
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Της Χρύσας Καλτσώνη*
Το κίνητρο της εκδίκησης συγκαταλέγεται στα πιο ισχυρά ψυχολογικά κίνητρα που μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές εγκληματικές πράξεις, ιδιαίτερα σε ανήλικους και νέους δράστες. Σε περίπτωση που ένα άτομο αισθάνεται ότι αδικείται ή ότι υφίσταται σοβαρή βλάβη, η ανάγκη να αναζητήσει δικαιοσύνη μπορεί να μετατραπεί σε βίαιες πράξεις. Κάποιες από αυτές τις βίαιες πράξεις αποτελεί η επιθετική συμπεριφορά, βάσει της οποίας η επιθυμία για εκδίκηση μπορεί να εκδηλωθεί - αν δεν υπάρξει κάποια οριοθέτηση ή πρόληψη - σε σωματική βία κατά των ατόμων που θεωρούνται υπεύθυνα για την αδικία ή την προσβολή. Αυτή η βία μπορεί να περιλαμβάνει σωματικές επιθέσεις ή ακόμα και ομαδική βία, όπως για παράδειγμα είναι ο σχολικός εκφοβισμός.Μια άλλη βίαιη πράξη είναι η ανθρωποκτονία. Στην περίπτωση ακραίων γεγονότων, η ανάγκη για εκδίκηση μπορεί να οδηγήσει σε ανθρωποκτονία. Το άτομο σε αυτήν την περίπτωση αισθάνεται έντονα το συναίσθημα της αδικίας και της υπονόμευσης και θεωρεί ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να αποκαταστήσει το δίκαιο ή αλλιώς να τιμωρήσει την αδικία που υπέστη.
Ένα άλλο είδος βίαιης πράξης που υφίσταται κοινωνικά είναι το έγκλημα που περιλαμβάνει κάποιου είδους καταστροφής ιδιοκτησίας, αντικειμένων, ακόμα και με τη μορφή κλοπής. Αυτό συμβαίνει συνήθως όταν οι νέοι νιώθουν απογοητευμένοι και θέλουν με κάποιο τρόπο να αισθανθούν εσωτερική δικαίωση από την έλλειψη συναισθηματικής πληρότητας - παραμέλησης που έχουν δεχθεί. Στις περισσότερες περιπτώσεις,τα κίνητρα της εκδίκησης συνδέονται κυρίως με τη σωματική, τη συναισθηματική - ψυχική, σεξουαλική κακοποίηση. Η ανάγκη για εκδίκηση είναι μια - δυστυχώς - θλιβερή σταθερή πτυχή της ανθρώπινης φύσης. Μπροστά στην προφανή αδικία και την απουσία της επιθυμίας για εσωτερική βελτίωση το προσωπικό κίνητρο για εκδίκηση είναι πολύ συνηθισμένο στις μέρες μας. Η κουλτούρα της βίας, ο ρόλος καθώς και το ιστορικό της οικογένειας, οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των νέων καθώς και οι συνθήκες που προκαλούν την παραβατικότητα μπορούν να ενισχύσουν την ανάγκη για εκδίκηση.
Σε γενικό πλαίσιο, οι άνθρωποι από τη φύση τους έχουν μια πολύ έντονη αίσθηση της δικαιοσύνης και πολλές φορές η επιθυμία για εκδίκηση αντιπροσωπεύει μια επίμονη σκοτεινή πλευρά της δικαιοσύνης. Πιο ειδικά, τα παιδιά τα οποία επιλέγουν να ενταχθούν σε μια τρομοκρατική ομάδα, προέρχονται στις περισσότερες περιπτώσεις από κάποιο κακοποιητικό περιβάλλον. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τον αυτοτραυματισμό του ίδιου του παιδιού για μεγάλο χρονικό διάστημα, την κακοποίηση ανάμεσα στους γονείς αλλά και την κακοποίηση των γονέων απέναντι στο ίδιο το παιδί, την γενικότερη έκθεση σε βίαιες καταστάσεις,την κακοποίηση αγαπημένων προσώπων, όπως είναι η περίπτωση των φίλων, είτε αυτό αφορά τον βίαιο τρόπο απώλειας ζωής μέσα από κάποιο ατύχημα είτε μέσα από κάποια δολοφονία.
Για όλους τους παραπάνω λόγους ένα παιδί μπορεί να ταυτιστεί με την ιδεολογία που πρεσβεύουν οι τρομοκρατικές ομάδες. Αυτή είναι η κεντρική δυναμική της ανάγκης για εκδίκηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η άνοδος της ανήλικης παραβατικότητας και συγκεκριμένα των ανήλικων συμμοριών στη χώρα μας την Ελλάδα. Πολλά παιδιά εντάσσονται σε συμμορίες υπό την επήρεια της εκδίκησης. Επιστημονικά, έχει αποδειχθεί ότι πολλοί νέοι παραβάτες παρακινήθηκαν να ενταχθούν σε συμμορίες επειδή αισθάνθηκαν σε μεγάλο ποσοστό αδικημένοι ή παραμελημένοι, κάτι το οποίο αποτελεί ένα πολύ διαδεδομένο θέμα στις ζωές των περισσότερων τρομοκρατών. Μεγάλο ποσοστό ανήλικων τρομοκρατών έχουν γίνει μάρτυρες σε δολοφονίες - κακοποίηση, ή έχουν βιώσει μια πράξη αδικίας και αυτό αποτελεί το καταλυτικό κίνητρο για να ξεκινήσουν τη ζωή τους ως ενεργοί τρομοκράτες. Επίσης, πολλοί ανήλικοι τρομοκράτες έχουν αναφέρει κατά καιρούς ότι ο λόγος που επέλεξαν να ενταχθούν για πρώτη φορά σε οργανώσεις ήταν τα γεγονότα που έδειχνε η τηλεόραση και γενικά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αφού όπως υποστήριξαν οι ίδιοι σε ένα επίπεδο εσωτερικά ένιωθαν ότι ταυτίζονταν με τα θύματα. Μπορεί να μη γνώριζαν τους ανθρώπους που εμπλέκονταν ή να είχαν σχέση με την περιοχή ή το μέρος που έλαβε χώρατο συμβάν, αλλά εσωτερικά έβρισκαν ένα στοιχείο το οποίο τους ωθούσε να ενταχθεί σε κάποιο κίνημα. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι τρομοκρατικές ομάδες διαφέρουν σημαντικά ως προς την προσέγγισή τους για τη στρατολόγηση των νέων τους μελών καθώς και στη μορφή της στρατηγικής που θα χρησιμοποιήσουν. Ακόμα και η ίδια οργάνωση μπορεί να διαφοροποιεί την πολιτική και τις προσεγγίσεις της σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και περιοχές. Ορισμένες ομάδες για παράδειγμα στην επιθυμία τους να προσελκύσουν και να εντάξουν νέα μέλη, είναι εξαιρετικά πρόθυμες να επενδύσουν τεράστια προσπάθεια στον εντοπισμό δυνητικών νεοσύλλεκτων καθώς και να αναδείξουν τις ανταμοιβές και τα πλεονεκτήματα της ένταξης.
Για αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντικό να μελετάται η ψυχολογία της εκδίκησης. Χρειάζονται οι κατάλληλες στρατηγικές πρόληψης και παρέμβασης προκειμένου να μειωθεί η εκδίκηση ως κίνητρο για τη διάπραξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων. Πολύ σημαντικό βήμα αποτελεί η ένταξη ειδικών συμβούλων ψυχικής υγείας στα σχολεία προκειμένου να παρατηρούν και να ακούν τις ανάγκες - προβληματισμούς των παιδιών δημιουργώντας μια σχέση εμπιστοσύνης. Με αυτόν τον τρόπο οι νέοι θα μπορούν να διαχειρίζονται τα συναισθήματα τους με πιο υγιείς τρόπους,και αφετέρου θα χτίζονται καλύτερες σχέσεις ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τα παιδιά. Μέσω αυτού θα δημιουργείται ένα φιλικό περιβάλλον όπου θα αναπτύσσεται ο αμοιβαίος σεβασμός, η ενσυναίσθηση, η ευγένεια, η δοτικότητα και φυσικά θα αυξάνεται το κίνητρο και η επιθυμία για μάθηση.
Ένα άλλο μέτρο πρόληψης είναι η επιμόρφωση των γονέων μέσα από τη διεξαγωγή σεμιναρίων, έτσι ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται καλύτερα τη σχέση τους με τα παιδιά τους.Όπως και με τους γονείς, αυτό είναι σημαντικό να πραγματοποιείται και στους ίδιους τους νέουςμε σκοπό να εξασκούνται στους εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης των συγκρούσεων, χωρίς τη χρήση βίας, όπως επίσης να δίνεται το έναυσμα μέσα από πρότυπα επιστημονικά για την απόκτηση κινήτρου προσωπικής εξέλιξης και προόδου. Τέλος, είναι απαραίτητο να υπάρχει υποστήριξη των οικογενειών σε κοινωνικό επίπεδο, έτσι ώστε να μπορούν οι γονείς να αναπτύσσουν υγιείς σχέσεις με τα παιδιά τους μέσα από κοινές δραστηριότητες και να μειώνονται με αυτόν τον τρόπο οι συναισθηματικές και κοινωνικές πιέσεις.
*Η Χρύσα Καλτσώνη είναι Κοινωνική Εγκληματολόγος -Εγκληματολογική Ψυχολόγος. Καθηγήτρια στην Αστυνομική Ακαδημία της Ελλάδος. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παν. Αιγαίου