Η σημαία στο internet είναι ελληνική

01/07/2012 - 05:56
Ο Δημήτρης Χριστοδούλου, ο Έλληνας «νομπελίστας» Μαθηματικών, κάτοχος του Βραβείου Shaw, ξεκουράζεται χρόνια τώρα στα Βατερά και μιλά στο «Ε» για την την επιστημονική του πορεία, τα παιδικά του χρόνια, αλλά και για τις απόψεις του για τη Λέσβο, την ιστορία της, τις ομορφιές και την κουζίνα της.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ. Ο Έλληνας «νομπελίστας» Μαθηματικών, ο κάτοχος του Βραβείου Shaw, ξεκουράζεται χρόνια τώρα στα Βατερά και μιλά στο «Ε»

Σε μια περίοδο ολόπλευρης κρίσης, με την πατρίδα μας να βρίσκεται καθημερινά στην παγκόσμια επικαιρότητα μόνο για… κακό και τους πολίτες της να ζουν στη μαυρίλα της αβεβαιότητας, κάθε θετική είδηση φαντάζει σα φάρος ελπίδας. Ένας Έλληνας μαθηματικός, ο καθηγητής Δημήτρης Χριστοδούλου, βραβεύθηκε πρόσφατα με το κορυφαίο παγκοσμίως Βραβείο Shaw, ένα βραβείο που θεσμοθετήθηκε πριν από 10 χρόνια περίπου και θεωρείται το «Νόμπελ» των μαθηματικών. Εκμεταλλευόμενοι την ευτυχή συγκυρία ότι ο καθηγητής αγαπά τη Λέσβο και την επισκέπτεται κάθε καλοκαίρι τα τελευταία χρόνια, με την ανακοίνωση των φετινών βραβείων τον αναζητήσαμε και τον βρήκαμε να κάνει διακοπές στα Βατερά. Συναντήσαμε το Δημήτρη Χριστοδούλου στο σπίτι του μαθηματικού, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου Γιάννη Μυριτζή. Το συναίσθημα να βρίσκεσαι κάποιες ώρες κοντά σε έναν άνθρωπο ιδιοφυή, είναι - πιστέψτε μας - μοναδικό. Και πολύ περισσότερο εξ αιτίας του γεγονότος ότι ο Δημήτρης Χριστοδούλου, παρά την παγκόσμια αναγνώρισή του, είναι ένας άνθρωπος απλός και καθόλου επηρμένος, με χιούμορ και διάθεση, πέρα από τις μαθηματικές του αναζητήσεις, να μιλήσει για τα πάντα και να γευθεί μαζί μας τις λιχουδιές της λεσβιακής κουζίνας μ’ ένα ποτήρι ούζο. Μαζί του, αρμονική παρουσία η ευγενής και καταδεχτική σύζυγός του, Νικολέτα, αγιογράφος. Ο καθηγητής μάς μίλησε για πολλά. Από την επιστημονική του πορεία που κορυφώθηκε με την πρόσφατη βράβευσή του, μέχρι τα παιδικά του χρόνια, τις ρίζες των Μαθηματικών στην αρχαίους Έλληνες, που φάνηκε να τους γνωρίζει με λεπτομέρεια, αλλά και για τις απόψεις του για τη Λέσβο, την ιστορία της, τις ομορφιές της και την κουζίνα της, την οποία επιδοκίμασε λίγο αργότερα… εμπράκτως, πίνοντας το ουζάκι μας. Το κασετοφωνάκι έμεινε για μια ώρα ανοιχτό και βέβαια δύσκολα ο λόγος ενός τόσο χαρισματικού ανθρώπου μπορεί να αποτυπωθεί στο χαρτί. Κρατήσαμε τα κύρια σημεία της κουβέντας μας, κι επιφυλαχθήκαμε, γεροί να είμαστε, για το… επόμενο καλοκαίρι.


Πώς και σας βρίσκουμε στα Βατερά; Συνηθίζετε να έρχεστε;

«Στη Μυτιλήνη ερχόμαστε από το 2000 κάθε χρόνο. Στα Βατερά μού φαίνεται από το 2005.»

