Σήμερα, η χώρα μας «φύτεψε» στα σπλάχνα της μάνας-γης της έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της έβδομης Τέχνης, το Θόδωρο Αγγελόπουλο.
ΑΡΘΡΟ
IN MEMORIUM
Σήμερα, η χώρα μας «φύτεψε» στα σπλάχνα της μάνας-γης της έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της έβδομης Τέχνης, το Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον σκηνοθέτη και εμπνευστή των ταινιών:
«Ο θίασος», «Οι κυνηγοί», «Ο Μεγαλέξανδρος», «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Ο Μελισσοκόμος», «Τοπίο στην Ομίχλη», «Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού», «Το βλέμμα του Οδυσσέα», «Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα» (Χρυσός Φοίνικας 1998), «Το λιβάδι που δακρύζει», «H σκόνη του χρόνου», και το κύκνειο άσμα του, «Η άλλη θάλασσα», που μοίρα βάσκανη την κράτησε «μετέωρη», όπως το «βήμα του πελαργού», ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο!
Κατά τη γνώμη μου, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν ένας ποιητής της έβδομης Τέχνης, που με «σιωπή» και «λυκόφως» και με τους «δικούς του ρυθμούς» κατέγραψε μια ρωμαλέα εθνική ελεγεία, που ενώ το περίγραμμά της είναι πολιτικό-ιστορικό, καθώς εστιάζει στην ατέρμονη τραγωδία ενός «περιπλανώμενου και προδομένου» λαού, ο πυρήνας της είναι εξόχως υπαρξιακός, καθώς αναδεικνύει την ακατανόητη φενάκη της ζωής, όπως είναι η έννοια του θανάτου. Ενός θανάτου, όμως, ο οποίος μέσα από τον κώδικα του αγγελοπουλικού σύμπαντος ενεργεί στο θεατή ανεπαισθήτως λυτρωτικά, χωρίς όμως να απεκδύεται το στοιχείο του «παράλογου».
Αυτός λοιπόν ο ποιητικός «πρεσβευτής» της ζωής και του θανάτου, συνάντησε, ενώ σκηνοθετούσε, σε μια στροφή του δρόμου το «παράλογο», εποχούμενο σε δυο ρόδες, και αφέθηκε στην αγκαλιά της «αιωνιότητας μιας μέρας»-στιγμής «ομίχλης», την ώρα που με την ορμή του Μεγαλέξανδρου, προσπαθούσε να μας ταξιδέψει στην άλλη θάλασσα - ποια άραγε;
Το υπαρξιακό «παράλογο» σ’ όλο του το τραγικό και συντριπτικό μεγαλείο, που μας ξαναφέρνει στο νου μια άλλη ανάλογη περίπτωση, ενός από τους πιο μεγάλους στοχαστές και φιλοσόφους του περασμένου αιώνα, του Αλμπέρ Καμύ, που - κατά σύμπτωση (;) - υπήρξε ένθερμος φίλος της Ελλάδας.
Σ’ όλο το έργο του νομπελίστα Γάλλου συγγραφέα, αλλά και σ’ όλη τη διαδρομή του, ανιχνεύεται η αγωνιώδης εσωτερική προσπάθεια κωδικοποίησης του παραλόγου ως στοιχείου υπέρβασης του μηδενισμού, που μπορεί να τροφοδοτήσει εύχυμα την υπόσταση του ανθρώπου ως ευάλωτου ψυχοπνευματικού όντος.
Σύμφωνα με τη άποψη του Μπαρτ, η λέξη «θάνατος» αποτελεί τη λέξη-κλειδί στο έργο τού Καμύ. Η έννοια του θανάτου διατρέχει όλο του το έργο, άλλοτε ρητά με το προσωπείο διάφορων εννοιολογικών εκφάνσεων: ως ο θάνατος-τραγωδία, ο θάνατος-μάνα, ο θάνατος αρρώστια κ.λπ., και άλλοτε υπαινικτικά. Το σημαίνον, δηλαδή, κάθε φορά αναδεικνύει το κυρίαρχο σημαινόμενο, το οποίο στην κοσμοθεωρία τού Καμύ δεν είναι τίποτε άλλο από την έννοια του παράλογου.
Και αυτός λοιπόν, ο μεγάλος διανοητής - θα τον έλεγα, με πολύ σεβασμό στο πνευματικό του ανάστημα, ποιητή του φιλοσοφικού λόγου - που «κονταροχτυπήθηκε» με την έννοια του υπαρξιακού «παραλόγου», συνάντησε (κατά σύμπτωση, άραγε;) όπως ο «δικός» μας Θόδωρος, το θάνατο εποχούμενο πάνω σε τέσσερις τροχούς, στην κορυφή της πνευματικής του ακμής, αφήνοντάς μας ενεούς μέσα σ’ ένα σύμπαν αχανές, απρόβλεπτο, άγνωστο και ίσως εχθρικό!
Η σκόνη του χρόνου, ως χρυσή παιπάλη ελπίδας του πανανθρώπινου έργου σου, ας σκεπάζει μακάρια τη μνήμη σου, Θόδωρε Αγγελόπουλε!