Μέσα σε κλίμα βαριάς θλίψης, αλλά και με ένα μεγάλο «γιατί» στα χείλη όλων, κηδεύτηκε το απόγευμα της Τρίτης στην Αγία Μαρίνα ο 44χρονος Άρη Κουμπάς, όπου συγγενείς, φίλοι αλλά και πάρα πολλοί ανώνυμοι πολίτες πήγαν για να αποχαιρετήσουν τον άνθρωπο που χάθηκε τόσο ξαφνικά και άδικα.
Μέσα σε κλίμα βαριάς θλίψης, αλλά και με ένα μεγάλο «γιατί» στα χείλη όλων, κηδεύτηκε το απόγευμα της Τρίτης στην Αγία Μαρίνα ο 44χρονος Άρη Κουμπάς, όπου συγγενείς, φίλοι αλλά και πάρα πολλοί ανώνυμοι πολίτες πήγαν για να αποχαιρετήσουν τον άνθρωπο που χάθηκε τόσο ξαφνικά και άδικα. Την ίδια στιγμή, συνεχίζει να υπάρχει έντονο μυστήριο γύρω από την υπόθεση και τις συνθήκες του ατυχήματος, που ερευνώνται από τις αρμόδιες αρχές.
Οι συγγενείς του 44χρονου συνεχίζουν να ζητούν απαντήσεις στα ερωτηματικά που δημιουργεί η ξαφνική απώλεια του ανθρώπου τους, αλλά και όλο το πέπλο μυστηρίου που συνεχίζει να καλύπτει τις συνθήκες του ατυχήματος. Ο π. Σταύρος Σακλαμάνης, γνωστός καλός ιερέας στην Αγία Μαρίνα της Μυτιλήνης, γαμπρός του 44χρονου καθώς έχει παντρευτεί την αδελφή του Άρη Κουμπά, η οποία μάλιστα πάσχει από χρόνια σοβαρή νόσο, δήλωσε χθες στο «Ε»: «Είναι μια τραγωδία αυτή που βιώνουμε. Από τη μια υπάρχει ο πόνος για τον άνθρωπο που χάσαμε και από την άλλη είναι αυτή η εντύπωση από όλα όσα ακούγονται, ότι κάποιοι επειδή φοβούνται μη χάσουν τις θέσεις τους έχουν διαπράξει ένα έγκλημα που δε θέλουν να παραδεχθούν. Αποδείξεις δεν έχουμε, ευθέως δεν μπορώ να κατηγορήσω κανένα, είναι όμως πάρα πολλά τα περίεργα που συζητιούνται.»
Σύμφωνα με τα όσα ο π. Σταύρος λέει, το βράδυ του ατυχήματος η σύζυγος του 44χρονου δέχθηκε τηλεφώνημα από το λιμεναρχείο. «Τη ρώτησαν αν έχει πάει ο άνδρας της για ψάρεμα. Εκείνη απάντησε θετικά και τότε τη ρώτησαν αν θυμάται τι φορούσε. Γιατί το ρώτησαν αυτό; Μήπως ισχύει αυτό που κουβεντιάζεται ότι ήδη από το βράδυ είχαν βρει τη σορό του και ήθελαν πρώτα να επιβεβαιώσουν ή να καλύψουν κάτι;» Όπως λέει ο ίδιος, είχαν προηγηθεί άλλα τηλεφωνήματα από γνωστούς, που είδαν τη βάρκα του 44χρονου στην ακτή με εμφανή χτυπήματα και επικοινωνούσαν στο σπίτι για να μάθουν αν ήταν καλά.
Ο παπα-Σταύρος σχολιάζει επίσης το γεγονός ότι οι λιμενικοί είχαν από την πρώτη στιγμή περιφράξει με ταινία το χώρο όπου βρέθηκε η βάρκα και δεν άφηναν κανένα να πλησιάσει. «Θέλαμε να βγάλουμε φωτογραφία της βάρκας σαν οικογένεια, γιατί θέλαμε να έχουμε εικόνα όπως ήταν εκείνη τη στιγμή, και δε μας άφηναν να πλησιάσουμε. Σε όλη τη διάρκεια της νύχτας, όμως, ήταν λιμενικοί εκεί κατά δεκάδες. Δεν ξέρω τι έκαναν, δε βλέπαμε, ήταν σκοτάδι. Όμως τι δουλειά είχαν τόσα άτομα εκεί; Μήπως θα έφευγε η βάρκα;»
Από την πρώτη στιγμή του ατυχήματος ακούγονται διάφορες φήμες για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβη η τραγωδία, όμως τίποτα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί προς το παρόν. Όλες αυτές οι φήμες και οι πληροφορίες συγκλονίζουν την οικογένεια, που ψάχνει να βρει απαντήσεις. «Εγώ πιστεύω ότι αυτό που ακούγεται την πρώτη στιγμή όταν συμβαίνει κάτι, είναι και - σε ένα μεγάλο μέρος τουλάχιστον - η αλήθεια. Λέγαν από την πρώτη στιγμή ότι οι λιμενικοί είχαν βρει τον Άρη από τη νύχτα μέσα στη θάλασσα αλλά περίμεναν να ξημερώσει, δεν ξέρω γιατί. Συζητιούνται διάφορα για το ποιος οδηγούσε το σκάφος, ότι δεν είχε φώτα. Δεν μπορούμε να πούμε τίποτα απ’ αυτά ότι είναι αλήθεια, γιατί δεν έχουμε στοιχεία και αποδείξεις για τίποτα. Όμως θέλουμε να μάθουμε την αλήθεια.»
Περιγράφοντας, τέλος, το δράμα της οικογένειας που έχασε τόσο ξαφνικά έναν άνθρωπο, ο π. Σταύρος λέει: «Έχω να “παλέψω” μια μάνα, τη σύζυγό του, ένα παιδί τριών χρονών που ζητάει τον πατέρα του και μια αδελφή με μεσογειακή αναιμία. Όλοι μαζί ζουν, και μαζί τους κι εγώ, έναν εφιάλτη αυτές τις ημέρες. Όλοι μας το ζούμε.»