Κυκλοφορεί σε μια νέα, άρτια έκδοση, το βιβλίο της Λητώς Κατακουζηνού (1909-1997) για το άντρα της, το γνωστό Λέσβιο νευρολόγο-ψυχίατρο Άγγελο Κατακουζηνό (1902-1982). Το βιβλίο είχε πρωτοκυκλοφορήσει το1989 και γνώρισε τρεις εκδόσεις.
Λητώ Κατακουζηνού
Πρόλογος: Γιάννης Τσαρούχης, Παρασκευάς Καρασούλος
Έρευνα και επιλογή υλικού: Σοφία Πελοποννησίου Βασιλάκου, Γιώργης Μαγγίνης
Σημειώσεις: Γιώργης Μαγγίνης
Εκδόσεις Μικρή Άρκτος
Αθήνα 2011, σελ. 400
Κυκλοφορεί σε μια νέα, άρτια έκδοση, το βιβλίο της Λητώς Κατακουζηνού (1909-1997) για το άντρα της, το γνωστό Λέσβιο νευρολόγο-ψυχίατρο Άγγελο Κατακουζηνό (1902-1982). Το βιβλίο είχε πρωτοκυκλοφορήσει το1989 και γνώρισε τρεις εκδόσεις.
Η νέα έκδοση της «Μικρής Άρκτου», είναι συμπληρωμένη και ενισχυμένη με σπάνιο ανέκδοτο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό της περίφημης γενιάς του ’30, φωτογραφίες της ανακαινισμένης Οικίας Κατακουζηνού, υπομνηματισμό και σημειώσεις, που τεκμηριώνουν με τον καλύτερο τρόπο τα κείμενα της Λητώς Κατακουζηνού.
Ο διακεκριμένος νευρολόγος-ψυχίατρος Άγγελος Κατακουζηνός, καθηγητής του Πανεπιστημίου Παρισίων, και η συγγραφέας σύζυγός του, Λητώ, ξεκίνησαν μια παραμυθένια κοινή ζωή τη δεκαετία του 1930 και για πενήντα χρόνια υπήρξαν δραστήρια μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας, ενώ το ιστορικό διαμέρισμα της Λεωφ. Αμαλίας (η Οικία Κατακουζηνού) υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα φιλολογικά σαλόνια της γενιάς του ’30. Ποιητές, συγγραφείς, καλλιτέχνες και επιστήμονες που σημάδεψαν τη σύγχρονη Ελλάδα αλλά και επιφανείς Ευρωπαίοι και Αμερικανοί, επισκέπτονταν για να απολαύσουν την ατμόσφαιρα, τη θέα και την παρέα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ξεδιπλώνεται η ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας, μέσα από γεγονότα και σημαντικές στιγμές που έζησε το θρυλικό ζευγάρι: οι πρώτες απόπειρες ψυχανάλυσης του Εμπειρίκου προς το Θεοτοκά, τα φοιτητικά χρόνια στο Παρίσι με το Σεφέρη, τον Τόμπρο, το πιάνο που πρωτοέπαιξε ο Μάνος Χατζιδάκις για το Μεγάλο Ερωτικό, το Νόμπελ του Οδ. Ελύτη, οι ατέλειωτοι καυγάδες για την καθαρεύουσα με τον Κατσίμπαλη, τα ευφάνταστα κοστούμια του Τσαρούχη για τα θρυλικά πάρτι μασκέ της εποχής, η πρώτη έκθεση ζωγραφικής του -άγνωστου τότε- Θεόφιλου στο σπίτι τους και αργότερα το στήσιμο του Μουσείου Θεοφίλου στη Μυτιλήνη με τον Teriade, η 60χρονη φιλία τους με το Χατζηκυριάκο-Γκίκα, η επίσκεψη των William Faulkner, Marc Chagall και Alber Camus στην Ελλάδα και τόσα άλλα.
Επίσης, η έκδοση περιλαμβάνει τη συλλογή έργων τέχνης του Ιδρύματος Κατακουζηνού, όλα χαρισμένα από τους καλλιτέχνες φίλους τους.
Στον πρόλογό του, ο Διευθυντής της «Μικρής Άρκτου», Παρασκευάς Καρασούλος, ανάμεσα στα άλλα σημειώνει:
«…Υπήρξαν ποτέ αυτοί οι άνθρωποι; Πριν από πόσους αιώνες έζησαν; Πώς τα κατάφεραν και κράτησαν τη ζωή τους τόσο απλόχωρη ώστε να συγκατοικεί το παρόν τους με το παρελθόν και το μέλλον, χωρίς διαγωνισμούς ή διαζεύξεις; Πώς κατόρθωσαν να γλυκάνουν και να χαρούν αισθήματα που σήμερα φαίνονται βαριά και απαξιωμένα, να λυτρώνονται μέσα από την ευθύνη και το καθήκον στον εαυτό τους και στους άλλους, ν’ αγαπούν την Τέχνη και τον τόπο τους, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία; Πώς δεν φοβήθηκαν να είναι γενναιόδωροι, ανοιχτοί, συλλογικοί και ονειροπόλοι; Από τότε που έζησαν οι Κατακουζηνοί και οι φίλοι τους “η θρυλική γενιά του ’30”, οι ζωές των ανθρώπων εδώ στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη μίκρυναν. Μίκρυναν τόσο, που πια δεν χωρούν τίποτα και κανέναν άλλον εκτός από έναν εαυτό, φοβισμένο και έτοιμο να συμβιβαστεί με το χείριστο... Κι ας μην πέρασαν αιώνες από τότε, κι ας περπατάμε δίπλα στα ίχνη τους. Το βιβλίο της Λητώς Κατακουζηνού, δεν είναι ένας τουριστικός οδηγός ξενάγησης σε ένα νεκρό κόσμο. Η ανεπιτήδευτη αφήγηση της Λητώς ζωντανεύει όχι μόνο στιγμές, χρόνια, γεγονότα και πρόσωπα ιστορικά, αλλά κυρίως αξίες και έργα που σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε να φωτίσουν το επόμενο βήμα μας, τα μεγάλα μας όχι και τις μικρές μας καταφάσεις. Στην πραγματικότητα αφηγείται πώς μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων κατέκτησε την αυτοεκτίμησή της μέσα από βουνά δυσκολιών, ταξιδεύοντας στις πιο δύσκολες θάλασσες της Ιστορίας, με όπλα και κίνητρα τη δημιουργικότητα, την αγάπη, την αυθεντικότητα και την ανεκτικότητα. Αυτός ο αγώνας υπήρξε πολλές φορές άνισος, αλλά όσες φορές κερδήθηκε, ήταν γιατί υπήρξε πείσμα και ισχυρή θέληση από τους πρωταγωνιστές του, για μια ζωή που να μην είναι στενή, μικρόψυχη και καθ’ υπόδειξη…».
Π.Σ.