Χρειάστηκε να ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, για να δει όλος ο κόσμος καθαρά το ρόλο που παίξανε οι Τράπεζες στη δημιουργία των συνθηκών που την εκκόλαψαν, αλλά και γενικότερα αυτόν που παίζουν στην οικονομική ζωή κάθε χώρας αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.
Χρειάστηκε να ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, για να δει όλος ο κόσμος καθαρά το ρόλο που παίξανε οι Τράπεζες στη δημιουργία των συνθηκών που την εκκόλαψαν, αλλά και γενικότερα αυτόν που παίζουν στην οικονομική ζωή κάθε χώρας αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.
Βέβαια πολλά ξύπνια και διορατικά μυαλά τον είχαν δει καθαρά πριν από πολλά χρόνια. Ο Μπέρναρντ Σω ή ο Τριστάν Μπερνάρ (δε θυμάμαι καλά, κάποιος Μπερνάρ, εν πάση περιπτώσει), είχε πει το περίφημο:
«Η ληστεία μιας Τράπεζας είναι εγκληματική πράξη. Πολύ μεγαλύτερο όμως έγκλημα είναι η ίδρυση και λειτουργία μιας Τράπεζας».
Ένας άλλος πάλι, που μου διαφεύγει επίσης το όνομά του, είχε πει πως «Τράπεζα είναι ένας οργανισμός που σου δανείζει μιαν ομπρέλα όταν ο καιρός είναι καλός και σου την παίρνει πίσω μόλις αρχίσει να βρέχει».
Την ορθότητα αυτού του ορισμού τη βλέπουμε στις μέρες μας. Όσο η οικονομία πήγαινε καλά, οι Τράπεζες σε παρακαλούσαν σχεδόν να πάρεις δάνειο. Τώρα, παρά τις ενέσεις δισεκατομμυρίων που πήρανε, τα δάνεια τα δίνουν με το σταγονόμετρο.
Το πρόβλημα με τις Τράπεζες είναι πως έχουν ξεπεράσει τα όρια. Ο τρόπος που λειτουργούν, βλάπτει σοβαρά την οικονομία και την κοινωνία. Από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προορισμένα να διευκολύνουν τις συναλλαγές, έγιναν ανεξέλεγκτοι ρυθμιστές της οικονομίας. Από υπηρέτες της κοινωνίας, έγιναν αφεντικά της.
Το έχω ξαναγράψει αλλά δε βλάπτει να το πω και πάλι. Άλλοτε ο πλούτος παραγόταν από τον συνδυασμό εργασίας και κεφαλαίου. Βάζανε οι κεφαλαιούχοι τα λεφτά τους, βάζανε οι εργαζόμενοι τη δουλειά τους. Βέβαια η συνεργασία ήταν λεόντειος και σε βάρος των εργαζομένων, αφού οι εργοδότες παίρνανε την παραγόμενη υπεραξία, αλλά πάντως από τον συνδυασμό αυτόν παράγονταν χρήσιμα προϊόντα (μηχανήματα, εργαλεία, ρούχα, τρόφιμα), λειτουργούσε το εμπόριο και οι μεταφορές. Το κέντρο της οικονομίας ήταν το εργοστάσιο, το χωράφι, το εμπορικό κατάστημα, το μεταφορικό μέσο.
Σήμερα ο πολύ μεγάλος πλούτος παράγεται με μεταφορά κεφαλαίων από χώρα σε χώρα, με χρηματιστηριακά κόλπα και απάτες, με ξέπλυμα του «μαύρου χρήματος» και σ’ αυτό το αλισβερίσι, οι Τράπεζες παίζουν τον κύριο ρόλο. Το κέντρο της οικονομίας έγιναν οι Τράπεζες, που δεν παράγουν χρήσιμα αλλά τοξικά προϊόντα. Μπροστά στην αύξηση με κάθε μέσον των κερδών τους, δεν ορρωδούν προ ουδενός, όπως θα έλεγαν και οι αρχαίοι ημών…
Οι αμερικάνικες τράπεζες, με την πολιτική του «μεγάλου ρίσκου» στα στεγαστικά δάνεια, που εγκαινίασαν, βάλανε τα θεμέλια της οικονομικής κρίσης. Και όταν ο Ομπάμα τούς έδωσε κάμποσα δισεκατομμύρια για ενίσχυση, οι τραπεζίτες και τα ανώτατα στελέχη τσέπωσαν το μεγαλύτερο μέρος της ενίσχυσης, πράγμα που προκάλεσε την οργή του.
Οι ελληνικές τράπεζες δεν πάνε παρακάτω. Εκτός του ότι κρατάνε τα επιτόκια σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από τις ευρωπαϊκές, δείχνουν τέτοια απληστία και αναλγησία, που προκαλούν το δημόσιο αίσθημα.
Ποιος δε θυμάται, στον τόπο μας, την τραγωδία του μικρού εκείνου παιδιού, που πέθανε γιατί η αναλγησία της Τράπεζας εμπόδισε (παρανόμως δε) την έγκαιρη εκταμίευση του ποσού που είχε συγκεντρωθεί με έρανο για τη σωτηρία του.
Και βέβαια τα κόμματα εξουσίας (τρομάρα τους) ούτε κουβέντα δεν κάνουν για τη φορολόγηση των υπέρογκων κερδών, που παρουσιάζουν οι Τράπεζες στους ισολογισμούς τους. Μπορεί να σφίγγουν τα λουριά στις αυξήσεις των μισθών, μπορεί να καθηλώνουν τις συντάξεις, αλλά κανείς ούτε τώρα (επί Νέας Δημοκρατίας) ούτε πριν (επί ΠΑΣΟΚ) διανοήθηκε ποτέ να φορολογήσει τις Τράπεζες. Αντίθετα κάνουν ό,τι μπορούν, για να αποκρατικοποιήσουν όσες κρατικές Τράπεζες απόμειναν. Να τις κάνουν δηλαδή πιο ασύδοτες και πιο ανεξέλεγκτες.
Οι αδιάλλακτοι Γιακωβίνοι είχαν σαν σύνθημα: «Να πνίξουμε τον τελευταίο βασιλιά με τα άντερα του τελευταίου Πάπα». Εμένα δε μ’ αρέσουν κάτι τέτοια άγρια και βάρβαρα πράματα. Θα πρότεινα κάτι πιο πολιτισμένο και ενδεχομένως πιο εφικτό: «Να χώσουμε στη φυλακή τον τελευταίο τραπεζίτη, με τις επιβαρυντικές μαρτυρίες του τελευταίου εργοστασιάρχη»
Και, να μου το θυμάστε, κατά κει πάμε.
*O Δημήτρης Σαραντάκος γεννήθηκε στη Mυτιλήνη, σπούδασε χημικός μηχανικός και μετά τη συνταξιοδότησή του εκδίδει το σατιρικό περιοδικό «το Φιστίκι» και κάνει τον συγγραφέα. Το τελευταίο (δέκατο στη σειρά) βιβλίο του «Μαθητές και δάσκαλοι» -Μυτιλήνη 2008 - κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "το Φιστίκι".