Ο Αντώνης Χατζηδιαμαντής αξιολογεί αρνητικά την επιστημονική επάρκεια της μελέτης του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τον «Καποδίστρια ΙΙ», ενώ επιχειρεί να συνδέσει τη διοικητική μεταρρύθμιση με την «πράσινη ανάπτυξη».
Σε αντίθεση με προηγούμενους αρθρογράφους, ο Αντώνης Χατζηδιαμαντής αξιολογεί - όπως άλλωστε και πολλοί αυτοδιοικητικοί της Λέσβου - αρνητικά την επιστημονική επάρκεια της μελέτης του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τον «Καποδίστρια ΙΙ», ενώ επιχειρεί να συνδέσει τη διοικητική μεταρρύθμιση με την «πράσινη ανάπτυξη» και τις άλλες τομές-μεταρρυθμίσεις που προωθούνται.
Ο Αντώνης Χατζηδιαμαντής είναι οικονομολόγος, ειδικός σε θέματα τοπικής ανάπτυξης, Λημνιός που εργάζεται πάνω από 20 χρόνια και από διαφορετικές θέσεις, στον ίδιο πάντα σκοπό, στην υποστήριξη της αυτοδιοίκησης. Κλείνοντας δε, υπενθυμίζει μια πάγια απαίτηση, και των ανθρώπων της αυτοδιοίκησης, για ένα πιο δίκαιο και αναλογικό εκλογικό σύστημα, που μαζί με τις υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις, θα φώτιζε το αδιέξοδο και σκοτεινό σήμερα τούνελ.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ της ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΟΛΛΑΤΟΥ
Αντώνης Χατζηδιαμαντής
«Με τον “Καποδίστρια” στις εκλογές για την “Πράσινη Ανάπτυξη”»
Ακούγεται σαν το γνωστό από την «Πόλη έρχομαι…», αλλά αν το σκεφτούμε λίγο περισσότερο, αρχίζουν να διαφαίνονται κάποια νήματα που συνδέουν την εκκολαπτόμενη Διοικητική Μεταρρύθμιση με την ουσιαστική έλλειψη αναπτυξιακού σχεδιασμού και τη διακηρυγμένη πρόθεση αλλαγής του εκλογικού χάρτη.
Η βασική παθογένεια της χώρας, όπως ομολογείται πλέον από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα, σχετίζεται με το αναποτελεσματικό, κομματικοποιημένο και σπάταλο κράτος, που στην ευρύτητά του περιλαμβάνει τόσο το καθαυτό Δημόσιο όσο και τις διάφορες μορφές του λεγόμενου ευρύτερου δημόσιου τομέα αλλά και της αυτοδιοίκησης, μη εξαιρουμένων και όλων των αυτοδιοικούμενων ιδρυμάτων ή φορέων όπως τα ΑΕΙ - ΤΕΙ και οι ανεξάρτητες αρχές.
Η γενική ομολογία αποτυχίας σε συνθήκες κρίσης όπως η σημερινή, αφορά κατά συνέπεια - με τις λογικές διαβαθμίσεις - στο σύνολο των θεσμών και λειτουργιών της Ελληνικής Πολιτείας και αντανακλά την ολοένα και αυξανόμενη κοινωνική πίεση για ουσιαστικές αλλαγές.
Ο σχεδιασμός επομένως των παρεμβάσεων σε έναν τομέα όπως στην περίπτωση των συνενώσεων ΟΤΑ, οφείλει να λαμβάνει υπόψη την κατάσταση και τις προοπτικές συνολικά του συστήματος διοίκησης και αυτοδιοίκησης, καθώς ανάλογες προσπάθειες στο παρελθόν καταδικάστηκαν σε αποτυχία λόγω της αποσπασματικότητας των μέτρων και της άγνοιας των συνεπειών τους σε επιμέρους τομείς.
Ο «Καποδίστριας ΙΙ» εξαγγέλθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, με βάση μια περιορισμένης επιστημονικής επάρκειας εργασία του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών για την προχειρότητα της προετοιμασίας και αποσύρθηκε με πρόσχημα τη διεθνή οικονομική κρίση και την έλλειψη πόρων.
Επανέρχεται σήμερα με εσπευσμένο και πάλι τρόπο από τη νέα κυβέρνηση, η οποία χρησιμοποιεί την ίδια επιστημονική ομάδα του ΙΤΑ για το σχεδιασμό του νέου αυτοδιοικητικού χάρτη, χωρίς καμμιά επί του παρόντος αναφορά στη σκοπιμότητα της επίσπευσης, καθώς δεν άρθηκαν αλλά μάλλον επιδεινώθηκαν τα συμπτώματα της οικονομικής κρίσης.
Η διακήρυξη περί ταυτόχρονης καθιέρωσης της αιρετής Περιφέρειας και η συνακόλουθη κατάργηση της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, μπορεί να διαμορφώσει ένα πραγματικά νέο τοπίο ιδίως στην ελληνική περιφέρεια, ενώ εξίσου σημαντική μπορεί να αποδειχθεί η ταυτόχρονη προώθηση των ρυθμίσεων για κάποιας μορφής μητροπολιτική διοίκηση των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.
Η παράλληλη διαδικασία με την αλλαγή του εκλογικού νόμου για την καθιέρωση του λεγόμενου «γερμανικού» μοντέλου των μονοεδρικών περιφερειών και τις εξομαλύνσεις σε επίπεδο περιφέρειας της χώρας, καθιστά τις επιλογές για τη νέα διοικητική διαίρεση ακόμη πιο σύνθετες, καθώς θα πρέπει να αποφευχθούν επικαλύψεις και δυσλειτουργίες μεταξύ των εξουσιών, αλλά και να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση στο νέο διοικητικό και εκλογικό χάρτη της χώρας.
Οι διακηρυγμένες αυτές αλλαγές επιχειρούνται ταυτόχρονα με τις εξαγγελθείσες αλλαγές στον αναπτυξιακό σχεδιασμό, στην κατεύθυνση της «πράσινης ανάπτυξης», η οποία επίσης πρέπει άμεσα να αποκτήσει περιεχόμενο ώστε να αποφευχθούν ασάφειες και παλινωδίες όπως αυτές που διαδραματίζονται γύρω από την περίφημη ιστορία του «Αχελώου», τις ΑΠΕ και τα «υβριδικά», τη μείωση των διαθέσιμων χρημάτων για την ενίσχυση των Μ.Μ.Ε., την αλλαγή του Αναπτυξιακού Νόμου, την αναθεώρηση του ΕΣΠΑ κ.λπ..
Αρχή απ’ την αυτοδιοίκηση
Μπορούμε, λοιπόν, να ελπίζουμε ότι μέσα σε αυτή την εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση η υπόθεση της διοικητικής αποκέντρωσης και της ενδυνάμωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης θα βρει το δρόμο της και θα αποκτήσει σταθερό και σίγουρο βηματισμό στην κατεύθυνση της ενδυνάμωσης των τοπικών κοινωνιών, της τοπικής ανάπτυξης και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής στην ελληνική περιφέρεια;
Είναι πράγματι αναγκαία η διοικητική μεταρρύθμιση ή μήπως είναι απλώς ένα άλλοθι για τη μέχρι σήμερα αποτυχία των θεσμών και των πολιτικών περιφερειακής ανάπτυξης, που στοχεύει στην άμβλυνση των διεκδικήσεων για τοπική δημοκρατία, ισονομία και ισόρροπη ανάπτυξη, όσων ακόμα επιμένουν να ζουν και να δημιουργούν στην Ελληνική Περιφέρεια; Επιβάλλεται, όπως μας λένε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να απορροφήσουμε τα κοινοτικά χρήματα, η μήπως είναι τέχνασμα προκειμένου να αποφύγουμε τις ουσιαστικές αλλαγές στην οργάνωση και λειτουργία του κράτους;
Φταίει μήπως η Τ.Α. που δεν έχουμε ακόμα σαφές πλαίσιο αναπτυξιακού σχεδιασμού, συναρθρωμένο με ένα μακρόπνοο χωροταξικό σχεδιασμό που να διασφαλίζει την «πράσινη ανάπτυξη»;
Είναι η Τ.Α. υπεύθυνη για την τεράστια και προκλητική ανεπάρκεια διαχείρισης θεμάτων, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η ποιότητα των υδάτινων πόρων, η αυθαίρετη δόμηση, η έλλειψη δασικών χαρτών, η καθυστέρηση του κτηματολογίου και άλλα κρίσιμα για την ποιότητα ζωής μας προβλήματα;
Είναι η Τ.Α. υπεύθυνη για την κακοποίηση του αστικού περιβάλλοντος όταν δεν έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες, ούτε υπηρεσίες και πόρους, είναι υπεύθυνη για την κατάσταση των σχολικών κτηρίων ή των βασικών αθλητικών και πολιτιστικών υποδομών με τα ψιχία των επιχορηγήσεων, είναι υπεύθυνη για την πολιτική προστασία, την ασφάλεια, αλλά και την κοινωνική πρόνοια χωρίς πόρους και προσωπικό;
Διαπιστώσεις και ερωτήματα όπως τα ανωτέρω οδηγούν αναπόδραστα στο λογικό συμπέρασμα πως η ενδυνάμωση της αυτοδιοίκησης είναι πλέον απόλυτη αναγκαιότητα προκειμένου να λειτουργήσει καλύτερα το ίδιο το κράτος· η ενδυνάμωση της Τ.Α. σημαίνει δημιουργία προϋποθέσεων για τη στήριξη της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης, βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών στους πολίτες, εμβάθυνση της δημοκρατίας - με την προϋπόθεση διασφάλισης της ευρείας αντιπροσώπευσης μέσω ενός πραγματικά αναλογικού συστήματος.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από την αυτοδιοίκηση. Αν υπάρχει πολιτική βούληση για παράλληλες βαθιές τομές στο ίδιο το κράτος, τόσο το καλύτερο. Ακόμη καλύτερα αν οι διακηρύξεις περί «πράσινης ανάπτυξης» σημαίνουν μια διάθεση για βαθιές τομές στο αναπτυξιακό μοντέλο με στόχο την αειφορία και την ποιότητα. Αν όλα αυτά μπορούσαν να στηρίζονται και σε ένα δίκαιο και αναλογικό εκλογικό σύστημα, τότε ίσως να έχουμε κάνει κάποια αποφασιστικά βήματα για την υπέρβαση της γενικευμένης πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής αλλά και πολιτιστικής κρίσης που βιώνουμε και να δούμε φως στην άκρη τού τούνελ, όχι επειδή μας οδήγησαν στην έξοδο οι επιτηρητές της Ε.Ε., αλλά γιατί επιτέλους οι δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας αφήνονται να δημιουργήσουν ένα πιο φωτεινό μέλλον.