1943. Η Ελλάδα κηδεύει τον μεγάλο ποιητή της, ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

29/11/2023 - 10:30

Χειμώνας του 1943: η κατεχόμενη Ελλάδα από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βουλγάρους (στην Αν. Μακεδονία και την Θράκη) ζει στο πιο πηχτό σκοτάδι της σκλαβιάς∙ μέσαστην θανατερή παγωνιά του χειμώνα, ο θάνατος ενεδρεύει για όποιον διεκδικεί το δικαίωμα να μείνει όρθιος και ζωντανός: πείνα και τρόμος στις πόλεις, «μπλόκα», συλλήψεις και εκτελέσεις∙ στα βουνά φουντώνει η Αντίσταση και, στις μεγάλες πόλεις, οι αντιστασιακές οργανώσεις διαδηλώνουν κατά της επιστράτευσης εργατών για την Γερμανία∙ στην Μακεδονία οι Έλληνες αντιστέκονται στην Βουλγαρική κατοχή και στον επιχειρούμενο αφελληνισμό της περιοχής τους.

Βαρύς ο φόρος του αίματος: για κάθε Γερμανό που σκοτώνεται αναλογεί η εκτέλεση 100 Ελλήνων πατριωτών και ένα ολόκληρο χωριό, μαζί με τους κατοίκους του, που εξαφανίζεται από τον χάρτη της Ελλάδας.

Και μέσα στην καταχνιά εκείνου του πρωινού, ένα άγγελμα θανάτου, ανάμεσα στις χιλιάδες τους καθημερινούς θανάτους, συγκλονίζει το Πανελλήνιο: «27 Φεβρουαρίου.Μια είδηση ασύλληπτη! Ο Παλαμάς πέθανε! Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός»,έγραψε στο προσωπικό της ημερολόγιο, η Ιωάννα Τσάτσου.

Η είδηση για τον θάνατο του Κωστή Παλαμά που κυκλοφόρησε με αστραπιαία ταχύτητα στην κατοχική Αθήνα, συγκίνησε όλο τον λαό που αναλογίστηκε το πολύτιμο πνευματικό κεφάλαιο που αφήνει πίσω του ο μεγάλος ποιητής της Ρωμιοσύνης και ένιωσε να ζωντανεύει, μέσα του, η περηφάνεια για την πανάκριβη κληρονομιά του, για το μεγαλείο του αθάνατου και ανυπόταχτου ελληνικού πνεύματος που άντεξε στην φθορά του χρόνου και αψήφησε τις απειλές και την φοβέρα των κατακτητών!

Και ένας ολόκληρος λαός, στις 28 Φεβρουαρίου του 1943, κατέκλυσε το Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας, για να δοξάσει- αποχαιρετώντας τον Ποιητή του- την δύναμη του ελεύθερου πνεύματος και, συγχρόνως,για να εκφράσει την περιφρόνησή του στην βάρβαρη δύναμη των κατακτητών.

«Στις 11 το πρωί άρχισε η νεκρώσιμος ακολουθία, χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Δαμασκηνού. Ο πνευματικός κόσμος της χώρας έδωσε βροντερό παρών: ο Σπύρος Μελάς, η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Ηλίας Βενέζης, η Ιωάννα Τσάτσου, ο Γιώργος Κατσίμπαλης, κ.ά.

Οι επίσημες αρχές, προσπαθώντας να περιορίσουν το νόημα της παλλαϊκής συγκέντρωσης, εκπροσωπήθηκαν στην κηδεία από τον «Κατοχικό»πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και από εκπροσώπους των γερμανικών και ιταλικών κατοχικών δυνάμεων. «Αυτονών και η παρουσία ερέθιζε τον κόσμο, που από την επικείμενη κήρυξη της πολιτικής επιστρατεύσεως ήταν αυτές τις μέρες ήδη ερεθισμένος» έγραψε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, διερωτώμενος: «Ποιος τους είπε νάρθουν να μαγαρίσουν με την παρουσία τους τη λειτουργία μας».Και τότε, μπροστά στο φέρετρο του Κωστή Παλαμά, ο λαός των «ελεύθερων πολιορκημένων» Ελλήνων, μετέτρεψε τον αποχαιρετισμό του, στον ποιητή της αδούλωτης Ρωμιοσύνης, σε γιγάντιο «φλάμπουρο» της ελευθερίας!

«Σε αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα», είπε εύστοχα ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός, δίνοντας το πνεύμα ομόθυμης παρουσίας του λαού στην κηδεία. Και με μια φωνή, όσο ποτέ δυνατή, απήγγειλε το ποίημα «Παλαμάς», που είχε γράψει, τα χαράματα της 28ης Φεβρουαρίου, προς τιμήν του μεγάλου ποιητή:

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;

Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια

γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: “Ο Παλαμάς !”,
ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη
!

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…
κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα
, πέρα ως πέρα…
Βόγκα Παιάνα
! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα
» !

«Στη συνέχεια, ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης, ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, απήγγειλε,το συγκλονιστικό ποίημά του “Στον Κωστή Παλαμά”, «τον Ποιητή του αιώνα»!

Μέσ’ από τα κάγκελλα τ’ αόρατα
της απέραντής μας φυλακής,
μέσα στο κελί το σκοτεινό μας,
δεν εβάσταξες στον πόνο της Φυλής
κι έπεσες σα δρυς
από τα χτυπήματα
κάποιων μαύρων ξυλοκόπων
,
στο σκοτάδι της νυχτιάς της τραγικής,
δίχως να προσμείνεις την αχτίδα
της καινούργιας Χαραυγής.

Κι έπεσες καθώς από σεισμό
πέφτει μια μαρμάρινη κολόνα
κάποιου πανάρχαιου ναού.
Σα ναός, οπού χτυπιέται
απ’ τα βόλια των βαρβάρων.
Σαν τον Παρθενώνα,
ήρωα,
ποιητή του Αιώνα.

Μάτια στερεμένα από τις τόσες
συμφορές,
δάκρυα δε θα χύσουνε για Σένα.

Θα σε κλάψουνε μια μέρα
οι ίδιοι αυτοί που μας σκοτώνουν
έναν - ένα,
σαν ξυπνήσουν απ’ τη μέθη τους
κι αντικρύσουν τι ερημιές
εσκορπίσανε στο διάβα τους
σ’ αναρίθμητες καρδιές.

Φεύγεις, πας για το ταξίδι σου
το Αχερούσιο, το στερνό,
ω πρωτότοκε αδερφέ μας,
όμως κοίτα πώς ξοπίσω σου
οι Έλληνες σε χαιρετάνε.
Ο καθένας ένα στίχο σου
ψέλνοντας μελωδικό,
σε ξεπροβοδάνε
με τα μύρια σου τραγούδια,
που βουίζουν σα μελίσσια
πάνω απ’ Απριλιού λουλούδια,
σα να προμηνάνε την Ανάσταση,
ω μεγάλε ραψωδέ μας!»

«Όταν τελείωσε η νεκρώσιμη ακολουθία, ο Σπύρος Μελάς, ο Άγγελος Σικελιανός και νέα παιδιά σήκωσαν το φέρετρο και κατευθύνθηκαν προς τον χώρο της ταφής. Την ώρα που θα εναπόθεταν το φέρετρο μέσα στη γη, πλησίασε ο αντιπρόσωπος του κατακτητή να καταθέσει στεφάνι. Τότε, ο λογοτέχνης Γιώργος Κατσίμπαλης άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο: ¨Σε γνωρίζω από την κόψη…¨Ακολούθησε το συγκεντρωμένο πλήθος, πρώτα δειλά¨ -περιγράφει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος-¨ύστερα η φωνή κατάκτησε όλον τον κόσμο, μυριόστομη. Ήταν η στιγμή η πιο συγκινητική. Ο κόσμος τραγουδούσε με πάθος. Κάποιος φώναξε«Ζήτω η ελευθερία του πνεύματος» Αλλά ο κόσμος ήθελε ελευθερία σκέτη και φώναζε«Ζήτω η Ελευθερία



 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey