Εκκλησία και κοινωνία στην Τουρκοκρατία (Μέρος Γ΄)

20/11/2015 - 15:48

Στη σειρά αυτών των σημειωμάτων από τις σελίδες του πάντα φιλόξενου «Εμπρός», αφιερώσαμε τα δύο τελευταία, για να τονίσουμε τη μεγάλη συμβολή και παρουσία της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής.

Στη σειρά αυτών των σημειωμάτων από τις σελίδες του πάντα φιλόξενου «Εμπρός», αφιερώσαμε τα δύο τελευταία, για να τονίσουμε τη μεγάλη συμβολή και παρουσία της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής.

Κρίνουμε σκόπιμο να συνεχίσουμε και σήμερα στην ίδια γραμμή, μολονότι για την Εκκλησία και τη δράση αυτής, την περίοδο που μας απασχολεί, ο λόγος οφείλει να είναι κατ’ ανάγκη και οφειλή, πολύ μακρύς και αναλυτικός. Οψόμεθα.

Είπαμε ότι με βάση το σχήμα που είχε ως αφετηρία (κέντρο) το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την εξακτίνωση στην περιφερειακή διοίκηση (μητροπόλεις, αρχιεπισκοπές, επισκοπές, εξαρχίες και μοναστήρια), η Εκκλησία είχε οργανώσει ένα αξιοθαύμαστο διοικητικό πλαίσιο, το οποίο βρήκε έτοιμο η οθωμανική εξουσία και ασφαλώς χρησιμοποίησε, αναγάγοντάς το σε αποκλειστικό περίπου συνομιλητή του. Με άλλα λόγια, ο Σουλτάνος κατέστησε υπεύθυνο τον Οικουμενικό Πατριάρχη για την εύρυθμη λειτουργία του χριστιανικού πληθυσμού, ως υπηκόου (ραγιά) μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας.

Κατά τούτο η Εκκλησία ήταν υπεύθυνη για τη συγκέντρωση των φόρων, για την στρατολογία σε καιρούς πολέμου, για την εξασφάλιση της τάξης, για τις εκτός νόμου ενέργειες των χριστιανών κτλ.. Δηλαδή για όλα εκείνα που στη σημερινή εκδοχή της πολιτειακής οργάνωσης είναι υπεύθυνο το κράτος με τις υπηρεσίες του.

Στο νησί μας, ασφαλώς λόγω μεγέθους αλλά και λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής μορφολογίας του, από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, όταν παγιώθηκε η εκκλησιαστική διαίρεση, κρίθηκε σκόπιμο να συσταθούν δύο μητροπόλεις (μόνο στην Κρήτη και την Εύβοια, δηλαδή σε μεγάλα νησιά υπήρχε κάτι ανάλογο), οι οποίες έκτοτε συνεχίζουν την αδιάλειπτη παρουσία της στο χρόνο.

Στο μοναστηριακό πλέγμα, η Μονή Λειμώνος (Άγιος Ιγνάτιος), κτίσμα των μέσων του 16ου αιώνα, έδωσε τον τόνο, μολονότι υπήρξαν κατά καιρούς και άλλα μοναστηριακά συγκροτήματα (Περιβολή, Υψηλού, Κρεωκόπου, Πιθαρίου, Ταξιαρχών Μανταμάδου κτλ.).

Όλα αυτά πλέον δεν υφίστανται ως εκκλησιαστικές μονάδες με οικονομική και κοινωνική παρουσία, όπως υπήρξαν κάποτε. Άλλα απλώς παραμένουν ως ανάμνηση πραγμάτων μιας άλλης πραγματικότητας, ενώ άλλα έχουν μεταλλαγεί σε φορείς άλλων υπηρεσιών και κοινωνικής παρουσίας. Έτσι, αν έχουμε στο μυαλό μας μια εικόνα της σημερινής παρουσίας και δράσης της Εκκλησίας ως κοινωνικού παράγοντα, με την παρεμβολή της σε μια σειρά εκδηλώσεων (βάφτιση, γάμος, θάνατος, αλληλεγγύη κτλ.), με την παράλληλη λειτουργία του κράτους, μπορούμε να φανταστούμε την λειτουργία της και ως πολιτικού παράγοντα.

Μέσα από τα διάφορα σημειώματα που έχουμε δημοσιεύσει στο «Εμπρός», νομίζω ότι φάνηκε με καθαρό τρόπο η λειτουργία της λεσβιακής Εκκλησίας στα χρόνια της οθωμανικής κατοχής. Οι δύο μητροπόλεις ανέδειξαν μια σειρά μητροπολιτών (κάποιοι εκλέχτηκαν και οικουμενικοί πατριάρχες), οι οποίοι συγκρότησαν ένα ισχυρό εκκλησιαστικό πλέγμα εξουσίας

. Μέσα στο πλέγμα αυτό, ο Λέσβιος ραγιάς μπορούσε να οργανώσει τη ζωή του, αφού είχε συνεχώς έναν ομόδοξο εκκλησιαστικό παράγοντα, ο οποίος μπορούσε να του λύσει αρκετά από τα προβλήματα της καθημερινότητας: να του συντάξει ένα γράμμα (αν ήταν αγράμματος), να του συντάξει και να του επικυρώσει μια διαθήκη, μια δωρεά, να του επιλύσει μια προσωπική υπόθεση (μια αντιδικία με έναν άλλο χριστιανό, ένα διαζύγιο, αν υπήρχε σοβαρός και τεκμηριωμένος λόγος που το υπαγόρευε). Επιπλέον σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούσε να ζήσει από την εκκλησιαστική περιουσία, ενοικιάζοντας κτήματα ή ακίνητά της ή εργαζόμενος στην υπηρεσία των μοναστηριών, τα οποία είχαν ανάγκη εργατικών χεριών για την υπηρέτηση ενός μεγάλου πλέγματος εργασιών (καλλιέργεια κτημάτων, συλλογή ελαιοκάρπου, οικοδομικές εργασίες κτλ.).

Στην αμφίδρομη αυτή διαδικασία, η παρουσία της Εκκλησίας, ιδιαίτερα τους πρώτους κρίσιμους αιώνες της κατάκτησης, επιπλέον εξασφάλισε και αυτήν την ύπαρξη των χριστιανών, αφού χάρη σε αυτήν και γύρω από αυτήν, μπορούσαν να αναγνωρίζονται ως τα μέλη ενός συνόλου, το οποίο διαφορίζονταν από τα άλλα. Εξάλλου, και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι κληρικοί γνώριζαν γραφή και ανάγνωση, ήταν σε θέση να οργανώσουν στην αρχή, ένα υποτυπώδες πλέγμα εκπαίδευσης, το οποίο μέσα στα χρόνια έλαβε μεγάλες διαστάσεις προς ποικίλες κατευθύνσεις. Το νησί μας και σε αυτό το επίπεδο, έχει να παρουσιάσει ισχυρούς εκπροσώπους, που απέκτησαν εμβέλεια υπερλεσβιακή (Βενιαμίν Λέσβιος, Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, Γερμανός Καραβαγγέλης κτλ.), καθώς εντάχθηκαν σε μεγάλα ιδεολογικά ρεύματα των νεωτέρων χρόνων.

Ωστόσο, όλα αυτά αποτελούν απλώς τα ψήγματα μιας μακράς σειράς πράξεων και αποτελεσμάτων των πράξεων αυτών που απαιτούν συστηματική μελέτη, που βέβαια δεν μπορεί να γίνει μέσα από τις στήλες μια εφημερίδας.

Γι’ αυτό περιοριζόμαστε σε αυτή την εις οσμήν ευωδίας παράθεση στοιχείων, ευελπιστώντας ότι ο υποψιασμένος αναγνώστης θα βρει μία ευκαιρία να αναζητήσει περαιτέρω εμβάθυνση και γνώση για τις πράξεις και ημέρες της λεσβιακής πραγματικότητας, της οποίας, αναμφίβολα, ισχυρό τμήμα είναι και η λεσβιακή Εκκλησία.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey