Η χώρα μας είναι πολύ λιγότερο ομοιογενής απ’ ό,τι παρουσιάζεται συνήθως, έστω και αν το σύνολο σχεδόν των μελών των μειονοτήτων αισθάνονται Έλληνες πολίτες και ταυτίζουν τη μοίρα τους με εκείνη της Ελλάδας!
Η χώρα μας είναι πολύ λιγότερο ομοιογενής απ’ ό,τι παρουσιάζεται συνήθως, έστω και αν το σύνολο σχεδόν των μελών των μειονοτήτων αισθάνονται Έλληνες πολίτες και ταυτίζουν τη μοίρα τους με εκείνη της Ελλάδας! Είναι θλιβερό να διαπιστώσει κανείς ότι ο πολιτισμικός αυτός πλούτος δεν μπόρεσε να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του νεοελληνικού μας πολιτισμού. Αντίθετα, η σταθερή πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στα ιδιαίτερα αυτά πολιτιστικά στοιχεία είναι είτε να τα εξαφανίσει, είτε να τα ιδιοποιηθεί, παρουσιάζοντάς τα ως ελληνικά. Άλλη θλιβερή διαπίστωση είναι το γεγονός ότι όλες οι μειονότητες αυτές, επί Τουρκοκρατίας, είχαν, τουλάχιστον σε πολιτιστικό επίπεδο, μεγαλύτερη ελευθερία απ’ ό,τι έχουν τώρα!!!
Σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο παρατηρούμε ότι οι περισσότερες μειονότητες ζούσαν σε οικονομικά καθυστερημένες περιοχές, με προκαπιταλιστικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης και ότι το ελληνικό κράτος, ακολουθώντας μια κοντόφθαλμη πολιτική με εθνικιστικά και μόνο κριτήρια, στάθηκε ανίκανο να ενσωματώσει τις ομάδες αυτές λειτουργικά στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας...
Όλες οι μειονότητες δε βρίσκονται στην ίδια θέση. Αρμένιοι, Εβραίοι, Βλάχοι και Αρβανίτες βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση για ιστορικούς λόγους, ενώ Σλαβομακεδόνες, Τούρκοι, Πομάκοι και Τσιγγάνοι υφίστανται τη μεγαλύτερη καταπίεση. Είναι πλέον σαφές ότι η λήψη άμεσων μέτρων είναι επιτακτικό καθήκον. Υποτίθεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα θέσπιζε σχετική νομοθεσία με δεσμευτική ισχύ, και η Ελλάδα θα ήταν υποχρεωμένη να λάβει κάποια μέτρα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να αφορούν σ’ όλες τις μειονότητες (εκτός από τους Τσιγγάνους, για τους οποίους θεσπίζεται ειδική κοινοτική νομοθεσία), γιατί όλες αποτελούν «εθνότητα» σύμφωνα με τον ορισμό του Σχεδίου Χάρτη των εθνικών μειονοτήτων. Σύμφωνα με το κείμενο αυτό, «εθνότητα είναι το σύνολο των πολιτών κράτους-μέλους που είναι από πολλές γενεές εγκατεστημένοι στην επικράτεια, εμφανίζουν κοινά εθνικά, θρησκευτικά ή και γλωσσικά χαρακτηριστικά, έχουν ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα και αποτελούν μειονότητα σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της χώρας».
Σε πολιτιστικό επίπεδο θα πρέπει να αρθούν αμέσως όλες οι διακρίσεις σε βάρος των μειονοτήτων και ιδιαίτερα να προωθηθεί η διδασκαλία της μειονοτικής γλώσσας, αν και η εθνική παιδεία μας έχει τα μαύρα χάλια της. Το επιχείρημα ότι πρόκειται για «ανύπαρκτες γλώσσες», στερείται κάθε σοβαρότητας. Όλες οι μειονοτικές γλώσσες (πλην ίσως της πομακικής) έχουν γραπτή παράδοση, και είναι μόνο η πολιτική του ελληνικού κράτους που τις έχει καταντήσει σε προφορικές. Εξάλλου, και η προφορική ακόμα γλώσσα είναι «υπαρκτή», αλλιώς τι θα λέγαμε για τους ραψωδούς, για τα ομηρικά έπη, για τα κλέφτικα τραγούδια...; Το επιχείρημα ότι η διδασκαλία της μειονοτικής γλώσσας ευνοεί τις… εδαφικές διεκδικήσεις ξένων κρατών, είναι εξίσου αστήρικτο. Στην Ευρώπη υπάρχουν πολλά κράτη, όπου η ίδια γλώσσα ομιλείται και στις δύο πλευρές των συνόρων, χωρίς να υπάρχει τέτοιο πρόβλημα. Δυστυχώς, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν καταλάβει ότι οι διακρίσεις εις βάρος των μειονοτήτων ευνοούν τις «ξένες προπαγάνδες»!
Θα ήταν όμως λάθος να εγκλωβιστούν οι μειονότητες στη στενή ιδιαιτερότητά τους. Κανένας πληθυσμός δεν επωφελείται από την απομόνωσή του. Οι μειονότητες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αισθάνονται διαφορετικοί, να αποκτήσουν συνείδηση της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους και να τη ζήσουν, αλλά από κει και πέρα θα πρέπει να σταθούν στα πόδια τους και να ενσωματωθούν στο κοινωνικό σύνολο ως ισότιμοι πια πολίτες. Απ’ αυτή την άποψη, η προβληματική παρουσιάζει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά με τη χειραφέτηση των γυναικών. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο είναι ίσως ακόμα σημαντικότερο να ληφθούν κοινωνικά μέτρα για την ανάπτυξη των μειονοτικών περιοχών, πράγμα που θα ωφελήσει και τους Έλληνες που ζουν εκεί, και για την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην απασχόληση και στην πολιτική αντιπροσώπευση…
Είναι όμως αμφίβολο αν η Ευρώπη του 2010 θα αποτελέσει το κατάλληλο πλαίσιο για μια τέτοια πολιτική. Η πολιτική της Ε.Ε. είναι αντιφατική: αφενός λαμβάνονται κάποια μέτρα για την ανάπτυξη των καθυστερημένων περιοχών και την υπεράσπιση των μειονοτήτων, δηλαδή ενθαρρύνεται η μικρή κλίμακα· από την άλλη, η πολιτική της «κατάργησης των συνόρων» έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση κεφαλαίων και τη γιγάντωση των μεγάλων επιχειρήσεων σε βάρος των μικρών, την πολιτισμική υπεροχή των ισχυρών! Φαίνεται, λοιπόν, μέσα από το μειονοτικό λάκκο των λεόντων, ότι μόνο μια… ουτοπική «Ευρώπη των λαών», με τη δημοκρατική συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων, θα είναι σε θέση να προωθήσει μια τέτοια πολιτική…
…ο Δανιήλ.