
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Β΄ΜΕΡΟΣ
(Αριστοτέλης)
Στο Α΄ Μέρος του άρθρου είπαμε πως στόχος των ανθρώπων είναι η κατάκτηση της ευτυχίας και πως, για να μπορέσουν οι άνθρωποι να ζήσουν ευτυχισμένοι, πρέπει να αναζητήσουν και να προσδιορίσουν τα συστατικά της ευτυχίας. Η ζωή έχει δείξει πως δεν αισθάνονται όλοι οι άνθρωποι ευτυχισμένοι για τον ίδιο λόγο και γι’ αυτό και οι αρχαίοι Έλληνες διανοούμενοι διαφοροποιούνται όσον αφορά αυτό το θέμα. Ο Αριστοτέλης, για παράδειγμα, έλεγε πως άλλοι άνθρωποι νιώθουν ευτυχισμένοι γι’ αυτά που έχουν, το «έχειν», άλλοι γι’ αυτό που νομίζουν οι άλλοι γι’ αυτούς, το «δοκείν», και άλλοι γι’ αυτό που πραγματικά είναι, το «είναι». Έλεγε πως η ευδαιμονία συνίσταται από τρία αγαθά, αυτά που αφορούν την ψυχή, δηλαδή τις αρετές, που τις τοποθετεί πρώτες αξιολογικά, αυτά που αφορούν το σώμα, όπως η δύναμη, η υγεία , η ομορφιά και τα παρόμοια, που τα τοποθετεί δεύτερα, και αυτά που βρίσκονται έξω από αυτά, όπως ο πλούτος, η ευγενική καταγωγή, η δόξα και τα παρόμοια (Διογ. ο Λαέρτ. V 30: την ευδαιμονίαν εκ τριών αγαθών είναι* των περί την ψυχήν α δη και πρώτα τη δυνάμει καλεί* εκ δευτέρων δε των περί το σώμα, υγιείας και ισχύος και κάλλους και των παραπλησίων * εκ τρίτων δε των εκτός, πλούτου και ευγενείας και δόξης και των ομοίων). Στην πράξη ο Αριστοτέλης υποστήριζε πως ευτυχισμένος είναι αυτός που ζει και ενεργεί σύμφωνα με την αρετή, αλλά για να είναι η ζωή γλυκιά , ευτυχισμένη, έχει ανάγκη ο άνθρωπος και «των εν σώματι αγαθών και των εκτός και τη τύχης , όπως μη εμποδίζηται ταύτα» (Ηθικ. Νικομ. 1153 β 14)). Ο Αριστοτέλης πίστευε πως « η ευτυχισμένη ζωή στηρίζεται στην αρετή» και πως «θα είναι ευτυχισμένη η ζωή αυτού που ενεργεί και ζει σύμφωνα με την αρετή» (Ηθικ. Νικ. 1177 α , 11 79 α 8: δοκεί δ’ ο ευδαίμων βίος κατ’ αρετήν είναι // έσται ο βίος ευδαίμων του κατ’ αρετήν ενεργούντος).
Ο Πλάτων, πάλι, υποστήριζε πως ο πλούτος δε φέρνει την ευτυχία και έλεγε πως «πολλοί πάρα πολύ πλούσιοι είναι δυστυχείς, ενώ άλλοι πάρα πολύ φτωχοί νιώθουν ευτυχισμένοι» (Ηρόδ. Ι 32: πολλοί γαρ ζάπλουτοι ανόλβιοί εισι, πολλοί δε μετρίως έχοντες ευτυχέες). Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης προκρίνουν από όλες τις αρετές τη «σοφία». Αυτή, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, κάνει τον άνθρωπο ευτυχέστατο (Ηθικ. Νικ. 1144 α5, 1179α 31: η σοφία ποιεί ευδαιμονίαν// ο σοφός μάλιστ’ ευδαίμων αν είη). Αυτή , σύμφωνα με τον Πλάτωνα, είναι ευτυχία και, αν υπάρχει, τίποτε άλλο δε χρειάζεται (Ευθύδ. 279: η σοφία δήπου ευτυχία εστί). Και, όταν λέμε σοφία, εννοούμε «κάθε γνώση που συνοδεύεται από τη δικαιοσύνη και τις άλλες αρετές», όπως την ορίζει ο Πλάτων στον Μενέξενό του.
Και ο Σωκράτης συγκαταλέγει στα αγαθά που κάνουν τον άνθρωπο ευτυχισμένο μερικά σωματικά και εξωτερικά αγαθά, όπως το κάλλος, η ισχύς, ο πλούτος και η δόξα (Ξενοφ. Απομν. Δ ΙΙ 34), ενώ ένα επίγραμμα που αποδίδεται στον Επίχαρμο ή τον Σιμωνίδη και κυκλοφορούσε σαν λαϊκό τραγούδι στα συμπόσια που οργάνωναν οι Αθηναίοι έλεγε πως «το πρώτο πράγμα για τον άνθρωπο είναι η υγεία, το δεύτερο να έχει ομορφοκαμωμένο σώμα, το τρίτο να έχει πλούτο που απέκτησε με δίκαιο τρόπο και τέταρτο να έχει πάντα τη ζωντάνια της νεότητας, για να γλεντά με τους φίλους του» (Στοβ. Ανθολ. Δ ΧΧΧΙΧ 9: Υγιαίνειν μεν άριστον ανδρί θνητώι// δεύτερον δε φυάν καλόν γενέσθαι// τρίτον δε πλουτείν αδόλως // είτα τέταρτον ηβάν μετά των φίλων). Έχουμε εδώ μια αξιοσημείωτη αξιολόγηση και ιεράρχηση των αγαθών που απαιτούνται για την κατάκτηση της ευτυχίας.
Και ο Επίκουρος αναφέρεται στο θέμα της ανθρώπινης ευτυχίας και καταγράφει τα στοιχεία «του καλώς ζην» και «τα ποιούντα ευδαιμονίαν». Αυτός αναφέρει α) την πίστη στον Θεό, τον άφθαρτο και μακάριο, β) την πίστη πως ο θάνατος δεν είναι κάτι το φοβερό, γιατί δεν υπάρχει αίσθηση στο σώμα που διαλύθηκε με τον θάνατο, γ) τη δυνατότητα να ικανοποιούμε τις αναγκαίες επιθυμίες του σώματος αλλά δεν διαταράσσουν την ισορροπία της ψυχής και δ) το να έχουμε ως σκοπό της ζωής την «ηδονή», με την έννοια όχι της αισθησιακής και αφροδισιακής ηδονής, αλλά αυτής που σχετίζεται με το «μήτε αλγείν κατά σώμα, μήτε ταράττεσθαι κατά ψυχήν», Και σύμφωνα με τον Επίκουρο η ευδαιμονία είναι αχώριστα δεμένη με την αρετή και το «ζην» σύμφωνα με τις επιταγές της. Ο ίδιος τονίζει πως «δεν είναι δυνατό να ζει κανείς ευχάριστα και ευτυχισμένα, αν δε ζει φρόνιμα και ωραία και δίκαια (ουκ εστιν ηδέως ζην άνευ του φρονίμως και καλώς και δικαίως).
Από τα παραπάνω φαίνεται πως στη συνείδηση των ανθρώπων της αρχαιότητας τα πνευματικά αγαθά, οι αρετές, πλεονεκτούσαν σε σχέση με τα υλικά αγαθά, τον πλούτο κ.λπ., ως παράγοντας που εξασφάλιζε την ανθρώπινη ευτυχία. Το είχε πει και ο Σωκράτης στην Απολογία του, ότι « δεν προέρχεται η αρετή από τα χρήματα, αλλά τα χρήματα από την αρετή» (Πλάτ. Απολ. Σωκρ. 28: Ου εκ χρημάτων αρετή γίγνεται, αλλ’ εξ αρετής χρήματα). Αυτή ήταν και η κρατούσα χριστιανική αντίληψη. Ο Χριστός είχε πει «Τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, αν κερδίσει όλο τον κόσμο, αλλά ζημιωθεί την ψυχή του;». (Κατά Μάρκον 8, 36-37: Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον, εάν κερδήσηι τον κόσμον όλον και ζημιωθήι την ψυχήν αυτού; ). Αλλά και ο Σολωμός στους νεότερους χρόνους υποστήριξε στο ποίημά του Ελληνίδα μητέρα « Χαρές και πλούτη κι αν χαθούν και τα βασίλεια κι όλα τίποτε δεν είναι αν στητή μένει η ψυχή κι ολόρθη». Η ευτυχία, λοιπόν, του ανθρώπου εξαρτάται από την ποιότητα της ψυχής του και όχι από τα υλικά αγαθά
(Συνεχίζεται).