Ήτανε κάποτε ένας βράχος σ’ ένα βουνό. Στη ρίζα του βράχου έτρεχε λίγο νερό, φρέσκο πάντα και δροσερό. Το νερό αυτό το έπαιρνε ένας γεωργός και έπινε ο ίδιος και πότιζε τα ζωντανά του αλλά και τον μπαξέ του.
Ήτανε κάποτε ένας βράχος σ’ ένα βουνό. Στη ρίζα του βράχου έτρεχε λίγο νερό, φρέσκο πάντα και δροσερό. Το νερό αυτό το έπαιρνε ένας γεωργός και έπινε ο ίδιος και πότιζε τα ζωντανά του αλλά και τον μπαξέ του. Το νερό ήταν αρκετό για να περνάει άνετα και καλά, με όλα του τα χρειαζούμενα. Μια μέρα τον επισκέφτηκε ένας γείτονας, πλούσιος γεωκτήμονας και καθώς συζητούσαν είδε τον βράχο με το νερό να σιγανομουρμουρίζει ήρεμο. Ο γεωκτήμονας θαύμασε την ομορφιά μα και αμέσως σκέφτηκε, όπως σκεφτόταν τόσα χρόνια τώρα και έγινε μεγάλος και τρανός. «Φίλε, γείτονα», είπε του γεωργού, «μέσα στο χωράφι σου έχεις ευλογία μεγάλη, βρυσομάνα νερού και αρτεσιανό. Όμως το νερό αυτό είναι λίγο και δε σε αφήνει να μεγαλώσεις τα χωράφια σου, να πάρεις χέρσα γη και να την κάνεις παράδεισο. Πρέπει να βρεις την πηγή του νερού και να το κάνεις να τρέξει περισσότερο.» «Και πώς», ρώτησε ο γεωργός, «θα γίνει αυτό;» Ο γαιοκτήμονας κοίταξε για πολλή ώρα το βράχο αμίλητος και βυθισμένος στις σκέψεις του. «Αυτός ο βράχος φταίει», είπε τελικά. «Αυτός ο βράχος εμποδίζει το νερό να τρέξει άφθονο. Βγάλε, γεωργέ, τον βράχο από εκεί και θα έχεις ποταμό ολόκληρο μέσα στο χωραφάκι σου!» Ο γεωργός, λέει η ιστορία, έδωσε όσα χρήματα είχε για να μετακινήσει τον οχληρό βράχο, να σκάψει έπειτα και να βρει την πηγή του νερού. Μα όταν ο βράχος έφυγε και έγινε κομμάτια, το νερό σταμάτησε να τρέχει. Ο γεωργός έσκαψε βαθιά, χρεώθηκε να φέρει εργάτες, μα το νερό δεν το ξαναβρήκε. Τελικά ήταν ο βράχος που έφερνε το νερό και όχι ο βράχος που το εμπόδιζε να τρέξει.
Έτσι λένε οι παλιοί. Βέβαια οι παλιοί δεν είχαν την τεχνολογία μας. Σήμερα πριν μετακινηθεί ο βράχος θα φέρναμε μηχανικό, γεωλόγο, θα σιγουρευόμασταν πού υπάρχει νερό και έπειτα θα κάναμε μια γεώτρηση σε δεκάδες ή και εκατοντάδες μέτρα, θα βυθίζαμε υποβρύχια μοτέρ στο υδάτινο απόθεμα. Θα παίρναμε το πολύτιμο νερό από τα σωθικά της γης όπου κι αν αυτό αναπαυόταν κρυμμένο.
Πάλι όμως θα χάναμε τον βράχο. Για πολλούς αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα. Ένας βράχος στο χωράφι δεν είναι παρά ένας μεγάλος μπελάς. Στο παιχνίδι της εξουσίας του ανθρώπου πάνω στη φύση, ο βράχος συμβολίζει και ενσαρκώνει το βουβό, άλογο, πεισματάρικο εμπόδιο που μπαίνει μπροστά στις «δουλειές» μας. Ο βράχος, το δέντρο, η λίμνη, το βουνό και σιγά-σιγά οι άλλοι άνθρωποι, όλα, θεωρητικά, μπορούν να «φύγουν από τη μέση» προκειμένου να πετύχουμε τα σχέδιά μας. Η τεχνολογία, πρακτική, επί του προκειμένου πάντα, είναι αυτό ακριβώς: το εργαλείο για να απομακρύνουμε τα εμπόδια.
Όσοι λοιπόν μπορούν να αγοράσουν τεχνολογία έχουν εργαλεία στα χέρια τους. Αυτά τα εργαλεία τα χρησιμοποιούν ανάλογα με την ηθική τους. Αλίμονο σε όσα ή όσους θεωρήσουν εμπόδιο.
Αν υπάρχει κάποιο φωτεινό μέλλον για τον άνθρωπο αυτό σίγουρα περιλαμβάνει ένα χωράφι με ένα τεράστιο βράχο που στη ρίζα του τρέχει ακόμα το νερό. Αυτή πρέπει να είναι η εξωτερική εικόνα, αρμονισμένη με τις αρχαίες επιταγές περί ομορφιάς και μέτρου. Από εκεί και πέρα η τεχνολογία δεν βγαίνει από το παιχνίδι. Κάτω από τον βράχο, με κατάλληλες μελέτες μπορούμε να έχουμε εντοπίσει την πηγή, να την έχουμε διευρύνει και διασφαλίσει από μολύνσεις, να έχουμε όντως βυθίσει υποβρύχια μοτέρ που θα αντλούν αλλά και θα παρακολουθούν τον υδροφόρο ορίζοντα. Όλα αυτά βέβαια απαιτούν μια νοοτροπία πολύ διαφορετική από αυτήν που επικρατεί. Είναι η νοοτροπία του δημιουργού και όχι αυτή του άρπαγα.
(Ευχαριστίες στον π. Ε.Δ. για την αφήγηση).