Μη με διακόπτετε, παρακαλώ...

24/07/2023 - 14:30

Όπως είναι γνωστό, ο διάλογος είναι μια κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας μεταξύ δυο ή περισσοτέρων ατόμων, που έχει ως βάση την ερώτηση και την απάντηση - ερωταπόκριση- και αποκλείει το μονόλογο. Για την ύπαρξη διαλόγου απαραίτητο είναι να υπάρχει α) ένα θέμα -πρόβλημα για συζήτηση, β) δύο ή περισσότεροι συνομιλητές, γ) ενδιαφέρον για το πρόβλημα και δ) κοινός κώδικας επικοινωνίας. Η χρήση του διαλόγου σήμερα είναι ευρύτατη. Αυτός χρησιμοποιείται στην καθημερινή ζωή μεταξύ των ανθρώπων, στο σχολείο μεταξύ μαθητών και δασκάλων, μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, μεταξύ φίλων, επιστημόνων, καλλιτεχνών, μεταξύ των λαών κλπ. Πολλές φορές σε ένα διάλογο υπάρχει ο συντονιστής που εισάγει στο θέμα και θέτει τους στόχους, παρουσιάζει τους συνομιλητές, εκθέτει τους όρους της συζήτησης, το χρονικό πλαίσιο και ορίζει τη διαδικασία, διευθύνει τον διάλογο και παρεμβαίνει, όταν ξεφεύγει από τα προκαθορισμένα και, στο τέλος, συνοψίζει τα συμπεράσματα -πορίσματα του διαλόγου.

Η συμβολή του διαλόγου στην ανάπτυξη της επικοινωνίας και του πολιτισμού είναι σημαντική. Στα πρώτα γραπτά κείμενα, τα ομηρικά έπη, συναντούμε διαλόγους μεταξύ των βασιλιάδων κάθε πλευράς ή μεταξύ των αντιπάλων για την επίλυση ή τη διερεύνηση διαφόρων προβλημάτων. Γνωστοί είναι ακόμη οι Σωκρατικοί διάλογοι που διασώζει ο Πλάτων και εξετάζουν διάφορα φιλοσοφικά προβλήματα, οι ‘αγώνες λόγων’ της εριστικής των σοφιστών ή των ηρώων της τραγωδίας και της κωμωδίας . Ακόμη, είναι γνωστός ο ρόλος που έπαιζε ο διάλογος στην Εκκλησία του δήμου στην αρχαία Αθήνα και η συμβολή του στην εδραίωση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Το είχε πει ο Περικλής στον Επιτάφιό του, όταν διέγραφε τις αρχές της γνήσιας δημοκρατίας. Είχε πει πως οι Αθηναίοι δε θεωρούσαν ζημιά τα λόγια για τα έργα, αλλά θεωρούσαν ζημιά το να μη διαφωτιστούν εκ των προτέρων σχετικά με αυτά που πρόκειται να πραγματοποιήσουν (ΙΙ. 40.2). Αλλά και ο Διόδοτος μιλώντας στην Εκκλησία του δήμου σχετικά με τη στάση των Μυτιληναίων στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ) είχε πει πως «όποιος υποστηρίζει πως τα λόγια δε γίνονται διδάσκαλοι σχετικά με τα πράγματα ή είναι ανόητος ή έχει κάποιο προσωπικό συμφέρον» (ΙΙΙ. 42.2: τους τε λόγους όστις διαμάχεται μη διδασκάλους των πραγμάτων γίγνεσθαι, ή αξύνετός εστι ή ίδίαι τι αυτώι διαφέρει). Είχε δίκιο κάποιος που είχε γράψει πως «Ο διάλογος είναι το όπλο με το οποίο μάχεται η διπλωματία, όπως άλλωστε και η δημοκρατία»* πως η δημοκρατία και η ειρήνη τρέφονται μόνο με διάλογο».

Όμως ο διάλογος είναι τέχνη και έχει συγκεκριμένους κανόνες που πρέπει να εφαρμόζονται και κάποιες προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται, ώστε αυτός να ωφελεί τους συνομιλητές και τους ακροατές και να είναι αποτελεσματικός και γόνιμος, ακόμη και όταν δεν καταλήγει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα. Πέρα από τις κοινωνικές, υπάρχουν και κάποιες ατομικές προϋποθέσεις που σχετίζονται με την προσωπικότητα του ατόμου, όπως είναι η πνευματική καλλιέργεια και η γνώση του προβλήματος που συζητιέται, η κριτική ικανότητα και τα ορθά αξιολογικά κριτήρια, η ευαισθησία και η δεκτικότητα όσον αφορά τις θέσεις των συνομιλητών, η ορθή επιχειρηματολογία, η τεκμηρίωση των απόψεων, η ικανότητα ορθολογικής αντιμετώπισης των θέσεων των άλλων, η ικανότητα πειθούς, η αμεροληψία και η αντικειμενικότητα, η ειλικρινής θεώρηση των απόψεων του άλλου, το ανοιχτό πνεύμα και η ανεκτικότητα, η μελέτη των δεδομένων και η απόρριψη έτοιμων σχημάτων, η αποφυγή της προπαγάνδας, του λαϊκισμού και της δημαγωγίας.

Δυστυχώς, οι διάλογοι που παρακολουθήσαμε στην τηλεόραση σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αλλά και παρακολουθούμε ακόμη ανάμεσα σε εκπροσώπους των διαφόρων κομμάτων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στη Βουλή μάς πείθουν πως οι Νεοέλληνες δε χρησιμοποιούν σωστά τον διάλογο, γιατί δεν ακολουθούν τις παραπάνω προϋποθέσεις. Έτσι, αυτός δεν επιτρέπει στον δέκτη να προσλάβει το μήνυμα του πομπού και να ανταποκριθεί ανάλογα. Ο κάθε ομιλητής παρουσιάζει τις απόψεις του σε ένα εκνευριστικό μονόλογο, εκθέτει διάφορα στοιχεία που πολλές φορές είναι ανακριβή και επιδέχονται αντίλογο και, όσες φορές κάποιος συνομιλητής επιχειρήσει να τον διακόψει, αυτός εξανίσταται και λέει σε ύφος επιθετικό «μη με διακόπτετε, παρακαλώ!». Λησμονεί πως , όπως λέει ο Παπανούτσος, «Στον διάλογο δεν πάμε να σώσουμε τις ιδέες μας. Πάμε να σώσουμε την αλήθεια».

Βέβαια, τη νοοτροπία αυτή ευνοούν και προωθούν και οι δέκτες, οι ακροατές, οι πολίτες που, όπως λέει ο Διόδοτος για τους Αθηναίους της εποχής του, «έχουν συνηθίσει να γίνονται θεατές των έργων και ακροατές των λόγων» (ΙΙΙ. 38. 4: οίτινες ειώθατε θεαταί μεν των έργων γίγνεσθαι, ακροαταί δε των έργων). Αυτό κάνει και τους ρήτορες-πολιτικούς να απευθύνονται στους πολίτες με συνθήματα και να επιδίδονται στην παραπληροφόρηση. Είναι αλήθεια αυτό που λέει ο Μακιαβέλι, ότι «ο λαός, όταν ακούει δυο ρήτορες ίσης δύναμης να του προτείνουν δύο αντίθετα πράγματα πηγαίνει με το μέρος εκείνου που είναι ικανότερος να αποκρύπτει την αλήθεια». Αυτά τα φαινόμενα παρουσιάζονται σε περιόδους κρίσης της δημοκρατίας, όπως ήταν η περίοδος του Πελοποννησιακού πολέμου στην αρχαία Αθήνα. Τότε, όπως αποκαλύπτει πάλι ο Διόδοτος, οι πολίτες πέφτοντας θύματα των λαοπλάνων πολιτικών «θεωρούσαν πως τα μελλοντικά έργα μπορούσαν να γίνουν σύμφωνα με τον λόγο αυτών που μίλησαν με έξυπνο τρόπο, ενώ, μη θεωρώντας αυτό που είχε γίνει πιο αξιόπιστο από αυτό που ακούστηκε, είχαν καταντήσει εύκολα θύματα αυτών που μιλούσαν με εύστοχο τρόπο και άριστοι στο να εξαπατώνται από τον πρωτότυπο και εντυπωσιακό λόγο και να μη θέλουν να ακολουθήσουν τον λόγο τον δοκιμασμένο» (ΙΙΙ.38.4). Με λίγα λόγια, οι πολίτες έχουν πάντα τους πολιτικούς που τους αξίζουν και δεν πρόκειται να αλλάξει ο πολιτικός πολιτισμός, αν δεν αλλάξουν πρώτα οι ίδιοι οι πολίτες.



 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey