
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Με αφορμή την 112η επέτειο από την απελευθέρωση της Μυτιλήνης από τον Οθωμανικό ζυγό
Του Στρατή Χαραλάμπους Αντγος(ΠΒ) ε.α.*
Στις αρχές του 20ου αιώνα όλα τα εθνικά κράτη (Ελλάδα-Σερβία-Βουλγαρία και Μαυροβούνιο), που είχαν δημιουργηθεί στη Βαλκανικ , βλέποντας τη σταδιακή αποδυνάμωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας άρχισαν να προετοιμάζονται για την εκπλήρωση των εθνικών τους στόχων. Η απόφαση των Μεγάλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων για διατήρηση του στάτους κβο και την μη τροποποίηση των συνόρων στα Βαλκάνια στην ουσία αποτελούσε το πρόσχημα για επέμβαση και ρύθμιση των εξελίξεων, αναφορικά με τη διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας , σύμφωνα με τα συμφέροντα τους .
Η πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στην αυτοκρατορία της πράσινης ημισελήνου ήταν τραγική .Ο Σουλτάνος Αμπτουλχαμίτ( Abdülhamid) ο 2ος από την ενθρόνιση του το 1876 , ουδέποτε εφάρμοσε το Σύνταγμα που παραχώρησε ο ίδιος το Δεκέμβριο του ίδιου έτους (I.Meşrutiyet) αλλά αντίθετα έκλεισε τη βουλή(Φεβ 1878) και άρχισε η μακρά περίοδος της διαφθοράς και της τρομοκρατίας (istibdatdönemi- περίοδος τυρανίας). Η κυβέρνηση δανειζόταν αλόγιστα (ο εξωτερικός δανεισμός άρχισε να εφαρμόζεται το 1850) , αδυνατούσε να εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις της και οι πιστωτές κάλυπταν τα χρέη με την απόκτηση προνομίων (δρομολογήσεις ) , την εκμετάλλευση εδαφών και πλουτοπαραγωγικών πηγών. Τούρκοι ιστορικοί αναφέρουν ότι η πολιτική του Κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος» που ουσιαστικά κυβερνούσε από τις 8 Αυγούστου 1909 (ΙΙ.Meşrutiyet) στα Βαλκάνια (νόμος για εκκλησίες και σχολεία και προσπάθεια τουρκοποίησης της Αλβανίας), οδήγησε τα βαλκανικά κράτη να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να συμμαχήσουν κατά της Αυτοκρατορίας και σε συνδυασμό με την εμπλοκή του Στρατού στην πολιτική συνέτειναν τα μέγιστα στη διάλυση της Αυτοκρατορίας.
Όπως προαναφέρθηκε η κακή οικονομική κατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε επίπτωση στη μαχητική ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων. Μετά την παραχώρηση του νέου Συντάγματος άρχισε η αναδιοργάνωση του Στρατού με νόμο που τέθηκε σε ισχύ στις 9 Ιουλ 1910. Ψυχή της αναδιοργάνωσης ήταν ο Υπουργός Μαχμούτ Σεφκέτ Πασά ( Mahmud Sefket Paşa ) κύριος υποστηρικτής του Κομιτάτου και μαθητής του Γερμανού στρατηγού Γιόλτς. Η καθυστέρηση στην μεταρρύθμιση , η αδυναμία ή και αδιαφορία της κυβέρνησης για την ανανέωση του Οθωμανικού στόλου και το ξέσπασμα του Ιταλό-τουρκικού πολέμου το 1911 έφερε την ήττα στον Ά Βαλκανικό πόλεμο και την απώλεια εδαφών στην Βαλκανική και στο Αιγαίο. Η σημασία που είχαν τα νησιά του Αιγαίου για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, πέρα από την στρατηγική τους αξία για την ασφάλεια των Στενών του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου, αφορούσε άμεσα την έναντι αυτών ακτή της Μικράς Ασίας μαζί με την εγγύς ενδοχώρα. Ιδιαίτερα η Λέσβος και η Χίος, αποτελούσαν για την ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης (περιοχή Aϊδινίου-Aydın) το ανάχωμα σε κάθε επιβουλή και επιπλέον στον οικονομικό-εμπορικό τομέα, ένα αλληλένδετο σύστημα που αναπτυσσόταν γοργά στις αρχές του 20ου αιώνα. Η δε Λέσβος αποτελούσε τον τροφοδότη σε λάδι και τα παράγωγά του της Κωνσταντινούπολης και όχι μόνο. Επιπρόσθετα μόνο από το λάδι, με στοιχεία του 1907, το Οθωμανικό θησαυροφυλάκιο εισέπραξε φόρο 2,5 εκ. γρόσια δηλαδή περίπου 22.700 χρυσές λίρες Αγγλίας.
