
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η αρχή της φυγής προ της βίας. Κάτω από την αφόρητη πίεση μιας σκληρής, αδιέξοδης πραγματικότητας, οι Έλληνες μεταναστεύουν. Φεύγουν σαν τα πουλιά για άλλες χώρες, ψάχνοντας να ανιχνεύσουν το μέλλον τους, να βρουν το δικαίωμά τους για εργασία.
Η αρχή της φυγής προ της βίας. Κάτω από την αφόρητη πίεση μιας σκληρής, αδιέξοδης πραγματικότητας, οι Έλληνες μεταναστεύουν. Φεύγουν σαν τα πουλιά για άλλες χώρες, ψάχνοντας να ανιχνεύσουν το μέλλον τους, να βρουν το δικαίωμά τους για εργασία. Αυτό είναι ένας ξεριζωμός.
Μια βίαιη μεταφύτευση τραυματική, που αφήνει ανεξίτηλα ίχνη στην ατομική ζωή, αλλά και στην εθνική ταυτότητα. Βέβαια, το πρώτο που θίγεται, είναι ο βασικός πυρήνας της κοινωνίας μας, που αντιπροσωπεύει η οικογένεια. Γεμίζει πληγές το σώμα της πατρίδας μας. Πληγές που αιμορραγούν συνεχώς και επιφέρουν πέρα από το διαρκή πόνο, τη διαρκή απίσχναση, ένα πρόωρο γήρας.
Εκείνος που θίγεται ανεπανόρθωτα εκτός από τον ξενιτεμένο, είναι η μητέρα. Η ιστορία, η παράδοση έχουν αποδώσει με χίλιους τρόπους τη μητέρα που χάνει τα παιδιά της.
Η ελπίδα του γυρισμού για κείνους που φεύγουν, απομακρύνεται, καθώς ο δρόμοι της παλιννόστησης κλείνουν με το δυσοίωνο μέλλον δεκαετιών που χρειάζονται για να γίνει (αν γίνει) το θαύμα μιας τέτοιας ανάπτυξης, ικανής να απορροφήσει όλους εκείνους που έφυγαν, ακόμα κι αν θελήσουν να επαναπατρισθούν.
Το βίωμα του ξενιτεμού είναι συγκλονιστικό. Αποτελεί ένα κομβικό σημείο στην ομαλή ροή της ζωής, ένα μεγάλης έντασης ψυχοτραυματισμό. Φόβος για το άγνωστο, θυμός για την Ελλάδα και απαξίωση γι’ αυτήν τη χώρα. Πολύ συχνά οι μετανάστες ταυτίζονται με τη θετή τους πατρίδα και θεσπίζουν αντιδραστικές θέσεις, κατηγορώντας κι αυτοί μαζί με τους υπόλοιπους «εμιγκρέδες», τους εναπομείναντες στην πατρίδα.
Ας δούμε, όχι περιγραφικά, αλλά ψυχολογικά την τραγική φιγούρα της μάνας. Έτσι που το βαρύ πένθος του αποχωρισμού καταστρέφει της ζωή της.
Ντύνεται στα μαύρα, φορά τα μαύρα μαντήλια και αποσυρμένη από τη ζωή, σιωπηλή, υπομονετική, αξιοπρεπής, πίνει τον καημό και καταριέται μέσα της όλους εκείνους που οδήγησαν τη μοίρα της εδώ που βρίσκεται.
Αν υποτεθεί ότι τα παιδιά που έχουν κάνει σπουδές και μάλιστα με ιδιαίτερη επιτυχία, ίσως και νοημοσύνη, φεύγουν πρώτα και γίνονται ανάρπαστα από τα ξένα πανεπιστήμια, τότε έχουμε μια πρωτογενή διαρροή στο νευρικό ιστό της χώρα μας.
Απογυμνώνεται η Ελλάδα από τις δυνατότητες επανόρθωσης χωρίς παρουσία στην έρευνα και την επιστήμη, ή τις τέχνες.
Οι γονείς των παιδιών που σπουδάζουν, ξοδεύουν μια ολόκληρη περιουσία, κάνουν μια επένδυση που την καρπούνται και τα ξένα κράτη, βρίσκοντας ανέξοδα επιστημονικό προσωπικό.
Τα περασμένα χρόνια, όταν πάλι η Ελλάδα ήταν υπό «κατοχή», μια ολόκληρη γενιά είχε μεγαλώσει με τα τραγούδια του Καζαντζίδη, «Μανούλα, θα φύγω, μην κλάψεις για μένα, η μοίρα το γράφει μονάχος να ζω. ... Παιδί πια δε θα ‘χεις, μανούλα γλυκιά, εκεί θα πεθάνω, στα ξένα». Τραγούδια αθάνατα, που μιλούν απ’ ευθείας στην ψυχή του απλού ανθρώπου.
«Στις φάμπρικες της Γερμανίας και στου Βελγίου τις στοές, πόσα παιδιά σκληρά δουλεύουν και κλαίνε οι μάνες μοναχές». Πάλι η φιγούρα της μάνας προβάλλει στο προσκήνιο αυτής της στημένης παράστασης με τους κουστουμάκηδες καταστροφείς και κυνηγούς της ανθρώπινης ευτυχίας.
Η οδύσσεια είναι το αντίδοτο του ξενιτεμού. Ο δρόμος του γυρισμού είναι καρύς, όμως η νοσταλγία για την Ιθάκη τόσο δυνατή, που πολλές φορές είναι αδύνατο να ξεπεραστεί.
Ο ξενιτεμός έχει σκοπό και κατ’ αρχήν θεωρείται αντιστρεπτός. Όλοι οι μετανάστες πιστεύουν ότι κάποια μέρα θα ξαναδούν το πατρικό τους σπίτι. Δουλεύοντας εξαντλητικά ώστε όταν γυρίσουν, να δείξουν στους συμπατριώτες τους ότι πέτυχαν και είναι φτασμένοι. Όμως και αυτά τα ευημερήσαντα όντα, όταν γυρίζουν, αυτή η πατρίδα τα απομυζά, τα αποξηραίνει με τη γραφειοκρατία και τα τεράστια εμπόδια που βάζει στο δύσκολο δρόμο τους.
Όλα, στο όνομα ενός κλεψίτυπου πατριωτισμού. Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της για να καλύψει τους κλέφτες και τους απατεώνες που τη ρήμαξαν.
Ο ξενιτεμός είναι μια ακόμα λεηλασία τους εθνικού μας πλούτου. Ίσως η σημαντικότερη. Δεν είναι ένα απλό ξεπούλημα όπως τα άλλα. Είναι μια «γενοκτονία», ένα εθελούσιο παιδομάζωμα. Ελπίζω όσοι μάς εγκατέλειψαν, να μη γίνουν «γενίτσαροι», αλλά να κρατήσουν αναμμένη μέσα τους τη σπίθα για την πατρίδα τους και να την υπερασπιστούν.