
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το κουρδικό ζήτημα, παρά τους συνεχείς αγώνες του έθνους των Κούρδων κατά την μακραίωνη Ιστορία τους για την απόκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας και παρά τις διώξεις και τις γενοκτονίες που έχουν υποστεί, παραμένει, μέχρι σήμερα, άλυτο∙ και οι Κούρδοι που αποτελούν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην Τουρκία, την Συρία, το Ιράκ και το Ιράν, παρά τις επανειλημμένες διαψεύσεις των ελπίδων τους, συνεχίζουν τον απελευθερωτικό τους αγώνα και θα συνεχίζουν, παρά τις διώξεις που υφίστανται από τις κυβερνήσεις των παραπάνω χωρών. Στην Τουρκία το κίνημα των προοδευτικών Κούρδων από τα τέλη της δεκαετίας του '50 ως τις αρχές της δεκαετίας του '60, οδήγησε στη ίδρυση πολιτιστικών συλλόγων και οργανισμών. Οι ζυμώσεις που έγιναν με επίκεντρο αυτές τις οργανώσεις προκάλεσαν το καλοκαίρι του 1965 μαζικές διαδηλώσεις φοιτητών σε 19 κουρδικές πόλεις (10.000 διαδήλωσαν μόνο στο Σιλβάν και 25.000 στη πόλη του Ντιγιαρμπακίρ). Με τον οργανωμένο ακτιβισμό απέκτησε ουσιαστικό περιεχόμενο και μορφή ο αγώνας των Κούρδων για την πολιτισμική και πολιτική αυτονομία τους.
Στη συνέχεια, η άρνηση των εθνικιστικών κυβερνήσεων στην Τουρκία να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες του κουρδικού λαού για πολιτιστική και πολιτική αυτονομία είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία, το 1978, του Π.Κ.Κ.( Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν), με αρχηγό τον Αμπντουλάχ Οτζαλάν, το οποίο έθετε ως στόχο την εθνική απελευθέρωση και ανεξαρτησία του κουρδικού έθνους με την ανάληψη ένοπλου αγώνα εναντίον του τουρκικού κράτους.
Στις 27 Νοεμβρίου τον 1978, στο Φις, ένα μικρό χωριό στην περιοχή Λίτσε του Ντιγιάρμπακιρ ιδρύθηκε το Π.Κ.Κ. Εκεί παρουσιάστηκε για συζήτηση το «Μανιφέστο», που υιοθετήθηκε ως το ιδρυτικό πρόγραμμα του Κόμματος στο Πρώτο Συνέδριό του. Στο πρόγραμμα του Π.Κ.Κ οριζόταν οι στόχοι και τα μέσα με τα οποία θα επιδιωκόταν η πραγματοποίησή τους:
«Η Επανάσταση είναι διπλή, δηλαδή εθνική και δημοκρατική. Η εθνική επανάσταση θα εγκαθιδρύσει την πολιτική, στρατιωτική και πολιτισμική εξουσία. Η δεύτερη φάση θα είναι η δημοκρατική επανάσταση, με την οποία θα δοθεί η μάχη για την εξαφάνιση των κοινωνικών ανισοτήτων που προέρχονται από την εποχή της Φεουδαρχίας, όπως είναι η οργάνωση της εκμετάλλευσης, η διάκριση σε φυλές, οι θρησκευτικές κάστες και η σκλαβιά της γυναίκας.
Σκοπός της επανάστασης είναι να βάλει ένα τέλος σε όλες τις μορφές κυριαρχίας της τουρκικής αποικιοκρατίας και να εγκαθιδρύσει μία ανεξάρτητη οικονομία, καθώς και να αγωνιστεί για την ενότητα του Κουρδιστάν».
Σύντομα το Π.Κ.Κ κέρδισε αρκετούς οπαδούς ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και στρώματα, στους εργάτες, τους χωρικούς, τους σπουδαστές και τους επαγγελματίες. Παράλληλα οργάνωσε απεργίες σε εργοστάσια, καθοδήγησε φοιτητικές διαδηλώσεις και βοήθησε στην οργάνωση της εξέγερσης των χωρικών ενάντια στους φεουδάρχες.
Η τουρκική εξουσία απάντησε στην αρχή με συλλήψεις, σφαγές, και βασανιστήρια. Στις 24 Δεκαμβρίου του 1978 στο Μαράς, μετά τη δολοφονία δύο μελών ακροδεξιών κομμάτων, προκλήθηκε γενικευμένη σύρραξη με πολλά θύματα ανάμεσα σε Κούρδους και Τούρκους. Τότε η τουρκική κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο στις περισσότερες από τις κουρδικές επαρχίες της Ανατολίας.
Στρατιωτική και πολιτική οργάνωση
Tο 1979 ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, βλέποντας ότι επίκειται η στρατιωτική επέμβαση του στρατηγού Εβρέν και όντας ανέτοιμος να την αντιμετωπίσει στρατιωτικά, αναζήτησε βάσεις στον Λίβανο (ο οποίος από το 1975 βρισκόταν υπό την κατοχή της Συρίας - πιστού συμμάχου της Ρωσίας)∙ εκεί κατόρθωσε να οργανωθεί στρατιωτικά ιδρύοντας στη κοιλάδα Μπεκάα τη Στρατιωτική και Πολιτική Ακαδημία του. Το επόμενο έτος, στις 12/9/1980, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις με πραξικόπημα κατέλαβαν την εξουσία και επέβαλαν την δικτατορία. Ένας από τους κύριους στόχους της τουρκικής χούντας ήταν η καταστολή του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος
Το 1984, το Π.Κ.Κ. επέστρεψε από την Συρία στην Τουρκία και με εκπαιδευμένα στελέχη ξεκίνησε τον ένοπλο αγώνα με επιθέσεις στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Ερούχ και του Σεμντινλί.
Και το 1987, με την επιβολή στρατιωτικού νόμου σε ολόκληρο το τουρκικό Κουρδιστάν, ξεκίνησε η ανάπτυξη «ειδικού πολέμου» από την Τουρκία, που είχε ως συνέπεια την εκκένωση 900 περίπου πόλεων και 3.000 χωριών του τουρκικού Κουρδιστάν. Η Τουρκία θέλοντας να αφαιρέσει το επαναστατικό ιδεολογικό υπόβαθρο του κουρδικού κινήματος χαρακτήρισε τον Αμπντουλάχ Οτζαλάν τρομοκράτη και τρομοκρατική οργάνωση το Π.K.K. Οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλές άλλες χώρες υιοθέτησαν, επίσης την τουρκική άποψη.
Μετά από 8 χρόνια επιχειρήσεων- ένθεν και ένθεν- στις 15/12/1995, το Π.K.K. κήρυξε μονομερή κατάπαυση πυρός στο Κουρδιστάν. Ο Οτζαλάν κάλεσε το τουρκικό κράτος σε διάλογο, προκειμένου να εξευρεθεί ειρηνική πολιτική λύση. Όμως δεν έλαβε απάντηση, αντίθετα η Τουρκία κατέστρωσε σχέδιο για τη σύλληψή του και διαθέτοντας στρατιωτική υπεροπλία απαίτησε από τη Συρία, όπου βρισκόταν ο Οτζαλάν, να τον παραδώσει. Η Συρία αρχικά αντέδρασε, αλλά και με τη διπλωματική υποστήριξη των Η.Π.Α στη συνέχεια υποχώρησε αναγκάζοντας τον Οτζαλάν να εγκαταλείψει την Συρία.
Από τις 9 Οκτωβρίου του 1998 αρχίζει η περιπλάνηση του Οτζαλάν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπου δεν γίνεται δεκτός ή αποπέμπεται ύστερα από πιέσεις και απειλές της Τουρκίας (από την Ελλάδα, Ρωσία, Ιταλία, Λευκορωσία, Ολλανδία, Ελβετία) για να καταλήξει, και πάλι, στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 1999, όπου μεταφέρθηκε με την βοήθεια ανεύθυνων Ελλήνων φίλων του, και να φυγαδευτεί, τελικά, στην Κένυα, όπου και συνελήφθη, τον Φεβρουάριο του 1999, από τους Τούρκους. (Η Ελληνική κυβέρνηση που βρέθηκε σε δύσκολη, διπλωματικά και επικίνδυνη, πολιτικά, θέση- αιφνιδιασμένη από την ανεύθυνη ενέργεια κάποιων «παλικαράδων», εξωκυβερνητικών παραγόντων που μετέφεραν με μισθωμένη πτήση, από το Μίνσκ της Λευκορωσίας τον Οτζαλάν στην Ελλάδα, προσπάθησε να τον φυγαδεύσει, εσπευσμένα και όπως όπως, προκειμένου να αποφύγει την σύγκρουσή της με την Τουρκία, όπως, άλλωστε, αναγκάστηκε να πράξει, προηγουμένως, η Ιταλία, καθώς και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, Ανατολικές και Δυτικές).
Ο ηγέτης του Π.Κ.Κ., μετά την σύλληψή του, οδηγήθηκε στις φυλακές της Τουρκίας και καταδικάστηκε εις θάνατον. Το 2002 η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια και έκτοτε παραμένει φυλακισμένος στη νησίδα Ιμραλί, στην θάλασσα του Μαρμαρά, φρουρούμενος από 1000 Τούρκους στρατιώτες.
(συνεχίζεται)