
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
«Ανάγκη άμεσης επαναλειτουργίας της ακτοπλοϊκής σύνδεσης της Λέσβου και της Λήμνου με την ηπειρωτική Ελλάδα»
Ο Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Παναγιώτης Δουδωνής, κατέθεσε ερώτηση προς τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Βασίλη Κικίλια, επισημαίνοντας την ανάγκη άμεσης επαναλειτουργίας της ακτοπλοϊκής σύνδεσης Λέσβου και Λήμνου με την ηπειρωτική Ελλάδα. Όπως τονίζει, η διακοπή της γραμμής έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη μεταφορά εμπορευμάτων και τοπικών προϊόντων, πλήττοντας την οικονομική και κοινωνική συνοχή των νησιών του Βορείου Αιγαίου. Ο κ. Δουδωνής καλεί το Υπουργείο να λάβει άμεσα μέτρα για την αποκατάσταση της γραμμής, διασφαλίζοντας τη στήριξη των νησιωτών, την επάρκεια αγαθών και την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας.
Στην επιχειρηματολογία του ο κ. Δουδωνής σημειώνει ότι η ακτοπλοϊκή γραμμή που συνδέει τον Πειραιά με τη Χίο, τη Λέσβο και τη Λήμνο αλλά και τη Θεσσαλονίκη μέσω του λιμανιού της Καβάλας αποτελεί βασική συγκοινωνιακή αρτηρία για τα νησιά του Βορείου Αιγαίου, τόσο για την εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού (κατοίκων, φοιτητών, στρατευμένων και επισκεπτών) όσο ιδίως για τη μεταφορά εμπορευμάτων, προμηθειών και τοπικών προϊόντων.
Όσον αφορά τα εμπορεύματα, σημειώνει ότι η συγκεκριμένη γραμμή ενισχύει σημαντικά την οικονομική και κοινωνική συνοχή, στηρίζει την τοπική αγορά και τον τουρισμό, ενώ συμβάλλει καθοριστικά στη διασύνδεση των νησιών με τη Βόρεια Ελλάδα. Όμως, η πρόσφατη διακοπή του δρομολογίου έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στις μετακινήσεις των εμπορευμάτων, την επάρκεια αγαθών και την οικονομική δραστηριότητα των νησιών. Η έλλειψη αξιόπιστης σύνδεσης αυξάνει το κόστος μεταφοράς εμπορευμάτων και δυσχεραίνει τις εξαγωγές τοπικών προϊόντων, πλήττοντας παραγωγούς, επιχειρηματίες και τους ίδιους τους κατοίκους.
«Η διατήρηση και ενίσχυση αυτής της γραμμής είναι απαραίτητη για την προστασία της νησιωτικότητας και την αποτροπή περαιτέρω απομόνωσης των νησιών του Βορείου Αιγαίου» καταλήγει ο βουλευτής επικρατείας θέτοντας τρία βασικά ερωτήματα: