Θεατρική επιχείρηση

01/07/2012 - 05:56
Ήταν ένα ζεστό ανοιξιάτικο βράδυ, κοντά μεσάνυχτα, στην ταράτσα του σπιτιού μου. Εκεί που απολαμβάναμε το ολόγιομο φεγγάρι κι ο Αλέκος έκανε χορευτικές φιγούρες, Απρίλιος 1968 ήτανε, τον είδα να με κοιτάει περίεργα.
Προδημοσίευση

Ήταν ένα ζεστό ανοιξιάτικο βράδυ, κοντά μεσάνυχτα, στην ταράτσα του σπιτιού μου. Εκεί που απολαμβάναμε το ολόγιομο φεγγάρι κι ο Αλέκος έκανε χορευτικές φιγούρες, Απρίλιος 1968 ήτανε, τον είδα να με κοιτάει περίεργα. Έριξε μετά μια μικρή κορώνα σε ένα στίχο του Καβάφη, και μου είπε.
«Αυτά ζητάει η ψυχή μου! Μουσική. Θέατρο, χορό!… Εσύ όμως, Καμβυσελλάκι, είσαι καλός στα μαθηματικά. Και στην οργάνωση.
Δεν απάντησα. Τι να πω σε έναν άνθρωπο που όλη η Ελλάδα κουβέντιαζε το όνομά του κι οι εφημερίδες τον είχαν καθημερινά σχεδόν στις στήλες τους.
Περίμενε λίγο, κι όσο ποτέ ενθουσιασμένος, μ’ άρπαξε από το μπράτσο.
«Πάμε», μου είπε.
«Πού;»
«Να κάνουμε επιχείρηση. Θεατρική επιχείρηση. Είμαστε το τέλειο τρίο.»
«Δεν καταλαβαίνω, απολογήθηκα.»
«Εσύ θα είσαι ο οικονομικός οργανωτής. Τα κείμενα κι η σκηνοθεσία δικά μου. Κι η Μαίρη θα βάλει το υποκριτικό της ταλέντο, γνωριμίες και πείρα.»
«Ποια Μαίρη;»
«Η Μαίρη Αρώνη, βρε Μυτιληνιέ!»
«Ώωω, η κυρία Αρώνη!» Είπα με θαυμασμό.
«Ναι. Θέλουμε να σκαρώσουμε το δικό μας θέατρο, αλλά… Τι λες;»

Δυσκολεύτηκα να πιστέψω αν ήταν αλήθεια ή όνειρο. Φτωχόπαιδο, μόλις σχεδόν γύρισα από την επαρχία, με γυναίκα και παιδί, οικογένεια συντηρητική, ορφανός από πολύ μικρός, άκουγα «ηθοποιός» και στεκόμουν έκθαμβος, και σκεφτόμουν πώς θα ξεπερισσέψω τα εισιτήρια να πάω θέατρο, αμέσως ενθουσιάστηκα.
Το ίδιο κι η γυναίκα μου όταν το άκουσε.
«Να φανταστείς, χωρίς κεφάλαιο», της τόνισα.
Σε ένα πολυτελέστατο διαμέρισμα, ρετιρέ, κάπου στο Κολωνάκι, ανταμώσαμε βράδυ, καθισμένοι στις αναπαυτικές πολυθρόνες, αντικριστά στο αναμμένο τζάκι, ο Αλέκος, η Αρώνη, δεν θυμάμαι ποιος άλλος, κι εγώ. Ειλικρινά, τα είχα χαμένα. Κοιτούσα μια αυτά τα είδωλα της τέχνης, από κοντά, μια το τζάκι και μια τα απλωμένα χαρτιά στο χαμηλό τραπέζι. Με πήρε κάμποση ώρα να συνέρθω, μα ο Αλέκος που με αγαπούσε σαν μικρό του αδερφό με ενεθάρρυνε και μπήκαμε στη συζήτηση.
Πολλά δεν τα καταλάβαινα αμέσως, αλλά γρήγορα προσαρμόστηκα.
Μιλήσαμε για το ρεπερτόριο, πως θα ανεβάζαμε ποιοτικά έργα, και οι ηθοποιοί ταλαντούχοι, που θα δεχόντουσαν με ευχαρίστηση να παίξουν.
Είπαμε πολλά, γελάσαμε, σοβαρέψαμε, ξαναγελάσαμε, τραγουδήσανε, και κάποια στιγμή, διαπίστωσα ότι το μπουκάλι με το ουίσκι όλο και κατέβαινε.
Συνεπαρμένοι όλοι, ενθουσιασμένοι, ευχαριστημένοι μαζί μου που φαίνεται έδωσα επιτυχείς «εξετάσεις», δεν καταλάβαμε πως η ώρα κόντευε πέντε το πρωί.
Κάπου εδώ χωρίσαμε, κι ήμασταν όλοι παραπάνω από ικανοποιημένοι.
Όλοι. Όλοι, εκτός από τη γυναίκα μου, που ανήσυχη η καημένη, για πρώτη φορά στη ζωή μας με περίμενε τόσο αργά να γυρίσω.

Τα συναισθήματα, ανάμιχτα.
«Όλα καλά, αλλά τα ξενύχτια…», μου είπε δειλά.
«Έτυχε σήμερα, που ήταν η πρώτη επαφή», απάντησα.
Τρεις συνολικά οι συναντήσεις μας. Ήρθαν κι η Κούλα Αγαγιώτου, η Άννα Φόνσου, ο Παντελής Ζερβός, νομίζω ο Σταύρος Ξαρχάκος, δεν θυμάμαι ποιοι άλλοι, κι όλα καλά πηγαίνανε, μόνο που με έτσουζε το ωράριο. Πάντα το ίδιο.
Κι η δύσμοιρη γυναίκα μου να υπομένει, αλλά όχι εντελώς αγόγγυστα.
Έτσι, το σκέφτηκα καλά, πήρα το θάρρος, βρήκα το θάρρος, βρήκα και τη δύναμη και λέω στον Αλέκο.
«Σε ευχαριστώ θερμά για την αγάπη σου, κι είναι σίγουρο ότι θα πετύχει η επιχείρηση. Αλλά… οι ώρες…»
Γέλασε αυτός, κούνησε συγκαταβατικά και λίγο πικρόχολα το κεφάλι του κι είπε.
«Αυτή δυστυχώς είναι η ζωή του θεάτρου. Τη νύχτα.»
Με είδε προβληματισμένο, συμπλήρωσε.
«Καταλαβαίνω! Έχεις οικογένεια!»
Έτσι, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, και αυτό το όνειρο του Αλέκου Γαλανού.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey