
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
«Διαφωνώ με αυτά που λες, αλλά θα υπερασπιστώ, μέχρι θανάτου, το δικαίωμά σου να τα λες»
Βολταίρος
Η ελευθερίαTop of Form του λόγου αποτελεί κατάκτηση της πολιτισμικής εξέλιξης του ανθρώπου και σε αντίθεση με τα αυταρχικά, δικτατορικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα, αναγνωρίζεται ως θεμελιώδης αρχή και βασική αξία στην φιλελεύθερη και δημοκρατική οργάνωση και λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας.
Η ελευθερία του λόγου ορίζεται ως το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να εκφράζει την προσωπική του γνώμη, χωρίς περιορισμούς και έξωθεν παρεμβάσεις. Το δικαίωμα αυτό- σύμφωνα με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του ανθρώπου ( Δ.Σ.Α.Π.Δ)-«περιλαμβάνει την ελευθερία αναζήτησης, λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και ιδεών όλων των ειδών, ανεξαρτήτως συνόρων, προφορικά, εγγράφως ή σε έντυπη μορφή, σε μορφή τέχνης ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο που επιλέγει οάνθρωπος». Η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων φέρει «ειδικά καθήκοντα και ευθύνες» και μπορεί «ως εκ τούτου, να υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς, όταν χρειάζεται «για την προάσπιση των δικαιωμάτων ή της φήμης των άλλων» ή «για την προστασία της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας υγείας και της ηθικής».
Το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, καθώς και η ελευθερία του Τύπου κατοχυρώνεται και στο ελληνικό Σύνταγμα με το άρθρο 14.
Συνήθως, οι κυβερνήσεις των κρατών, σε ορισμένες περιστάσεις, επιβάλλουν περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου. Οι συχνότεροι περιορισμοί της ελευθερίας του λόγου διέπονται από την αρχή της βλάβης ή της προσβολής και ειδικότερα, αφορούν: δυσφήμηση, συκοφαντία, βωμολοχία,«προσβολή της δημοσίας αιδούς», παρακίνηση σε στάση (στασιασμό), ρητορική μίσους, διαβαθμισμένες πληροφορίες, εμπορικό απόρρητο, της μη αποκάλυψης συμφωνιών, παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων,του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα κλπ.
Το κατά πόσον αυτοί οι περιορισμοί μπορούν να δικαιολογούνται βάσει της αρχής της βλάβης ή της αρχής της προσβολής εξαρτάται από το κατά πόσον επηρεάζουν αρνητικά τις απόψεις ή τις ενέργειες τρίτου προξενώντας του μια τέτοια βλάβη ή όχι.
Bottom of Form
Κατάχρηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης συμβαίνει συχνά, τόσο από τους ανθρώπους ως πρόσωπα, όσο και από την πολιτεία,αναφορικά με τους περιορισμούς που αυτή θέτει για την αποφυγή «βλάβης» ή «προσβολής».
Και, βεβαίως, δεν αναφερόμαστε στα δικτατορικά, ολοκληρωτικά και ανελεύθερα καθεστώτα, αλλά στα φιλελεύθερα δημοκρατικά καθεστώτα, όπου βασική αρχή και αξία αποτελεί η ελευθερία του λόγου.
Στην νεοελληνική πολιτική ιστορία υπήρξαν ορισμένοι περιορισμοί από δημοκρατικές κυβερνήσεις στην ελευθερία του λόγου, αναφορικά με την ελεύθερη έκφραση και διακίνηση πολιτικής κριτικής, απόψεων, ιδεολογιών και θεωριών, οι οποίοι προκάλεσαν έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις, συγκρουσιακές καταστάσεις και επικίνδυνες αναταράξεις σε πολιτικό, κοινωνικό και εθνικό επίπεδο.
