροφίας 1991 έδειξε πως ο αριθμός εκμεταλλεύσεων (τσοπάνηδων) στο νησί μας ήταν ~6.100, με ~330.000 πρόβατα. Του 2000, ήταν ~5.450 εκμεταλλεύσεις, με ~374.000 πρόβατα. Εξ αυτών προκύπτει ότι μέσα σε μια μόνο 10ετία, τα κοπάδια ανά κτηνοτρόφο που ήταν κατά μέσο όρο των 54 προβάτων, μεγάλωσαν και έγιναν των 69. Ακόμη και αυτό το δεδομένο, όμως, δεν ήταν τότε ελκυστικό και προσοδοφόρο για την προσέλκυση νέων στο επάγγελμα.

Τούτο φαίνεται άμεσα, αφού μέσα σε μια μόνο δεκαετία, έφυγαν από αυτό ~650, δηλαδή πάνω από το 10% κτηνοτρόφων! Ήτοι, οι θέσεις αυτών που βγήκαν στη σύνταξη, δεν αναπληρώθηκαν από νέους. Ως τη 10ετία τού 1950, κοπάδι 30 - 40 πρόβατα θεωρούνταν μεγάλο περιουσιακό απόθεμα. Σήμερα και με 70, είναι πάλι μικρό το περιουσιακό απόθεμα.

Βάσει αυτών, τις τελευταίες πέντε 10ετίες, ~3.000 κτηνοτρόφοι έφυγαν απ’ το επάγγελμα. Εκ του ότι δε η λεσβιακή ύπαιθρος αντιστοίχως έχασε, όπως έγραφα στο τελευταίο μου άρθρο, πληθυσμό ~30.000 ατόμων, συνεπάγεται ότι το ~10% αυτών ήσαν κτηνοτρόφοι.

Το ότι τα κοπάδια έχουν συγκριτικά μεγεθυνθεί, σχεδόν διπλασιαστεί ανά κτηνοτρόφο σε ~50 χρόνια και νέοι μας δεν έμπαιναν πια στο επάγγελμα, σημαίνει ότι τούτο δεν παρείχε τα εχέγγυα μιας άνετης διαβιώσεως. Και πώς να είναι, αφού το γάλα για χρόνια τώρα έχει σχεδόν την ίδια αξία με το εμφιαλωμένο νερό. Οι τιμές του κρέατος είναι καθηλωμένες και παραπροϊόντα όπως το μαλλί έπαψαν να έχουν πια αξία. Απ’ την άλλη, οι ζωοτροφές, φάρμακα κ.λπ. συνεχώς ακριβαίνουν. Γενικά, μέσα στα δόκανα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, η προβατοτροφία εξ αντικειμένου αποδεικνύεται πια μη ανταγωνιστική. Για να είχε επιτευχθεί τούτο, θα έπρεπε να εξαλειφθούν εδώ και πολλά χρόνια ο πρωτογονισμός της κτηνοτροφίας μας και οι εξ αυτού κάθε μορφής στρεβλώσεις.

Αυτό ακριβώς το σκοπό ήρθαν να κάνουν προ ~30 χρόνων οι σχετικές επιδοτήσεις οι εκ των αντιστοίχων ταμείων τής Ε.Ε.. Τούτο που επέτυχαν αλλού, όπως π.χ. στο κτηνοτροφικό χωριό Ανάβρα του Βόλου που σήμερα παρουσιάζει μηδενική ανεργία, ελάχιστη «όχληση» από την οικονομική κρίση, εκσυγχρονισμό των υποδομών και των κατοικιών της και, το σημαντικότερο, αύξηση πληθυσμού.

Δυστυχώς όμως, στην περίπτωσή μας δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Αφού, αυτές (πολλών δισ. δρχ.) αντί να χρησιμοποιηθούν από τους κτηνοτρόφους μας κατά το σκοπό της χορηγήσεώς τους, δηλαδή εκσυγχρονισμό των μονάδων τους, δημιουργία στεγασμένων ποιμνιοστασίων, προμήθεια εγκαταστάσεων αυτόματου αρμέγματος, βελτίωση βοσκοτόπων κ.λπ., εκλαμβάνονταν ως χρήματα αναπλήρωσης εισοδήματος. Τελικό αποτέλεσμα, αυτά υπερκαλύπτοντας τις ανάγκες επιβίωσης του κτηνοτρόφου και της οικογένειάς του, χρησιμοποιήθηκαν για αλλότρια. Ατυχώς, κατά «νεοπλουτίστικο» (ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός) τρόπο. Όπως, καλοπέραση, καταναλωτισμό, επίδειξη με απόκτηση πολυτελών αυτοκινήτων και ακόμη αγοράζοντας «τούβλα», στην «Κυψέλη» της Μυτιλήνης, τη Χρυσομαλλούσα.

Βέβαια υπάρχουν σ’ όλα αυτά και οι εξαιρέσεις. Γνωρίζω δε περιπτώσεις νέων κτηνοτρόφων μας που αξιοποίησαν κατά πώς έπρεπε τα των επιδοτήσεων και σήμερα είναι επιτυχημένοι επαγγελματίες του κλάδου τους.

Στην εποχή της επιβληθείσας φτώχειας, που στα αστικά κέντρα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη κ.λπ.) τα συσσίτια, αλλά και - τραγικό κι όμως αληθινό - οι κάδοι σκουπιδιών, τρέφουν Συνέλληνες, ζητούμενο είναι η χώρα να θρέψει τον πληθυσμό της, αξιοποιώντας τον πλούσιο πρωτογενή τομέα της. Η ελληνική γη για αιώνες έτρεφε τα παιδιά της. Στην κατεύθυνση αυτή για το νησί μας, πέραν της ελαιοκαλλιέργειας, αυτό που απαιτείται είναι η κτηνοτροφία του να εκσυγχρονιστεί.

Στην κυριολεξία να ανασυσταθούν οι κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Επιβάλλεται και μάλιστα χωρίς καθυστέρηση. Υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ώστε τελικά το κτηνοτροφικό τμήμα του νησιού να αναζωογονηθεί, αυξάνοντας παράλληλα τον πληθυσμό του. Αυτό καταδεικνύεται από το ότι κεφαλοχώρια όπως ο Πολιχνίτος, η Άντισσα, ο Μανταμάδος, η Ερεσός κ.ά., μέσα σε 40 χρόνια έχασαν πάνω από το 45% του πληθυσμού τους, όταν χωριά μας, κυρίως κτηνοτροφικά, έχασαν (ως το 1991) λιγότερο του 35% (Άγρα ~34,5%, Χίδηρα ~35%, Μεσότοπος ~32%). Από τότε, η κατάσταση εκεί έχει σταθεροποιηθεί. Στο Μεσότοπο μάλιστα υπήρξε και αύξηση πληθυσμού.

Έτσι, όταν στη εποχή της ευμάρειας (1985 - 2009) είχαμε αυτά τα χαρακτηριστικά (ποιοτικά, ποσοτικά), είναι προφανές ότι τώρα στην εποχή της κρίσεως, η ευλογημένη μάνα λεσβιακή γη μπορεί να στηρίξει όχι μόνο το σημερινό πληθυσμό του, αλλά ακόμη και όλους αυτούς που θα θελήσουν να φύγουν από τα αστικά κέντρα της φτώχειας, της μιζέριας, αλλά και της πραγματικής ΠΕΙΝΑΣ και εγκατασταθούν στο νησί μας.

Εξ άλλου, ο πληθυσμός των 30.000 ατόμων που χάθηκε κατά τα τελευταία 40 χρόνια (βλέπε στο προ 15νθημέρου εδώ άρθρο μου), όλοι προέρχονται από τη λεσβιακή ύπαιθρο, τα χωριά μας. Άρα υπάρχει το περιθώριο και η δυνατότητα (σπίτια, υποδομές κ.λπ.) να μπορέσει το νησί μας να υποδεχθεί αντίστοιχο αριθμό κατοίκων («επαναπατριζομένων» Λεσβίων και μη), εφόσον φυσικά το θελήσουν οι ίδιοι να το κάνουν. Βεβαίως, εκ «των ων ουκ άνευ» ζητούμενο είναι οι δομές διοίκησης του νησιού να ανταποκριθούν αναλόγως.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey