Πριν λίγες μέρες έφτασε στα χέρια μου, σε φωτοτυπία, ένα απόσπασμα του βιβλίου του κ. Κ. Μίσσιου με τίτλο «Ο λεσβιακός Τύπος και οι δημιουργοί του (24 Αυγούστου 1864 - 31 Μαρτίου 2008)» και συγκεκριμένα οι σελίδες 343 - 344.
«Ο λεσβιακός Τύπος και οι δημιουργοί του (24 Αυγούστου 1864 - 31 Μαρτίου 2008)»
Πριν λίγες μέρες έφτασε στα χέρια μου, σε φωτοτυπία, ένα απόσπασμα του βιβλίου του κ. Κ. Μίσσιου με τίτλο «Ο λεσβιακός Τύπος και οι δημιουργοί του (24 Αυγούστου 1864 - 31 Μαρτίου 2008)» και συγκεκριμένα οι σελίδες 343 - 344. Στις σελίδες αυτές καταγράφονται οι πληροφορίες που ο κ. Μίσσιος συγκέντρωσε, δε γνωρίζω την πηγή, για την εφημερίδα «Η ναυτοδηγός» που το 1987, όντας αρχηγός της ομάδας Ναυτοδηγών του Τ.Τ. Μυτιλήνης κι ενώ την περίοδο αυτή εργαζόμουν στο τυπογραφείο του Γιάννη Πασπάτη, εξέδωσα με την και για την ομάδα μου. Οι ανακρίβειες του συγκεκριμένου λήμματος με οδήγησαν στην αγορά του βιβλίου αυτού, προκειμένου να δω περί τίνος επρόκειτο.
Τον κ. Μίσσιο δεν τυχαίνει να τον γνωρίζω προσωπικά και βέβαια ούτε και αυτός εμένα, αν και αναφέρεται στο όνομά μου*, ως Υπεύθυνη Σύνταξης του 1ου φύλλου της Εφημερίδας «Η Ναυτοδηγός». Σύμφωνα με την επιστημονική πρακτική, γνωστή τοις πάσι, η έρευνα για να είναι απόλυτα τεκμηριωμένη θα πρέπει να επιβεβαιώνεται από έγκυρες, πρωτογενείς και κυρίως διασταυρωμένες πηγές. Και είναι επίσης γνωστό ότι η συγκρότηση των πηγών και των πληροφοριών είναι απόρροια επιλογών και προτιμήσεων, ακόμα και ενδεχόμενων αποσιωπήσεων και διαστρεβλώσεων καθώς επίσης και φορέας ιδεολογικών και ιδεολογηματικών θέσεων.
Ο ερευνητής, λοιπόν, οφείλει να αντιμετωπίζει την εκάστοτε πηγή-πληροφορία με επιφύλαξη, εξαντλώντας τα μέσα του έλλογου, κριτικού ή άλλου ελέγχου. Η καταγραφή, αποτίμηση, επιλογή ή απόρριψη, αξιοποίηση και ερμηνεία τους πρέπει να διέρχεται από διάφορα στάδια επεξεργασίας και ελέγχου, από δε τα «συμπεράσματα» θα πρέπει οπωσδήποτε να αποκλείονται οι θυμικές διαστάσεις του συμπεραίνοντος, καθώς κάτι τέτοιο κείται εκτός επιστήμης: Η υπεύθυνη σύνταξης της «Ναυτοδηγού» βρίσκεται εν ζωή και εκτιμώ ότι ο κ. Μίσσιος κάλλιστα θα μπορούσε να απευθυνθεί σε αυτή για την όποια ενημέρωση σχετικά με τον τρόπο, το λόγο και τις συνθήκες που πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη έκδοση.
Ο συγγραφέας, αναφερόμενος στην εν λόγω εφημερίδα, καταγράφει παντελώς ανακριβή στοιχεία ιδιαίτερα όσον αφορά στη δημιουργό του εντύπου, γεγονός που εντοπίστηκε και σε άλλη σελίδα του βιβλίου του. Ανακρίβειες επίσης εντοπίστηκαν και από άλλους Λέσβιους ερευνητές, με τους οποίους είχα την ευκαιρία να συζητήσω για το συγκεκριμένο βιβλίο.
Είναι θεμιτό για τον κάθε άνθρωπο να «κοιτά ψηλά». Ωστόσο ο ερευνητής που θέλει το έργο του να στηρίζεται σε γερά θεμέλια και να αντέχει στον επιστημονικό έλεγχο, αντιπαρέρχεται των όποιων προσωπικών φιλοδοξιών και σκοπιμοτήτων των ανθρώπων από τους οποίους συλλέγει τις πληροφορίες του, διασταυρώνοντάς τες, όχι μια, όχι δύο, αλλά χίλιες φορές.
Δε θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι ο κ. Μίσσιος έκανε μια γενναία προσπάθεια καταγραφής του Λεσβιακού Τύπου και των Δημιουργών του από το 1864 έως το 2008, ωστόσο παραμένει αμφίβολη και πραγματικά αδικεί την προσπάθειά του η διασταύρωση και ως εκ τούτου η τεκμηρίωση ενός θέματος με τόσο ξεχωριστό ενδιαφέρον για τους Λεσβίους.
Θεωρώ ότι ο κ. Μίσσιος κατανοεί το σκοπό και το πνεύμα της παρούσης και εκτιμώ ότι μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα θα πράξει τα δέοντα.
* Στο πρόσωπό μου ο κ. Μίσσιος αναφέρεται δύο φορές στο βιβλίο του, αν και ο ίδιος δεν το γνωρίζει, καθώς τη μία φορά με αναφέρει με το πραγματικό μου όνομα (Φερενίκη Τσαμπαρλή, σελ. 343) και την άλλη με κάποιο άλλο που η προφορική πηγή του τού έδωσε (Φερενίκη Τσορμπατζή σελ. 13).