
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου « Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως πλαστουργός ιστορίας. Ο άνθρωπος, ο θρύλος, το πολιτικό αποτύπωμα» συνειδητοποιείς γιατί δεν μπορεί να «αγιάσει» κανένας πολιτικός ηγέτης, ακόμα και εάν είναι ο Περικλής του «Χρυσού αιώνα» της αρχαίας Αθήνας ή ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο δημιουργός της «Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών»∙ η απάντηση είναι απλούστατη: διότι και οι πολιτικοί ηγέτες είναι άνθρωποι, περιστοιχίζονται από ανθρώπους-συνεργάτες και διοικούν ανθρώπους ∙δεν είναι υπεράνθρωποι ούτε παντοδύναμοι∙ και ως άνθρωποι που διαθέτουν, βεβαίως, εξαιρετικά ψυχοπνευματικά προσόντα, καλούνται να ελέγξουντο θυμικό τους με την δύναμη της λογικής και, εν ονόματι του λαού, να αντιμετωπίσουν, πολλές φορές, κινδύνους και εχθρικές δυνάμεις, ενίοτε, σε πολλαπλά μέτωπα και υπό αντίξοες συνθήκες.
Στην πολιτική αυτοί που αναλαμβάνουν πολιτικές ευθύνες- ως συμπολίτευση ή και ως αντιπολίτευση- δεν έχουν να πολεμήσουν-όπως συμβαίνει στις Θρησκείες, όπου έχουν ανακηρυχθεί άγιοι και οι … «Πάντες»-στο ησυχαστήριο της « σκήτης» τους «πειρασμούς» του «Σατανά» ∙οι πολιτικοί ηγέτες που αναλαμβάνουν να διαχειριστούν τα καυτά και εν εξελίξει, γεγονότα της συγκυρίας, «τα έμφορτα σε σημαντικές ιστορικές συνέπειες» και να αποφασίσουν με ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ για ζητήματα που αφορούν στη ζωή ανθρώπων και την τύχη της χώρας, βρίσκονται μέσα στο καμίνι των εξελισσόμενων γεγονότων και των, «εδώ και τώρα», κρίσιμων αποφάσεων, όπου δοκιμάζονται και τα πιο σκληρά μέταλλα, και πρέπει να αντιμετωπίσουν πολλούς «Δαίμονες», συγχρόνως: να υπερβούν φοβίες, ιδεολογικές αγκυλώσεις, κομματικά ή προσωπικά συμφέροντα, εγωισμούς και προκαταλήψεις, συμπάθειες και αντιπάθειες και να περιορίσουν ή να υποτάξουν τα αρεστά και επιθυμητά στα λογικώς αναγκαία που επιβάλουν οι συνθήκες της συγκυρίας και τα οποία, τελικά, έστω και μακροπρόθεσμα, θα εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των πολιτών και της χώρας. Και επειδή, ακόμα και ο πιο έμπειρος καπετάνιος ή πιλότος, όταν βρεθεί σε συνθήκες σφοδρής «θεομηνίας», μπορεί να χάσει τον έλεγχο του σκάφους, έτσι και ο πολιτικός ηγέτης, όταν βρεθεί σε συνθήκες εσωτερικής ή διεθνούς κρίσης, μπορεί να χάσει τον έλεγχο της λογικής∙ να χάσει την αυτοπειθαρχία του και να αντιδράσει αντιδεοντολογικά, να παρασυρθεί από το θυμικό του, να παρουσιάσει αντιφάσεις και αδυναμίες, να σφάλει στην εκτίμηση των αντικειμενικών δυσκολιών και των δυνατοτήτων που διαθέτει.
Και όπως λέγει ο συγγραφέας Θ. Διαμαντόπουλος «ουδείς μελετητής της Ιστορίας και ουδείς ¨προπονητής του καναπέ ή του γραφείο¨ είναι ποτέ εφικτό να μπει απόλυτα στα παπούτσια των πρωταγωνιστών και δημιουργών Ιστορίας».
Και έτσι εξηγείται ότι πολλοί μεγάλοι ηγέτες που κλήθηκαν να πάρουν δύσκολες και κρίσιμες αποφάσεις, οι οποίες πολλές φορές ήρθαν σε αντίθεση με ιδεοληψίες και στερεότυπα, που έθιξαν συμφέροντα ή επέβαλαν στερήσεις και θυσίες στον λαό, προκειμένου να επιτευχθούν μεγάλης σημασίας εθνικοί στόχοι∙ ή έκαναν τους αναγκαίους συμβιβασμούς, προκειμένου να αντιμετωπισθούν επικίνδυνες καταστάσεις, να αποτραπούν εθνικές περιπέτειες και να διασφαλιστούν τα μακροπρόθεσμα, έστω, συμφέροντα του λαού και της χώρας, άκουσαν στον πολιτικό τους βίο και τα «ωσαννά» και τα « άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν», και από άλλους λατρεύτηκαν ως «θεοί επίγειοι» και αντίθετα από άλλους μισήθηκαν ως «ένσαρκοι Εωσφόροι».
Και οι πολιτικοί ηγέτες στην Ιστορία του νεοελληνικού κράτους που υπήρξαν «πρωταγωνιστές και δημιουργοί Ιστορίας», ακόμα και αυτοί στους οποίους αποδόθηκε ο τίτλος του «Εθνάρχη», όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν ξέφυγαν από την ανθρώπινη φύση τους, από τις αδυναμίες και τα πάθη, κατά την άσκηση της πολιτικής∙ δεν υπήρξαν υπεράνθρωποι και παντοδύναμοι, δεν μπόρεσαν, σε κάθε περίπτωση, να ελέγξουν απόλυτα το «θυμικό» τους, προκειμένου να αντιμετωπίσουν σύνθετα και δυσεπίλυτα προβλήματα και κρίσεις των οποίων, πολλές φορές, τα αίτιά τους ανάγονταν στο διεθνές περιβάλλον. Και γι΄ αυτό, από ένα μέρος του λαού κρίθηκαν αντάξιοι της πατρίδας και δοξολογήθηκαν και από άλλους εισέπραξαν το «ανάθεμα»!
Η τελευταία κυβέρνηση Βενιζέλου, το 1928-30 δεν άντεξε το βάρος της διεθνούς οικονομικής κρίσης, του 1929, και αναγκάσθηκε να παραιτηθεί, μετά την αγανάκτηση και την λαϊκή αντίδραση που προκάλεσαν τα επώδυνα και «αντιλαϊκά» κυβερνητικά μέτρα.
Και όταν το αντίπαλο «Λαϊκό Κόμμα», υπό τον Παναγή Τσαλδάρη, ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο πρωταγωνιστής της επικής προέλασης του ελληνισμού και ο δημιουργός της «Μεγάλης Ελλάδας» και ο- μέχρι τότε- στυλοβάτης του δημοκρατικού πολιτεύματος υπέκυψε στην …«ηφαιστειώδη ιδιοσυγκρασία του» (κατά τον Ιστορικό Γρηγόρη Δαφνή) ή μάλλον υπέκυψε στην «εγωπάθειά» του (από την οποία πάσχουν οι «Μεγάλοι» της Ιστορίας) και ενέκρινε (εάν δεν υποκίνησε) το «άφρον στρατιωτικό κίνημα του 1935, που αιματοκύλησε τη χώρα, οδηγώντας την στα πρόθυρα ενός εμφυλίου πολέμου»( κατά τον Ιστορικό Θ. Διαμαντόπουλο) και με το οποίο κίνημα δόθηκε η χαριστική βολή για την κατάργηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, της «Αβασίλευτης Δημοκρατίας» και την επιβολή στην Ελλάδα της «Βασιλευόμενης Δημοκρατίας» ή της «βασιλευόμενης δικτατορίας»!
Και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως πολιτικός επίγονος του αρχηγού του «Λαϊκού Κόμματος» και των «Βασιλοφρόνων» Παναγή Τσαλδάρη και ως εκλεκτός της βασιλικής Αυλής διάδοχος του Αλέξανδρου Παπάγου, αρχηγού του «Εθνικού Συναγερμού» και ως ιδρυτής της ΕΡΕ, το 1955- με την θέλησή του ή παρά την θέλησή του- αποδέχτηκε και εφάρμοσε πιστά την πολιτική που «εντέλλετο το StateDepartment,μέσω του ελληνικού Ανακτοβουλίου»: σε αντίθεση με τα μέτρα της «εθνικής συμφιλίωσης», της ειρήνευσης και της καταλαγής των εμφύλιων παθών της Κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα, του 1950-52, συνέχισε την πολιτική των «κοινωνικών φρονημάτων» και τις διώξεις των- εθνικώς- «αντιφρονούντων», ανέχθηκε τον έλεγχο του στρατού κα των Σωμάτων Ασφαλείας από τους Παλατιανούς, καθώς και την στελέχωση της ΚΥΠ από «παρακρατικούς», στελέχη του πρώην ΙΔΕΑ και τον κατοπινό πραξικοπηματία-δικτάτορα Παπαδόπουλο∙ και εν γνώσει του ή «εν αγνοία» του την εφαρμογή του σχεδίου «Περικλής» για την διεξαγωγή -υπό καθεστώς βίας και νοθείας- των εκλογών του 1961!
Για να αντιληφθεί, πολύ αργά πλέον, μετά την δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη, στις 22 Μαΐου 1963 ( και να αναρωτηθεί «ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο») ότι με την ανοχή του- και με δική του ευθύνη- εκκολάπτονταν στο σύστημα εξουσίας που επέβαλε το Παλάτι το « αυγό του φιδιού», το «παρακράτος» που δολοφόνησε τον Λαμπράκη, που στη συνέχεια κατάργησε την εκλεγμένη με το ιστορικό 53% κυβέρνηση της «Ένωσης Κέντρου» και εξευτέλισε με την «αποστασία» ό,τι είχε απομείνει από τους δημοκρατικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς, για να επιβληθεί, στη συνέχεια, η πιο γελοία και, συγχρόνως μαύρη, φονική και ολέθρια για τη χώρα Δικτατορία των Συνταγματαρχών( αντί της κυοφορούμενη παλατιανής δικτατορίας των Στρατηγών»)!
Και, τελικά, η «Θεά Τύχη», που λάτρευαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, ευνόησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που κλήθηκε, τον Ιούλιο του 1974, να αναδείξει τα ηγετικά του προσόντα, τα οποία, όντως, διέθετε και να εφαρμόσει τα όσα έμαθε από τα παθήματά του κατά την θητεία του στην Αυλή των «Φρειδερίκων», καθώς και τα όσα διδάχτηκε, ως αυτοεξόριστος στην «Πόλη των Φώτων», υπό την σκέπη της Γαλλικής Δημοκρατίας, ώστε να επιτύχει, με αριστοτεχνικό τρόπο, την αναίμακτη και ομαλή μετάβαση από το επικίνδυνο χάος που άφησε με την κατάρρευσή της η Δικτατορία στην πλήρη Δημοκρατία, με την διενέργεια του μοναδικού, στην νεοελληνική Ιστορία, γνήσιου δημοψηφίσματος, με το οποίο καθιερώθηκε η Προεδρευόμενη Δημοκρατία στην Ελλάδα!
Η Ιστορία (η οποία κρίνει τα έργα και αξιολογεί τους πολιτικούς ηγέτες, «εν ψυχρώ», χωρίς την περιστασιακή συναισθηματική φόρτιση και χωρίς την μικροπολιτική των προσωπικών ή κομματικών συμφερόντων) κρίνοντας συνολικά το έργο και την προσφορά στην πατρίδα και τον λαό των δυο ηγετών, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τους κατέταξε, επαξίως και δικαίως, ανάμεσα στους Μεγάλους πολιτικούς ηγέτες του Νεοελληνικού κράτους.