Πώς προέκυψε η Μυτιλήνη. Πού μας βρήκατε;

«Δεν ξέρω, η γυναίκα μου η Νικολέτα τα ανακαλύπτει αυτά. Ερχόμαστε συνήθως πιο αργά, τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου.»

Τι μας βρίσκετε… αλήθεια;
«Μας αρέσει η Μυτιλήνη. Πρώτα-πρώτα, η φύση έχει μεγάλη ποικιλία. Μας αρέσει να περνάμε από χωματόδρομους, να βλέπουμε τα σκιουράκια... Έχει δυο υπέροχους κόλπους, μας αρέσει η Ερεσός, η πατρίδα του Θεόφραστου, το Σίγρι, το απολιθωμένο δάσος, ο υπέροχος Μόλυβος, ιδιαίτερα το βράδυ. Έχω βγάλει πάρα πολλές φωτογραφίες βράδυ… Με συγκινεί και το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης έζησε εδώ κάπου 20 χρόνια. Μας αρέσει η Συκαμνιά, η Σκάλα της…
Σημαντικά αρχαία είναι και εκείνα στον Κόλπο Καλλονής (Μέσσα). Στη γυναίκα μου αρέσουν πολύ τα διάφορα προσκυνήματα, η Αγιάσος είναι ωραία, ο Ταξιάρχης στο Μανταμάδο, ο Άγιος Ραφαήλ. Πάμε και Τουρκία πολλές φορές.
Αλλά και το φαγητό είναι ιδιαίτερο, το ούζο της Μυτιλήνης δε συγκρίνεται με κανένα, και βέβαια οι μοναδικές σαρδέλες Καλλονής…»

Το μυτιληνιό σούσι.
«Ναι, άλλωστε φαίνομαι ότι είμαι καλοφαγάς.»

Τα βραβεία

Οι γνώσεις μου για σας είχαν φτάσει μέχρι το Βραβείο Bôcher.

«Ναι, το 1999, πριν από 12 χρόνια.»

Τώρα έμαθα και καινούργιο βραβείο.
«Αυτό ανακοινώθηκε στις 7 Ιουνίου, αλλά η τελετή απονομής θα γίνει το Σεπτέμβριο (σ.σ. η συνέντευξη δόθηκε τέλη Αυγούστου). Λέγεται Shaw Prize και θεσμοθετήθηκε το 2004, στα Μαθηματικά, στην Αστρονομία και στην Ιατρική. Το περίεργο με αυτό είναι ότι ενώ στα Μαθηματικά δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο με το Nobel, το 2003 ξεκίνησε στη Νορβηγία το Abel Prize και το 2004 ήλθε το Shaw, και έτσι εκεί που δεν είχαμε κανένα τώρα έχουμε δύο.»

Από πού απονέμεται αυτό το βραβείο;
Στο Χονγκ Κονγκ. Έχει, θα έλεγα, μια αύρα κινέζικη και βρετανική. Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο Atiyah για τα Μαθηματικά.
Άμα το μετρήσεις με το χρήμα [γέλια], είναι περίπου τα ίδια χρήματα με το Νόμπελ, 1.000.000 δολλάρια. Εκείνος που το πήρε πρώτος ήταν ένας Κινέζος πολύ σπουδαίος γεωμέτρης, όμως το πήρε 91 ετών.»

Δεν πρόλαβε να το χαρεί δηλαδή.
«Την άλλη χρονιά πέθανε ο φουκαράς.
Ο δεύτερος ήταν ο Wiles, ειδικός στην Αριθμοθεωρία, αυτός έλυσε ένα πρόβλημα άλυτο επί 350 χρόνια, το Θεώρημα του Φερμά. Αυτός είναι στην ηλικία μας, το πήρε σχετικά νέος.
Μετά υπήρξανε κι άλλοι μεγάλης ηλικίας, όπως ο Άρνολντ, ένας σπουδαίος Ρώσος μαθηματικός, που το πήρε 72 ετών το 2008. Αυτός θα έλεγα είναι πιο συγγενής θεωρητικά προς εμένα.»

Αυτό το βραβείο απονέμεται σε αναγνώριση του συνολικού έργου ή για συγκεκριμένη ανακάλυψη;
«Και συνολικά, αλλά με αναφορά σε συγκεκριμένα πράγματα. Ας πούμε στη δική μου περίπτωση αναφέρουν τρεις εργασίες. Πρώτο αναφέρουν αυτό που έκανα τελευταίο και τέλειωσε το 2008, το μεσαίο ήταν μια σειρά που άρχισε το ‘84 και τέλειωσε το ‘97 και το τρίτο είναι κάτι που τέλειωσε το ‘96. Εννοείται έχω κάνει κι άλλα πράγματα, αυτοί αναφέρουν αυτά, και κατά βάσιν αυτά είναι τα σπουδαιότερα που έχω κάνει στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, με την οποία έχω ασχοληθεί πάρα πολλά χρόνια. Έχω ασχοληθεί και με τη Θεωρία των Ρευστών, αλλά εκεί το έργο μου δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Με τη Γενική Σχετικότητα έχω ασχοληθεί 40 χρόνια, ενώ με τα ρευστά… μόλις επτά. Έχω πάει μέχρι ένα σημείο, αλλά το θέμα είναι να πας μέχρι το τέλος. Σ’ αυτό εργάζομαι τώρα. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα, θέλουν κάποια υπομονή.»

Είναι δηλαδή και θέμα μόχθου μια τέτοια πορεία;
«Ναι, ναι, γιατί, όπως είπε και ο περσινός βραβευμένος, ο Bourgain, Βέλγος που εργάζεται στο Πρίνστον, στα Μαθηματικά όσο έξυπνος κι αν είσαι, αν δε δουλέψεις σκληρά, δεν πετυχαίνεις.»

Περί μαθηματικής ικανότητας

Ήθελα να το ρωτήσω αυτό, η μαθηματική ικανότητα τι είναι τελικά, ταλέντο, φαντασία, έμπνευση, δουλειά, τι απ’ όλα;

«Απ’ όλα…»

Είναι και τύχη;
«Δε θα το ‘λεγα, ή ίσως είναι λιγότερο τύχη. Εκεί που ίσως παίζει κάποιο ρόλο η τύχη, είναι να ασχοληθείς ενδεχόμενα με κάτι που δεν είναι ώριμο ως πρόβλημα, δεν έχει έρθει η ώρα του για να λυθεί, θα χρειαστούν 100 ή και 200 χρόνια. Μπορεί λοιπόν να επιλέξεις εσύ να ασχοληθείς με ένα τέτοιο πρόβλημα, και ενώ είσαι ικανός, να περάσεις μια ζωή χωρίς να κάνεις τίποτα, χωρίς να τα καταφέρεις και να θεωρηθεί μια ζωή χαμένη. Αλλά και πάλι δε θα το ‘λεγα τύχη ίσως…»

Ίσως ένστικτο;
«Κάπως έτσι, ένστικτο να κάνεις τη σωστή επιλογή την κατάλληλη στιγμή. Και μάλιστα να επιλέξεις κάτι δύσκολο μεν - γιατί όσο πιο δύσκολο είναι το πρόβλημα, προφανώς, τόσο πιο μεγάλη είναι η αξία της λύσης του -, αλλά όχι κάτι ακατόρθωτο, γιατί κινδυνεύεις να μην κάνεις τίποτα.
Υπάρχουν, μάλιστα, κάποια πράγματα που φαίνονται εκ πρώτης όψεως εύκολα και αποδεικνύονται τελικά δύσκολα, κάνουν αιώνες για να λυθούν, ίσως γιατί δεν ξέρει κανείς από πού να ξεκινήσει όταν ασχοληθεί μαζί τους
Θυμάμαι το Wiles που ήταν φίλος μου, και συζητούσαμε όταν και οι δυο μας ήμαστε στο Πρίνστον. Στην Αριθμοθεωρία που εργάζεται αυτός, υπάρχουν πολλοί ικανοί μαθηματικοί, υπάρχουν προβλήματα που είναι εύκολο να τα διατυπώσεις αλλά πολύ δύσκολο να τα λύσεις. Μου λέει λοιπόν, “υπάρχουν προβλήματα από την εποχή του Ευκλείδη που παραμένουν άλυτα”. Τον ρωτάω, λοιπόν: “Ασχολείσαι;” Και μου λέει: “Δεν τολμώ, δεν ξέρει κανείς από πού να τα πιάσει. Αντίθετα, υπάρχει το πρόβλημα του Φερμά που είναι 350 ετών και γι’ αυτό υπάρχει κάποια ιδέα.” Τόσο αόριστα μου το είπε, εκείνος που όπως αποδείχθηκε δούλευε ήδη τότε τουλάχιστον επτά χρόνια πάνω σε αυτό το πρόβλημα, και θα δούλευε άλλο ένα μέχρι την τελική λύση του. Δεν έχει πλάκα;»


Ο Δημήτρης Χριστοδούλου (δεξιά). Φιλοξενούμενος στα Βατερά του μαθηματικού, καθηγητή του Πανεπιστημίου Αιγαίου Γιάννη Μυριτζή

Πρότυπο;

Να ρωτήσω κάτι. Η πατρίδα μας περνά μια κρίση. Εν τάξει, παγκόσμια είναι η κρίση, όμως εμείς την πληρώνουμε παραπάνω. Είστε ένας πολυβραβευμένος άνθρωπος σε ένα δύσκολο τομέα, σας έχει τιμήσει η Πολιτεία; Όχι ντε και καλά για να δοξάσει το Χριστοδούλου, αλλά για να δώσει ένα πρότυπο, ένα κουράγιο, ότι να, Ελλάδα δεν είναι μόνο η κρίση, είναι και τα πετυχημένα παιδιά της.

«Έχω πάρει πολλές τιμές από την Ελλάδα σα σύνολο ας πούμε. Το 1996 πήρα το Αριστείο της Ακαδημίας Αθηνών, έχω ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του Μετσοβίου το 2000, της Κύπρου το 2003 - βάζω και την Κύπρο βέβαια μέσα -, του Αριστοτέλειου το 2010, του Κρήτης έγινα επίτιμος καθηγητής, της Φυσικής μάλιστα, όχι των Μαθηματικών.»

Από κει πάντως ξεκινήσατε.
«Ναι, έχω πάρει και ένα βραβείο στην Αστρονομία. Εν τάξει, δεν έχω βέβαια την ίδια ενασχόληση.»

Πέρα από την επιστημονική κοινότητα, όμως;
«Έχω πάρει το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (σ.σ. το Στεφανόπουλο), ενώ πρόσφατα - τον Ιούλιο - με κάλεσε ο κ. Παπούλιας με αφορμή τη βράβευσή μου.
Αυτό που εμένα δε μου πολυαρέσει, είναι ότι δεν υπάρχει κάτι κατά τη γνώμη μου πιο ουσιαστικό. Από το 2001, μένω πολύ καιρό στην Αθήνα, κάθε χρόνο. Γιατί έχω μια ειδική σύμβαση με το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, και είμαι εκεί μόνο ένα εξάμηνο κάθε χρονιάς, με αποτέλεσμα να έχω αρκετό χρόνο για να μένω στην Ελλάδα. Ε λοιπόν, στα 10 χρόνια που έχω αυτή την ευχέρεια, δε με έχει καλέσει κανείς να δώσω μια ομιλία π.χ. στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Και μάλιστα τη στιγμή που στον ελλαδικό χώρο έχω φίλους στα πανεπιστήμια, αλλά γενικά έχω φίλους και στην Κρήτη και στη Θεσσαλονίκη και σε άλλα πανεπιστήμια. Μου κάνει εντύπωση, γιατί, για παράδειγμα, βρέθηκα για ένα μήνα στο Πεκίνο και έδωσα 30 ομιλίες, και λέω εδώ γιατί όχι, σε 10 ολόκληρα χρόνια. Και δεν πιστεύω ότι αυτό γίνεται γιατί με αντιπαθούν…»

Δεν το παίρνετε προσωπικά, δηλαδή!
«Όχι, βέβαια. Πιστεύω είναι θέμα γραφειοκρατίας, κάπου μπλέκει στα γρανάζια, κάποια έλλειψη διάθεσης να κινηθούν κάποια πράγματα, τι να πω…»

Εσείς κάνατε καριέρα κατά βάση στο εξωτερικό;
«Καθ’ ολοκληρία, ναι.»

Από την Ελλάδα στο Πρίνστον

Πιστεύετε, αν δεν είχατε φύγει, θα είχατε ανάλογη πορεία; Σας το θέτω με την έννοια, αν υπάρχει ένας νέος σήμερα στην Ελλάδα που νιώθει ότι επιστημονικά έχει κάποιες ξεχωριστές ικανότητες, τι κάνει τελικά, φεύγει;
«Κοιτάξτε, υπάρχουν δύο τινά. Τι κάνεις όταν είσαι νέος και τι κάνεις όταν είσαι μιας ηλικίας και μετά. Να μην τα μπερδεύουμε. Από το 2001 παράτησα το Πρίνστον, παρ’ ότι το αγαπούσα πάρα πολύ, παρά το γεγονός ότι έχω φίλους εκεί, είναι το στοιχείο μου και επιστημονικά, είναι ένα κέντρο σκέψης, το εγκατέλειψα παρά ταύτα, γιατί; Για να πάω σε ένα ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο, για να είμαι πιο κοντά στην Ελλάδα.»

Ναι, αλλά ήσαστε φτασμένος πια, δεν είχατε πρόβλημα αναγνώρισης, καταξίωσης…
«Ακριβώς, ακριβώς, αλλά θέλω να πω και κάτι άλλο. Αυτό ας πούμε το έργο που για την απονομή του Βραβείου Shaw το έχουν κατατάξει ως πρώτο, εκπονήθηκε εδώ. Εδώ στην Ελλάδα ξεκίνησα να ασχολούμαι το 2001 και τέλειωσε το 2008. Για μένα που είμαι θεωρητικός, ελάχιστα έχω ανάγκη να επικοινωνώ με άλλους επιστήμονες, είμαι και μοναχικός στη δουλειά μου, αφοσιώνομαι προσωπικά. Αν ήμουν πειραματικός, εκεί αλλάζουν τα πράγματα. Αλλά για ένα θεωρητικό, όπως είναι και ο Γιάννης, ελάχιστο ρόλο έχει το περιβάλλον. Αντίθετα ως περιβάλλον εδώ έχει και θετική επίδραση σε μένα, μου είναι οικείο και ευχάριστο, με βοηθά να αφοσιωθώ στο έργο μου. Όταν όμως άρχισα, ήταν δυνατόν να τα βγάλω απ’ το κεφάλι μου όλα αυτά; Έπρεπε να πάω έξω, να διδαχθώ, από ανθρώπους που ήτανε σημαντικοί επιστήμονες, και φυσικοί και μαθηματικοί. Γι’ αυτό κάνω μια αντιδιαστολή, άλλο στο ξεκίνημα και άλλο στην επιστημονική ωριμότητα.»

Γι’ αυτό ρωτάω, δηλαδή ένας νέος που νιώθει ότι έχει δυνατότητες, πρέπει να… φεύγει;
«Δε βλέπω άλλη δυνατότητα, αν μιλάμε βέβαια για τα Μαθηματικά, αλλά και τη Θεωρητική Φυσική σε υψηλό επίπεδο, δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο. Ίσως σε προπτυχιακό επίπεδο να μπορεί να μείνει εδώ, αλλά για να κάνει διδακτορικό, το βρίσκω αδύνατο, πρέπει οπωσδήποτε να πάει έξω αν θέλει να έχει μια σημαντική εξέλιξη.»

Δε μου λέτε, έχετε Έλληνες φοιτητές; Εκεί στο Πρίνστον, για παράδειγμα, είχατε Έλληνες φοιτητές;

«Είχα μόνο έναν, αλλά ήταν ο καλύτερος φοιτητής που είχα. Μπορεί να ήταν ένας, αλλά…»

Ένας, αλλά λέων!
«Ναι, ναι! Είχα και μια άλλη επίσης καλή, μάλιστα ήταν από εδώ από τη Μυτιλήνη, Ψαρέλλη λέγεται, αλλά δεν την έβαλα αυτήν, γιατί όταν έφυγα από το Courant την ανέλαβε επισήμως ένας φίλος μου Λιβανέζος, αλλά ακόμα και από το Πρίνστον εξακολούθησα να έχω επαφή, δηλαδή τη συμβούλευα εγώ. Η Ψαρέλλη είναι τώρα καθηγητής πρώτης βαθμίδας στη Νέα Υόρκη. Όπως σας είπα, είναι πολύ καλή, πολύ άξια, κάθε φορά που την έβλεπα μου έβαζε καινούργια ζητήματα, άσε που ήταν πολύ ευχάριστη σαν άνθρωπος.
Ο άλλος όμως που σας είπα, ήταν ο τελευταίος μαθητής που είχα στο Πρίνστον, δηλαδή ως το 2001. Είναι ο Μιχάλης Δαφέρμος, 36 μόλις χρονών και ήδη καθηγητής πρώτης βαθμίδας στο Κέιμπριτζ, στον κλάδο καθαρών Μαθηματικών.»

Να ρωτήσω κάτι άλλο. Δοθέντος ότι η επιστήμη είναι βέβαια διεθνής, η επιστημονική κοινότητα, οι συνάδελφοί σας, σας αναγνωρίζουν ως Έλληνα ή αδιαφορούν για την καταγωγή και μένουν απλά στο επιστημονικό έργο; Δηλαδή, για να το πω λίγο επιθετικά… δοξάζεται η Ελλάδα διά του Χριστοδούλου;

«Στο internet υπάρχει η σημαία η ελληνική! Σ’ αυτούς που κερδίζουν αυτό το βραβείο εμφανίζεται η σημαία της χώρας τους. Υπάρχει η κινέζικη σημαία, η ρώσικη δυο φορές, η βρετανική, η αμερικάνικη, όμως π.χ. η γερμανική δεν υπάρχει, ενώ η ελληνική υπάρχει!»

Επομένως γίνεται έπαρση της σημαίας και από σας, όχι μόνο από αθλητές που λέμε «κατάφερε να υψώσει την ελληνική σημαία.
«Ναι, τονίζεται ιδιαίτερα η χώρα καταγωγής. Για παράδειγμα, στο ντοκυμαντέρ που γύρισαν με αφορμή το βραβείο - ήλθαν εδώ ολόκληρο συνεργείο και έμειναν πέντε μέρες, έκαναν γυρίσματα πάνω από 25 ώρες και με το μοντάζ θα μείνει μόλις μία -, τράβηξαν πλάνα από την παλιά γειτονιά μου, αλλά και από την Ακρόπολη. Τους είχα πει ότι εκεί πήγαινα πιτσιρικάς περιπάτους με τον πατέρα μου και μου μιλούσε για διάφορα, και ήθελαν να πάρουν πλάνα. Άσε, για να πάρουν πλάνα από την Ακρόπολη δεινοπαθήσαμε. Όχι μέσα στον αρχαιολογικό χώρο, αλλά από του Φιλοπάππου, κι όμως δε μας αφήνανε. Και να σκεφτείς ότι την ίδια μέρα είχαν κρεμάσει το πρωί πανό κάποιοι συνδικαλιστές στην Ακρόπολη. Τέλος πάντων, ευτυχώς η γυναίκα μου γνώριζε ένα άλλο μονοπάτι και πήγαμε και τραβήξαμε τα πλάνα από εκεί.»



Η Ελλάδα…

Μιλάμε για ελληνική «κομπίνα»…

«Τι να κάνουμε; Τελικά μάς βγήκε σε καλό, είναι ένα μονοπάτι πίσω από το Αστεροσκοπείο και βγαίνεις σε ένα σημείο που η θέα προς την Ακρόπολη είναι καταπληκτική, ίσως βοηθούσε και ο φωτισμός εκείνης της ημέρας, είχε συννεφιά, αναδεικνυόταν μόνο το μνημείο, φαίνονταν τα Προπύλαια και ο ναός της Αθηνάς, ήταν κάτι μαγευτικό.
Μου ζήτησαν και τους πήγα και στο Σούνιο, πήραν πλάνα και από τον πορθμό του Ευρίπου, με την παλίρροια και την άμπωτη.»

Ίσως γιατί τα τελευταία χρόνια ασχολείστε με τα ρευστά.
«Όχι μόνο, το φαινόμενο εμπεριέχει και τις δύο ενασχολήσεις μου, και τη βαρύτητα και τη συμπεριφορά των ρευστών [γέλια]. Εκτός απ’ αυτά όμως, πήρανε πλάνα κι απ’ την παλιά μου γειτονιά, εκεί στον Άγιο Αρτέμιο, πίσω από το Α΄ Νεκροταφείο· βέβαια τότε ήταν τελείως διαφορετικά, δεν είχε τόσες πολυκατοικίες. Τέλος πάντων, αυτή ήταν η γειτονιά που μέναμε, αν και οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες, Μικρασιάτες.»

Α, επομένως έχετε μικρασιατική καταγωγή! Ίσως γι’ αυτό σάς τραβάει η Μυτιλήνη!
«Ναι, ναι βέβαια.»

Πρακτικά…

Να κάνω μια μάλλον «αντιπαθητική» ερώτηση σε μαθηματικό;

«Για ν’ ακούσω!»

Ως μαθηματικός, εκνευρίζεστε όταν σας ρωτούν αν όλα αυτά που κάνετε έχουν πρακτική εφαρμογή ή πρακτική επίδραση; Μάλλον, να το θέσω και λίγο διαφορετικά, την ώρα που τα κάνετε, έχετε κάποια άποψη για τυχόν πρακτικές τους επιδράσεις στο μέλλον;

«Όχι, και δε νομίζω ότι και κανείς άλλος που ασχολείται με ανάλογα θέματα έχει κάτι τέτοιο προκαταβολικά στο μυαλό του. Όμως κάποια στιγμή, πρακτική επίδραση θα υπάρξει εξ αντικειμένου. Εγώ ας πούμε, όπως και ο Arnold, είμαστε ένα υποσύνολο των μαθηματικών που ασχολούμαστε με προβλήματα που έρχονται από τη Φυσική. Εξ ορισμού, λοιπόν, κάποια στιγμή αυτά θα βρεθούν μπροστά μας στην πράξη. Ένα πρόβλημα, όμως, που προέκυψε από τους νόμους της Ουράνιας Μηχανικής του Νεύτωνα, σίγουρα θα έχει εφαρμογή στην Αστρονομία. Θα μου πεις, και η Αστρονομία είναι μια θεωρητική επιστήμη. Αν πάμε όμως σε κάτι άλλο, π.χ. σε ένα πρόβλημα που έρχεται από τα ρευστά, εσύ μεν μπορεί να τα μελετάς θεωρητικά, όμως όλα αυτά, πλοία, αεροπλάνα, κινούνται μέσα σε κάποιας μορφής ρευστά, νερό ή αέρα, οπότε σίγουρα θα υπάρξει κάποια στιγμή πρακτική εφαρμογή. Όμως, επαναλαμβάνω, στη φάση που μελετάς ένα τέτοιο πρόβλημα, δεν έχεις προκαταβολικά στο μυαλό σου την πρακτική του εφαρμογή.»

Παρ’ όλα αυτά, σας έχει τύχει από την πείρα σας στο παρελθόν να μελετήσετε ένα αμιγώς θεωρητικό πρόβλημα και κάποια στιγμή αργότερα να το δείτε να έχει πρακτική εφαρμογή;
«Όχι ακριβώς. Έχει τύχει, όμως, ένα πράγμα που έκανα πριν από 20 χρόνια, και τότε φαινόταν καθαρά θεωρητικό, να το δω ο ίδιος στην πράξη π.χ. στην Αστρονομία. Χαρακτηριστικά ο φίλος μου, ο κορυφαίος επιστήμονας της Αστρονομίας, ο David Spergel, που πήρε πέρυσι το Shaw στην Αστρονομία, ήρθε και μας βρήκε στο Λουτράκι και έμεινε μαζί μας μια βδομάδα και μου είπε ότι αυτά που είχα κάνει τότε, δεν αποκλείεται σε δέκα ή και σε πέντε χρόνια να τα βρούνε με ραδιοτηλεσκόπια.»

Πάντως, δεν έχει ενδιαφέρον να σκέφτεσαι «κάτι που το βρήκα εγώ, κάποιοι μετά από χρόνια το μελετούν πειραματικά και ενδέχεται να το βρουν»;

«Ασφαλώς και έχει, και έστω και αν τα παρακολουθείς από μακριά, έχει τη σημασία της η πειραματική επιβεβαίωση.»

Είπαμε τόσο πολλά και θα μπορούσαμε να πούμε κι άλλα τόσα, όμως αυτοί του καναλιού από το Χονγκ Κονγκ κάνουν μοντάζ, εμείς να δούμε πώς θα τα καταφέρουμε στην εφημερίδα!
«Δεν υπάρχει πρόβλημα, θα πούμε τα υπόλοιπα άλλη φορά, αφού είναι βέβαιο πώς θα ξανάρθω Μυτιλήνη!»


Ποιος είναι
Ο Δημήτρης Χριστοδούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1951. Σε ηλικία μόλις 16 ετών φεύγει για το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον στις ΗΠΑ. Το 1970, σε ηλικία 19 χρόνων, παίρνει μάστερ Φυσικής και τον επόμενο χρόνο διδακτορικό (!) στον ίδιο κλάδο. Από τότε ξεκινά μια πορεία διεθνούς ακαδημαϊκής καταξίωσης. Υπότροφος ερευνητής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας (1971), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης ερευνητής στο CERN της Γενεύης (1972), επισκέπτης ερευνητής στο Διεθνές Κέντρο Θεωρητικής Φυσικής στην Τεργέστη και στο Ινστιτούτο Max Planck του Μονάχου (1974). Από Το 1977, κάνει μια σημαντική στροφή στην καριέρα του, περνώντας από τη Φυσική στα Μαθηματικά. Έκτακτο μέλος στο περίφημο Μαθηματικό Ινστιτούτο Courant, του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, θα κάνει σημαντικές εργασίες και σε άλλα πανεπιστήμια και θα επιστρέψει το 1988 στο Courant, σε θέση τακτικού καθηγητή. Ακολουθεί μια λαμπρή αλληλουχία εξαίρετων μαθηματικών εργασιών, σε συνδυασμό με περαιτέρω διεθνή αναγνώριση σε τομείς όπως οι μερικές Διαφορικές Εξισώσεις, η Διαφορική Γεωμετρία, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας και πιο πρόσφατα η Μηχανική των Ρευστών. Οι βραβεύσεις είναι συνεχείς, με κορυφαίες το Βραβείο MacArthur το 1993, το ­Bôcher Memorial Prize (1999), το σημαντικότερο βραβείο της American Mathematical Society στον κλάδο της Ανάλυσης, και φέτος το Shaw Prize, που πολλοί ονομάζουν το «Νόμπελ» της Ασίας. Από πλευράς ακαδημαϊκής παρουσίας διετέλεσε για αρκετά χρόνια (1992 - 2001) τακτικός καθηγητής Μαθηματικών στο Πρίνστον, ενώ από το 2001 είναι καθηγητής Μαθηματικών και Φυσικής στο Ομοσπονδιακό Πολυτεχνείο της Ζυρίχης και επισκέπτης καθηγητής σε πολλά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey