
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας Δημήτρης Αλεξάνδρου, ένας «Οδυσσέας των καιρών μας», όπως τον αποκαλούν, ο οποίος, όπως ο Ομηρικός Οδυσσέας στην Οδύσσειά του «πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω», ταξιδεύοντας κι αυτός στα πέρατα της γης και ψάχνοντας ξεχασμένους Έλληνες, γνώρισε τους «Γρεκάνους» της ΜΑΓΚΝΑ ΓΚΡΕΤΣΙΑ, τους Βοιτυλιώτες Έλληνες της Κορσικής, τους Χρυσοπλόους Έλληνες του Δούναβη, τους Πομπλαδόρες Γριέγος, Έλληνες της Ισπανίας, τους Χαμεντιανούς ελληνόφωνους Συροκρήτες της Συρίας, τους «Κάλας» των Ιμαλαΐων, τους απόγονους των Μακεδόνων του Μ.Αλεξάνδρου.
Και σε μια επικοινωνία που είχαμε, πριν από κάποια χρόνια, όπου μου ζητούσε κάποιες πληροφορίες για το νησί της Λέσβου, μου μίλησε και για την ύπαρξη μιας «Μυτιλήνης» στην Τυνησία, της ΕΛ ΜΕΤΛΙΝ, που κατοικείται από Μυτιληνιούς, απόγονους από τα τσούρμα (ναυτικά πληρώματα) του τρομερού αρχιπειρατή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα ( από την Γέρα) και κατοπινού ΚαπουντάνΠασά (Αρχιναυάρχου) των Οθωμανών.

«Η Μετλίν είναι μια μικρή κωμόπολη στη βόρεια Τυνησία, σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από την Τύνιδα, την πρωτεύουσα της Τυνησίας. Σήμερα, η ελληνική παροικία στην Τυνησία, που στις αρχές του 20ου αιώνα αριθμούσε 60.000 άτομα, κυρίως επιχειρηματίες, εμπόρους και σπογγαλιείς, έχει συρρικνωθεί σε περίπου 40 άτομα. Εκτός από τον ορθόδοξο ναό του Αγίου Γεωργίου στην Τύνιδα, όπου κυματίζει η ελληνική σημαία, και τις δυο ελληνορθόδοξες εκκλησίες στη Σφαξ και στη Τζέμπρα, η Ελ Μετλίν, η Μυτιλήνη της Τυνησίας, είναι αυτή που μας θυμίζει την ελληνική παρουσία με το γαλανόλευκο χρώμα να κυριαρχεί παντού: γαλανόλευκα σπίτια, γαλανόλευκες τέντες, ως και τα πεζοδρόμια έχουν βάψει γαλανόλευκα. Γαλανόλευκα τα ντέφια στα γλέντια, γαλανόλευκοι και οι τοίχοι στο εσωτερικό των σπιτιών.
Στα σπίτια της Μετλίν σε δέχονται με χαρά αλλιώτικη. Άμα σε νιώσουν δικό τους, αρχίζουν να βγάζουν θαρρείς από το μπαούλο και να σου λένε τις ιστορίες των παππούδων τους, πως οι ντόπιοι τους λένε «Γκρεκίγια», δηλαδή Έλληνες, κάποιοι λένε πως «ήρθαν με τους Τούρκους», κάποιοι σου μιλούν για την ιστορία κάποιας πατρίδας «σε ένα νησί κάπου βόρεια». Είναι η ώρα που οι γυναίκες μιλούν χαμηλόφωνα για τα «χαΐρια» της γειτόνισσας και στρίβουν μακαρονάκι, «Μακαρόνα», όπως το λένε, εδώ στη Μετλίν. Και το επίνειό τους το λένε «Σκάλα»!»
( 24 GRAMMATA. Αλλοδαποί Ελληνόφωνοι. Αφιέρωμα στον πολιτισμό της Τυνησίας 20/10/2013)
Περισσότερες και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον ελληνισμό της Τυνησίας, την ονομασία της Ελ Μετλίν και για τους καταγόμενους από τη Λέσβο (Γεραγώτες) αδελφούς Μπαρμπαρόσα παρουσιάζει ο συγγραφέας και πρόεδρος της Πολιτιστικής Εταιρείας «Μακεδνός» Δημήτρης Αλεξάνδρου στο βιβλίο του «Γκρεκίγια: Οι Έλληνες της Τυνησίας». (Εκδόσεις Ερωδιός 2006)

Ο Δ. Αλεξάνδρου αναφέρει ότι βρήκε στη Μυτιλήνη τον Γεώργιο Ρούγγο, που πιθανολογείται ότι είναι απόγονος των Μπαρμπαρόσα, μέσα από την αφήγηση του οποίου προκύπτουν άγνωστα στοιχεία για τους Μπαρμπαρόσα, τους τρομερούς αρχιπειρατές της Μεσογείου.
Οι Αρούτζ και Χαϊρετίν Μπαρμπαρόσα είχαν γεννηθεί στη Μυτιλήνη και ήταν Έλληνες. Στις ελληνικές ρίζες των αδελφών Μπαρμπαρόσα αναφέρονται, τόσο η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια «Βικιπαίδεια», όσο και ο Γεώργιος Λεονάρδος στο ιστορικό μυθιστόρημά του με τίτλο «Μπαρμπαρόσα ο Πειρατής», αλλά και ο Μυτιληνιός συγγραφέας-μελετητής Θέμης Καραβασίλης στο βιβλίο του «Παλαιόκηπος».
Οι αδελφοί Μπαρμπαρόσα, που πήραν αυτό το όνομα από τα κοκκινωπά τους γένια, σύμφωνα με μία εκδοχή ήταν παιδιά ενός σπαχή, ονόματι Γιακούπ, και μιας χριστιανής Ελληνίδας από τη Λέσβο, η οποία ονομαζόταν Κατερίνα. Αρκετοί είναι όμως οι ιστορικοί που θεωρούν πιθανόν να ήταν και ο πατέρας τους εξισλαμισμένος Έλληνας. Σύμφωνα με τουρκικές πηγές οι αδελφοί Μπαρμπαρόσα ήταν τέσσερις ο Ισχάκ, ο Αρούτζ, ο Χιζρ (ο διασημότερος από όλους ο οποίος μετονομάστηκε αργότερα Χαϊρεντίν) και ο Ιλιάς. Ο Αρούτζ αρχικά έκανε εμπόριο στην Αίγυπτο, την Τρίπολη και τη Δαμασκό, ο Χιζρ και ο Ιλιάς έκαναν εμπόριο στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο Ισχάκ έμεινε στη Μυτιλήνη. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές οι Χιζρ και Ιλιάς δέχτηκαν επίθεση πειρατών όταν περνούσαν από τη Ρόδο και ο Ιλιάς έχασε τη ζωή του. Ο Χιζρ αιχμαλωτίστηκε, αλλά σύντομα κατάφερε να ξεφύγει και αποφάσισε να γίνει πειρατής. Ο Δημήτρης Αλεξάνδρου αναφέρει στο βιβλίο του ότι ο Αρούτζ, σε νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο πλήρωμα μιας πειρατικής γαλέρας η οποία όμως έπεσε στα χέρια των Ιωαννιτών Ιπποτών της Ρόδου με αποτέλεσμα να αιχμαλωτιστεί. Τον αγόρασε όμως ένας Αιγύπτιος εμίρης για να τον κάνει κυβερνήτη σε δικό του πειρατικό και έτσι βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια, όπου κάλεσε κοντά του και τον μικρότερο αδελφό του, τονΧιζρ, ο οποίος κατάφερε από κουρσάρος των ακτών της Μπαρμπαριάς να γίνει, στη συνέχεια, ο τιμημένος αρχιναύαρχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα ο οποίος είναι και ο πιο γνωστός γεννήθηκε κατ΄ άλλους το 1473 και κατ΄ άλλους το 1478 και πέθανε στις 5 Ιουλίου το 1546 στην Κωνσταντινούπολη. Ο τάφος του βρίσκεται στο Μπεσικτάς της Κωνσταντινούπολης. Μάλιστα ο Δήμος Φάτιχ της Κωνσταντινούπολης διοργάνωσε εκδήλωση μνήμης για τη 460η επέτειο του θανάτου του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα.
Στην καταγωγή των Μπαρμπαρόσα αναφέρεται και ο καταγόμενος από τον Παλαιόκηπο της Μυτιλήνης Γεώργιος Ρούγγος, ο οποίος φαίνεται ότι είναι απόγονός τους. Σε συνέντευξη που έδωσε ο Γ. Ρούγγος στον Δ. Αλεξάνδρου λέει: «Το ότι κατάγονται από τη Λέσβο οι Μπαρμπαρόσα δεν το αμφισβητεί κανένας», επισημαίνει παραθέτοντας την εκδοχή του Γεώργιου Λεονάρδου, σύμφωνα με την οποία η καταγωγή των Μπαρμπαρόσα ήταν ελληνική από την περιοχή Κιρχανάς του χωριού Παλαιόκηπος, αλλά και την εκδοχή του Θέμη Καραβασίλη, οποίος συμφωνεί ότι η καταγωγή τους ήταν ελληνική και ότι γεννήθηκαν στον Παλαιόκηπο. Ο Ρούγγος όταν αναφέρεται στους αδελφούς Μπαρμπαρόσα χρησιμοποιεί το ελληνικό όνομα Άρης για το Αρούτζ ή Χορούτζ και το όνομα Χρίστος για το Χιζρ (Χαϊρεντίν)∙ αναφέρει, μάλιστα, και ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Θέμη Καραβασίλη «Παλαιόκηπος» σύμφωνα με το οποίο: «Λέγεται ότι πατέρας του Βαρβαρόσα ήταν ο Γιακούμπ, ο οποίος ήταν εξισλαμισμένος από τον Παλαιόκηπο και με τη γυναίκα του δούλευαν μαζί στο τσανακλίδικο (αγγειοπλαστείο) στη θέση που μέχρι σήμερα είναι γνωστή με την τουρκική ονομασία «Κιρχανάς». Το γιο του Γιακούμπ, σε ηλικία δύο χρόνων, ενώ έπαιζε κοντά στη βρύση του αγγειοπλαστείου, μαζί με ένα άλλο αγόρι, άρπαξαν πειρατές και τα πούλησαν σε μια πλούσια οικογένεια που τα μεγάλωσε σαν αδέλφια. Αυτοί οι δύο έγιναν περιβόητοι πειρατές». Ο Γ.Ρούγγος παραθέτει και πληροφορίες από ένα ανέκδοτο χειρόγραφο ενός δασκάλου, ονόματι Παναγιώτη Λημναίου, οι οποίες προέρχονται από κάποια φήμη που μεταδίδονταν από τους γεροντότερους. «Ο γράφων ενθυμείται καλώς τον αείμνηστον Ευστράτιον Βάρκαν (εκ Μεσαγρού) χρηματίσαντα δήμαρχον Γέρας, να διηγείται ότι οι Τούρκοι ιστορικοί ήλθαν ενταύθα ίνα προβώσιν εις έρευναν και διαπιστώσουν χαρακτηριστικά επί των επιγενομένων ανάλογα με τα του Βαραβαρόσα, και εύρουν τοιαύτα επί μελών μιας οικογενείας διακεκριμένων επί ευρωστία και το αγέρωχον της μορφής του. Φημολογείται ότι η οικογένεια με χαρακτηριστικά παρόμοια με εκείνα που σημειώνονται στην παρακάτω μαρτυρία είναι η Παλαιοκηπιανή οικογένεια των Ρούγγων».
Ο Γ.Ρούγγος καταθέτοντας την προσωπική του εκτίμηση για την καταγωγή του αναφέρει ότι το όνομα Ρούγγος μπορεί να προέρχεται από την εκ παραδρομής λανθασμένη γραφή του Ρούσσος, που σημαίνει κοκκινωπός, και ότι αρκετοί στο σόι του είχαν μεγάλη σωματική δύναμη και ότι τα γένια σε κάποια άτομα της οικογένειας ήταν κοκκινωπά. «Όλα αυτά βέβαια είναι εικασίες, ενδείξεις. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη, πράγμα που δεν είναι εύκολο σε τέτοιου είδους ζητήματα», προσθέτει ο Γ. Ρούγγος.
Από τη Μυτιλήνη στο Ελ Μετλίν
Ο Δ. Αλεξάνδρου που επισκέφτηκε την Ελ Μετλίν και συνομίλησε με τους κατοίκους της, λέει ότι η εκδοχή τους για την ελληνική παρουσία στην περιοχή τους είναι πως μετά την κατάληψη της Λέσβου το 1462 οι Τούρκοι οι οποίοι χρησιμοποιούσαν Μυτιληνιούς ως έμπιστα πρωτοπαλίκαρα και ως τσούρμο στα καράβια τους, άρπαξαν μαζί με άλλα παιδιά και δύο αδέλφια, τους αδελφούς Μπαρμπαρόσα.
«Αυτό το τσούρμο, τα πρωτοπαλίκαρα, τώρα, του Έλληνααρχιπειρατή Μπαρμπαρόσα, έκλαψαν τον καπετάνιο τους όταν «δοξασμένος» πέθανε στην Πόλη. Και τότε, ο σουλτάνος τους έδωσε ένα κομμάτι γης στη Μπαρμπαριά, στο παλιό άντρο του Χαϊρεντίν, στα βόρεια παράλια της Τυνησίας κοντά στη Μπιζέρτα. Εκεί όπου αργοσαλεύει η γαλάζια Μεσόγειος και τα ελαιόδεντρα την κάνουν χάζι, όπως και στο νησί τους, έχτισαν το χωριό τους που το ονόμασαν «Μυτιλήνη», Ελ Μετλίν στα Αραβικά. Και εκεί επιβιώνουν ως σήμερα, κοντά τεσσεράμισι αιώνες μετά, διατηρώντας λέξεις, γεύσεις, χρώματα, αναμνήσεις και χαρακτηριστικά της Λέσβου». Και συνεχίζει: «Καθώς περπατούσαμε γεμάτοι γαλανές εικόνες και δυνατά συναισθήματα φτάσαμε μπροστά στο υδραγωγείο της Ελ Μετλίν. Την είσοδο την φτιάξανε πρόσφατα με κίονες ελληνικούς μαρτυρώντας, 500 χρόνια μετά, την ελληνική καταγωγή και ρίζα τους! Μοιάζει απίστευτο! Στο υδραγωγείο. Και εμείς στην Ελλάδα να τα πετάξουμε όλα!».
Παράλληλα αναφέρει ότι κοντά στο υδραγωγείο πλησίασαν τον ίδιο και την παρέα του τέσσερις νέοι και ρώτησαν αν είναι Ιταλοί . «Όταν άκουσαν ότι είμαστε Έλληνες τα πρόσωπά τους φωτίστηκαν, γέμισαν χαρά και ο πιο θαρραλέος ομολόγησε: Οι δικοί μας παππούδες ήταν από τη Μετλίν της Ελλάδας. Ήταν Έλληνες! Γκρεκίγια, όπως τους λέγανε εδώ οι ντόπιοι!».
Κάποιοι κάτοικοι της Ελ Μετλίν αφηγήθηκαν ότι οι μακρινοί τους παππούδες ήρθαν από την Ελλάδα για να βοηθήσουν τους ντόπιους εναντίον των Ανδαλουσιανών, αλλά καθώς βρήκαν βουνό, νερό, θάλασσα και πολύ εύφορη γη, δηλαδή μια άλλη Μυτιλήνη, όπως το νησί τους, παρέμειναν εκεί. Στο παρελθόν, οι κάτοικοι της Ελ Μετλίν καλλιεργούσαν αμπέλια και έβγαζαν κρασί, όμως επειδή εξισλαμίστηκαν σταμάτησαν την αμπελοκαλλιέργεια. Τα φαγητά τους μοιάζουν με εκείνα της Μυτιλήνης, ενώ χαρακτηριστικό της κουζίνας τους είναι το στριφτό μακαρόνι που το ονομάζουν «μακαρόνι νταρ». Κάποιοι που ταξίδεψαν στη Μυτιλήνη λένε πως τα ήθη και τα έθιμα που έχουν για το γαμπρό την παραμονή του γάμου είναι ίδια όπως στο νησί, και πως τα κεντήματά των γυναικών μοιάζουν με εκείνα που κεντούν οι Μυτιληνιές.
Σήμερα, οι κάτοικοι της Ελ Μετλίν ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την αλιεία και υποδέχονται φιλόξενα τον κάθε επισκέπτη από την Ελλάδα και τη Μυτιλήνη προσφέροντας χούμους και διηγούμενοι ιστορίες για τους θρυλικούς Γκρεκίγια.