Το «κατοχυρωτικό» 23 Απριλίου 1924
Δυο χρόνια μετά την μικρασιατική καταστροφή του 1922 και το στρατιωτικό κίνημα Πλαστήρα- Γονατά, την έξωση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την εκτέλεση των «Έξι», στο Γουδί, η Δ΄ Συντακτική Συνέλευση που συγκροτήθηκε, τον Μάρτιο του 1924, μετά τις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923, με ψήφισμά της αποφάσισε την κατάργηση της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση της αβασίλευτης Δημοκρατίας: «Η Δ΄Συντακτική των Ελλήνων Συνέλευσις έχουσα υπόψη προ οφθαλμών τα δεινά που επεσώρευσεν η δυναστεία των Γλυξβούργων κηρύσσει, οριστικώς, έκπτωτον την δυναστείαν…Αποφασίζει να συνταχθεί η Ελλάς εις Δημοκρατίαν κοινοβουλευτικής μορφής…».Το ανωτέρω ψήφισμα της Σ.Σ. εγκρίθηκε από τον ελληνικό λαό στο Δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου του 1924 (υπέρ, ΝΑΙ:69,99%. Κατά, ΟΧΙ: 30,01%).
Η εγκυρότητα του Δημοψηφίσματος αμφισβητήθηκε από το Λαϊκό Κόμμα, με επικεφαλής τον Παναγή Τσαλδάρη, όπου είχαν συσπειρωθεί αντιβενιζελικοί, βασιλόφρονες και ακραίοι αντιδημοκρατικοί που ζητούσαν εκδίκηση για την εκτέλεση των «Έξι». Μέσα σ΄ αυτό το πολιτικό κλίμα, η πλειοψηφία των βουλευτών της Συνέλευσης (260 βουλευτές), προκειμένου να προστατευτεί το νέο πολίτευμα από την υπονομευτική δράση των βασιλοφρόνων, ενέκριναν ειδικό Νομοθετικό Διάταγμα για την κατοχύρωση τουδημοκρατικού πολιτεύματος, το λεγόμενο «κατοχυρωτικό».
Το διάταγμα προέβλεπε σκληρές ποινές για τους παραβάτες του Ν.Δ., οι οποίοι θα δικάζονταν από ειδικό δικαστήριο που θα όριζε ο Υπουργός των Στρατιωτικών.
Το «κατοχυρωτικό» συγκέντρωσε μεγάλα πυρά εναντίον του, παρ΄ όλον ό,τι υπέρ αυτού είχαν ψηφίσει 260 βουλευτές.
Την εφαρμογή του ανέλαβαν ο Υπουργός Στρατιωτικών Γ. Κονδύλης και ο Υπουργός της Εννόμου Τάξεως Θ. Πάγκαλος.
«Οι πρωταγωνιστές της μεταπολίτευσης του 1924, μετά το Δημοψήφισμα της 13 Απριλίου του 1924, με το οποίο εγκαθιδρύθηκε το πολίτευμα της «Αβασίλευτης Δημοκρατίας» αισθάνθηκαν την ανάγκη να «θωρακίσουν» το νέο πολίτευμα με ένα τερατώδες νομοθέτημα, το πρώτο που ουσιαστικά θεσμοθέτησε στην χώρα εγκλήματα γνώμης, με άλλα λόγια δίωξη κοινωνικών φρονημάτων…Στα θεσμοθετημένα, δε, εγκλήματα γνώμης ήταν και η αμφισβήτηση (με το 1 άρθρο) του κύρους των ιδρυτικών πράξεων του νέου πολιτεύματος, άρα, φυσικά, και του Δημοψηφίσματος, ενώ με το άρθρο 4 χαρακτηριζόταν ως αξιόποινη πράξη κάθε απαξιωτική αναφορά στην Δίκη και την εκτέλεση των «Έξι», καθώς και κάθε αποδοκιμασία αποφάσεων δικαστηρίων (στρατοδικείων), τα οποία, από το έτος 1917 επέβαλαν την ποινή του θανάτου ή άλλην ποινή για εγκλήματα εσχάτης προδοσίας ή για την παράβαση του στρατιωτικού νόμου>>.*
*Θανάση Διαμαντόπουλου «ΧΩΡΙΣ ΣΤΕΜΜΑ. Η ΑΒΑΣΙΛΕΥΤΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ.
Αθήνα 1923.
( Συνεχίζεται)