Οι τουρκικές πηγές για την κατάληψη (απελευθέρωση για μας) της Λέσβου από τον ΕΣ και το ΠΝ είναι ελάχιστες και συγκεντρωμένες σε μια έκδοση με τίτλο ¨Ημερολόγιο Κατάληψης της Μυτιλήνης -1912” του ιστορικού ειδικού στην τουρκική ναυτική ιστορία Idris Bostan , μερικά σκόρπια στοιχεία σε άλλες μελέτες και ελάχιστα στοιχεία στην έκδοση του Τ/ΓΕΕΘΑ με τίτλο «Οι Επιχειρήσεις του Οθωμανικού Ναυτικού κατά τον Βαλκανικό Πόλεμο». Γενικά μπορούμε να πούμε ότι οι πηγές είναι τριών ειδών : Δημοσιεύματα εφημερίδων της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης, τηλεγραφήματα οθωμανικών υπηρεσιών από Λέσβο προς Κωνσταντινούπολη μέχρι το πρωί της 8ης Νοεμβρίου διότι μετά κλιμάκιο από τον ¨Αβέρωφ» έκοψε το τηλεγραφικό καλώδιο και οι στρατιωτικές αναφορές για όλα τα γεγονότα από 8 Νοε-8 Δεκ 1912 δύο αξιωματικών και του διοικητή ταγματάρχη Γκανί. Από την μελέτη όλων των στοιχείων προκύπτει ότι οι αιτίες για την απώλεια των Νησιών από την Τουρκία το 1912 ήταν η αδιαφορία και η εν γένει παθητικότητα των τοπικών αρχών και η κακή επιχειρησιακή κατάσταση του Οθωμανικού Ναυτικού, με αποτέλεσμα το Ελληνικό πολεμικό ναυτικό ενισχυμένο με το θωρηκτό «Αβέρωφ» και υπό τη διοίκηση του υποναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, κυριάρχησε στο Αιγαίο έκλεισε στα Στενά το Οθωμανικό ναυτικό, βοήθησε τις χερσαίες επιχειρήσεις στη Θράκη και τη Μακεδονία με μεταφορές και δεν επέτρεψε την μεταφορά μέσω θαλάσσης τουρκικών ενισχύσεων στη Μακεδονία.

Η κατάσταση στη Λέσβο μπαίνοντας το καλοκαίρι του 1912, αφενός λόγω του φόβου για απόβαση των Ιταλών, καθόσον ο πόλεμος Ιταλίας-Τουρκίας ήταν σε εξέλιξη και αφετέρου από τις πρακτικές μερικών διοικούντων πιστών στην πολιτική των Νεότουρκων, είχε επιδεινωθεί. Ο πολιτικός διοικητής( Mutassarıf) Ali Faik Ozansoy οπαδός της πολιτικής του κομιτάτου προσπάθησε να επαναφέρει την αποκλειστική χρήση της οθωμανικής γλώσσας στα επίσημα έγγραφα και οι μουσουλμάνοι, με την ανοχή της στρατό-χωροφυλακής άρχισαν βίαια επεισόδια σε διάφορα χωριά. Οι Δεσποτάδες και οι Δημογεροντίες διαμαρτυρήθηκαν στις τοπικές αρχές και στην Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα ο διοικητής του τάγματος Σ-Χ ταγματάρχης Εκρέμ να μετατεθεί από τη Λέσβο. Μετά την κατάληψη της Δωδεκανήσου από την Ιταλία έδρα της Περιφέρειας Αρχιπελάγους ορίστηκε η Μυτιλήνη, με βαλή δηλαδή νομάρχη από την 30η Αυγούστου 1912 τον Αλή Εκρέμ Μπολαγίρ (Ali Ekrem Bolayır), γιος του φημισμένου ποιητή-συγγραφέα και διοικητικού υπαλλήλου Ναμίκ Κεμάλ, που έζησε εξόριστος στη Μυτιλήνη και μετά Μουτασαρίφης (πολιτικός διοικητής) από το 1879-1884). Ο νέος βαλής άνθρωπος των γραμμάτων που είχε ζήσει σαν παιδί στη Μυτιλήνη κατηγορείται ότι δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα για την ενίσχυση του Νησιού, αντίθετα ασχολούταν με την ίδρυση ενός μαχαλά με το όνομα «Μeşrutiyet» εντός του Κάστρου. Η αλήθεια είναι ότι έστειλε τηλεγράφημα ενίσχυσης λίγο πριν την ελληνική απόβαση, αλλά η σύγκρουση που είχε με τον Μουτασαρίφη Ali Faik Ozansoy, πιθανόν λόγω ιδεολογικών διαφορών, δεν έφερε την απαιτούμενη συνεργασία και αναγκαστικά ο Μουτασαρίφης απομακρύνθηκε και διορίστηκε λίγο πριν την απελευθέρωση ο ντόπιος Αρμένης Εράμ μπέη, που ήλθε από την Κωνσταντινούπολη.
Το Μάϊο του 1912 ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής στη Λέσβο ο ταγματάρχης Kara Vasifbey αραβικής καταγωγής και οπαδός του Κομιτάτου και αφού έκανε αναγνωρίσεις στο Νησί επέλεξε για άμυνα, άρα υπήρχε πληροφόρηση για επικείμενη απόβαση, την περιοχή του Κλαπάδου την οποία και οργάνωσε. Με διαταγή από την 6η Μεραρχία της Σμύρνης στις 19-20 Οκτ 1912 η μία ορειβατική πυροβολαρχία και η Διμοιρία μυδραλιοβόλων πέρασε στο Δικελί. Το μοναδικό τάγμα τακτικού στρατού στις 18 Οκτ. ξεκίνησε από το πολεμικό στρατηγείο , που ήταν στη σημερινή Κώμη, με σκοπό να περάσει απέναντι στο Δικελί . Μετά από ενέργειες του βαλή Εκρέμ Μπέη , παρά την κριτική που του ασκούν οι Τούρκοι ιστορικοί, προς το Υπουργείο Στρατιωτικών αποφεύχθηκε η απομάκρυνση του, πλην του Διοικητή ταγματάρχη Βασίφ που αναχώρησε για Κωνσταντινούπολη και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Ταγματάρχης Αβδούλγκανι μπέη ( Abdülgani Bey) .Το τάγμα τούτο εγκαταστάθηκε στον στρατώνα του Κάστρου και στο σπίτι του Μουσταφά πασά Kulaksizzade στο μαχαλά Τσιναρλί στο σημερινό 8ο Δημοτικό σχολείο. Είναι απορίας άξιο ότι όταν άρχισε η χωρίς ουσιαστική αντίσταση απελευθέρωση των Νησιών με πρώτη τη Λήμνο από το Ελληνικό ναυτικό , η 6η Μεραρχία της Σμύρνης αντί να ενισχύσει τα υπόλοιπα νησιά απέσυρε δυνάμεις, πιθανόν σκόπευαν να ενισχύσουν την Ανατολική Θράκη, όπου οι βουλγαρικές δυνάμεις είχαν φθάσει προ των πυλών της Κωνσταντινούπολης.
Στις 7/8 Νοεμβρίου το βράδυ μόλις φάνηκε ο Ελληνικός στόλος ανοικτά του Σιγρίου, η λιμενική αρχή τηλεγράφησε και ενημέρωσε τις οθωμανικές αρχές, το αυτό δε έπραξε αργότερα και η λιμενική αρχή του Πλωμαρίου . Στις 03.00 ώρα της 8 Νοε ο Στόλος σε πλήρη τάξη έπλεε ανοικτά της Ερεσού και γύρω στις 06.00 αφού περιέπλευσε το νότιο άκρο της χερσονήσου της Αμαλής άρχισαν να φαίνονται αμυδρά στο φως , που ερχόταν από την Ανατολή, τα κτίρια της πόλη . Οι Τούρκοι φρουροί στο Κάστρο , λίγο πριν το πρώτο εζάνι (προσευχή με το πρώτο φως ) ζαλισμένοι από το ραμαζάνι, μόλις αντίκρισαν στο βάθος τις φιγούρες των ελληνικών πλοίων ειδοποίησαν το ταγματάρχη Γκανί και το Βαλή Εκρέμ και ο μεν πρώτος διέταξε να αρχίσει η μεταφορά των υλικών και πυρομαχικών στον Κλαπάδο ο δε δεύτερος κάλεσε αμέσως στο σπίτι του τις αρχές , τους προξένους των ξένων κρατών και τον ταγματάρχη Γκανί για να συσκεφθούν. Αμέσως διαπιστώθηκε ότι σχεδόν όλοι οι επικεφαλής των οθωμανικών αρχών και οι πρόκριτοι μουσουλμάνοι συμφωνούσαν για την αναίμακτη παράδοση της πόλης, εξαίρεση αποτελούσε ο διοικητής Γκανί και 2-3 αξιωματικοί. Κατά τον λοχαγό Χακί ο Διοικητής της Αστυνομίας, ο φύλακας της πυριτιδαποθήκης του Κάστρου και οι κτηνίατροι της Δημαρχίας ήταν σύμφωνοι για την αναίμακτη παράδοση της πόλης, γεγονός που επηρέασε το ηθικό των στρατιωτών.Τα γεγονότα είναι γνωστά και δεν θα τα επαναλάβω, η απόβαση μετά από τις γνωστές διαβουλεύσεις επί του θωρηκτού «Αβέρωφ» ξεκίνησε στις 12.30 σε τρία σημεία του λιμανιού και ολοκληρώθηκε με την παράδοση της πόλης στο κυβερνείο, σημερινή Γ. Γ. Αιγαίου από τον μουτασαρίφη Εράμ στον υποπλοίαρχο Μελά , πρώτο πολιτικό διοικητή ενώ ο διοικητής του τάγματος ταγματάρχης Μανουσάκης ορίστηκε αρχηγός των αποβατικών δυνάμεων. Ο Ταγματάρχης Γκανί παρακολούθησε την απόβαση από τα υψώματα της Ουτζάς και το απόγευμα αναχώρησε για τον Κλαπάδο μέσω Πηγής -Κώμης-Αγίας Παρασκευής. Κατά την κίνηση τη νύκτα μεγάλο μέρος των χριστιανών στρατιωτών περίπου 700 λιποτάκτησαν μαζί με αυτούς και οι δύο Αρμένηδες γραφιάδες του τάγματος μαζί με το βαλιτσάκι με τους κώδικες κρυπτογράφησης των τηλεγραφημάτων.

Φτάνοντας ο Οθωμανικός στρατός στην περιοχή του Κλαπάδου, ο Γκανί κήρυξε στρατιωτικό νόμο για το μισό νησί που ήλεγχε και ίδρυσε στρατοδικείο με επτά αξιωματικούς. Σε λίγες μέρες ένας ηλικιωμένος μουσουλμάνος έφερε στον Τούρκο διοικητή μια επιστολή του Ταγματάρχη Μανουσάκη υπογεγραμμένη και από τον Βαλή Εκρέμ με την οποία έλεγε ότι θα έλθουν ενισχύσεις από τη Θεσσαλονίκη και προκειμένου να αποφευχθεί η αιματοχυσία ζητούσε να παραδοθεί ο οθωμανικός στρατός, ο Γκανί αρνήθηκε. Προσπάθησε στέλνοντας μήνυμα μέσω Μολύβου στον διοικητή του κάστρου του Τσανάκαλε να στείλει ενισχύσεις το πολεμικό ναυτικό, αλλά ανταπόκριση δεν βρήκε. Ζήτησε επίσης να μεταφερθούν τα πυροβόλα και τα πυρομαχικά που ήταν στο κάστρο του Μπαμπάκαλε και προς τούτο έστειλε στην περιοχή Συκαμιάς τον λοχαγό Σιντκί εφέντη, ο οποίος περίμενε αδίκως επί μέρες. Σύμφωνα με την αναφορά του λοχαγού Σιντκί , διοικητή του τάγματος εφέδρων Μολύβου, ο Γκανί σχεδίασε αντεπίθεση προς Μυστεγνά, με το τάγμα αυτό μαζί με 200 στρατιώτες του τακτικού στρατού από τον Κλαπάδο. Για τούτο είχε μεταβεί στην Κάπη-Μυστεγνά και έκανε σχετικές αναγνωρίσεις και περίμενε και το πυροβολικό από το Μπεχράμ(Άσσο). Οι μέρες πέρασαν,το πυροβολικό δεν ήλθε, η προέλαση του ΕΣ άρχισε και τελικά ο Σιντκί γύρισε στον Κλαπάδο.
Συνεχίζεται : Στο δεύτερο μέρος, τι επακολούθησε της απελευθέρωσης της Μυτιλήνης την 8η Νοεμβρίου μέχρι την απελευθέρωση συνολικά του νησιού
*Ο Στρ. Χαραλάμπους είναι Αντγος(ΠΒ) ε.α. και μέλος της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών. Το παραπάνω άρθρο ήταν ομιλία του στα πλαίσια επετειακής εκδήλωσης για τα 112 χρόνια από την απελευθέρωση της Λέσβου