Όλα ξεφτίσανε

01/07/2012 - 05:56
Πάλευα να βάλω σε μια τάξη σκέψεις, επιθυμιές, συναιστήματα, πόνους και πόθους. Να βρω ήθελα μιαν απόκριση του τι είμαστε, πού πάμε, ποιος μας έταξε στη σφαίρα ετούτη που πατάμε και προ παντός, ποια η αποστολή μας.
Πάλευα να βάλω σε μια τάξη σκέψεις, επιθυμιές, συναιστήματα, πόνους και πόθους.
Να βρω ήθελα μιαν απόκριση του τι είμαστε, πού πάμε, ποιος μας έταξε στη σφαίρα ετούτη που πατάμε και προ παντός, ποια η αποστολή μας.
Πορευόμαστε σε ένα πανηγύρι, συλλογιόμουνα, που το λένε ζωή και παρ’ όλες τις κακοτοπιές που ‘ρθώνονται μπροστά μας είναι στο χέρι μας να τη στολίσουμε ευωδιαστούς ανθούς ή να τη γιομίσουμε ασπάλαθους κι αγκάθια. Να τη μορφύνουμε ή να την ασχημίσουμε.
Γρίφοι πολλοί σβουρίζανε στο νου μου κι αντάλλαζα κοφτές κουβέντες με τη γυναίκα μου, όταν φρενάρισε ένα ασημί αυτοκίνητο στην καγκελόπορτα απ’ όξω.
Κοιταχτήκαμε απορεμένοι, κι ευτύς ακούστηκε.
«Γιώργο! Είσαι μέσα;»
Σαν το κάθισμα του βομβαρδιστικού που παθαίνει ζημιά κι εκτοξεύεται, βρεθήκαμε ορθοί, κι είχαμε όψη εξωγήινη, βλακώδη ή και τα δύο.
Δυσφορήσαμε για την απρόσμενη έφοδο στην ερημιά μας, κι απαντέχαμε.
Μα, όλα ανατράπηκαν σα φάνηκε γελαστός και πρόσχαρος με τη Χριστίνα του ο Βαγγέλης, ο Εποχούμενος Περιπατητής,
«Τι όμορφη έκπληξη! Αναφωνήσαμε», και τρέξαμε. Αγκαλιαστήκαμε, γινήκαμε ένα.
Όλοι οι γρίφοι σβήσανε αυτοστιγμεί, απόμεινε μοναχά η φιλία.

Και βαλθήκαμε να πορπατάμε στο κόκκινο χαλί που απλώσανε απ’ το Ηράκλειο για να ‘ρθουν ως τα εδώ. Χιλιόμετρα, διακόσια.
Φως, καυτός ήλιος, ζωογόνος έρωτας, αγέρας Μινωικός, πνεύμα Καζαντζάκειο μας πλημμυρίσανε, στα έγκατα της γης χωθήκαμε, προγόνους ανταμώσαμε, παιδικά μονοπάτια διαβήκαμε, γινήκαμε σχολιαρόπαιδα, φαντάροι, κι η ευτυχία ξεχειλούσε.
Ήρθανε νοστοπότιστα χρόνια, ξεπρόβαλαν οι μοναδικές στιγμές που με μπολιάσανε σε τούτο το σκληρό τόπο που βρέθηκα μες στις κροκάλες και τα κοφτερά βράχια να κλέβω χρόνια, και να χαίρομαι για μια απλή ζωή που κάνουμε.
Ήρθε κι η θύμηση στον περιπατητή, άρπαξε δυο μπουκιές ζεστό ανθότυρο, δροσέρεψε το λαρύγγι του με τσικουδιά αχρόνιστη εικοσάρα, στράφηκε προς τον πυρωμένο ήλιο, αρχίνηξε.
«Θα ‘τανε γύρω στο εξήντα οχτώ. Μια αγκαλιά φιλαράκια κάναμε το μεγάλο τόλμημα κι από Ηράκλειο φτάξαμε ως το Μπαλί κι αποφασίσαμε να μείνουμε εκεί τρεις μέρες με αντίσκηνα. Ερημιά. Μην το κοιτάς σήμερα που χάλασε; Τότες δεν είχε δρόμο. Με ένα φορτηγάκι πήγαμε ως τη γέφυρα και μετά ποδαράτο.
Είχε δυο-τρία σπίτια και μια ταβέρνα.

Την πρώτη μέρα το πρωί, πήγαμε να φάμε. Ο ταβερνιάρης, ένας αγνός και τίμιος άνθρωπος, μας έβαλε από δυο αυγά στον καθένα, καφέ, γάλα, τυρί, παξιμάδι, όλα παραγωγής του, μια χαρά. Τον φωνάξαμε στο τέλος να πληρώσουμε, μας κοίταξε ντροπαλά, και ρώτησε.
“Τι; θα φύγετε σήμερα;»
“Όχι”, του είπαμε.
“Ε, τότε, την άλλη φορά.”
Πάμε το βράδυ, μας έφερε ζεστά ψάρια απ’ το τηγάνι, σαλάτα, διάφορα.
Το άλλο μεσημέρι, γυρίζει προς τη γυναίκα του, λέει.
“Σφάξε μιαν όρθα να φάνε τα κοπέλια.”
Σε μια ώρα βραστή η κότα και το πιλάφι αχνίζανε στο τραπέζι.
Ζητήσαμε να πληρώσουμε, σταύρωσε τα χέρια του και με πολλή σεμνότητα είπε πάλι.
“Αφήστε. Την άλλη φορά.”
Σαν τελειώσανε οι μέρες και του είπαμε πάλι για το λογαριασμό, ήρθε σχεδόν τρεμάμενος με ένα χασαπόχαρτο, ένα μικρό μολύβι, και ξεκίνησε να ρωτά.

“Ε, τι φάγατε;”
Του είπαμε, την πρώτη μέρα από δυο αυγά, σύνολο, δέκα… Αυτός πήρε ένοχο ύφος και προτού γράψει ρώτησε.
“Εε, να τα βάλουμε από 40 λεπτά το ένα; Καλά είναι;”
Κι ήταν έτοιμος να γράψει πιο λίγα αν του το ζητούσαμε. Την κότα την έβαλε 22 δραχμές… Στο τέλος έκανε την πρόσθεση και μας ξαναρώτησε.
“Πολλά είναι; Άμα θέλετε μην πληρώστε και τίποτα. Καλή ήταν η παρέα σας…”
Αρίστο τον λέγανε.
Όμορφοι άνθρωποι Γιώργη, άλλες εποχές. Ζεστές. Με περιεχόμενο.
Σήμερα, πριν μπεις στην ταβέρνα, σε κόβει ο μαγαζάτορας και ξέρει τι θα σε βάλει να πληρώσεις.
Όλα ξεφτίσανε.»
Σηκώσαμε μετά τα ποτήρια μας, τσουγκρίσαμε με το Βαγγέλη παθιασμένα.
Φλογισμένο μπαλόνι ο ήλιος, βούταγε αργά, νωχελικά, στα μπλαβισμένα νερά της Αδριατικής.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey