
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Φαίνεται ότι όσες κρίσεις και αν περάσουμε, όσες δύσκολες καταστάσεις και αν βιώσουμε ως τόπος και κοινωνία, δεν γινόμαστε «σοφότεροι» για να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της καταστροφής και της εξαθλίωσης ενός πολύ μεγάλου μέρους της κοινωνίας, που εδώ και μια δεκαετία προσπαθεί, χωρίς αποτελέσματα, να σηκώσει ...κεφάλι και να προχωρήσει. Δυστυχώς τα ελαττώματα της «φυλής», που οδήγησαν σε πλείστες περιπτώσεις ανά τους αιώνες, σε διχαστικές αντιπαραθέσεις, ακόμη και σε εμφύλιες συρράξεις, φαίνεται ότι είναι στο DNA μας και γι αυτό τα «παθήματα» δεν γίνονται «μαθήματα», παρά τα συνεχή στραπάτσα. Και το κακό αυτό δεν περιορίζεται μόνο σε επίπεδο κορυφής και στα υψηλά κλιμάκια, που διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου μας, αλλά διαχέεται σε όλα τα επίπεδα, διαμορφώνοντας ένα διχαστικό κλίμα που εκπέμπει τοξικότητα και όπου στόχος είναι η εξουδετέρωση του «αντιπάλου» με κάθε τρόπο. Υπάρχει δηλαδή μια πολιτική παράδοση που δεν αλλάζει στη χώρα μας, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες κρίσεις κι αν βιώσουμε, όσες δημόσιες συζητήσεις και αναλύσεις κι αν κάνουμε. Αυτή η παράδοση, ειδικά όταν έχουμε εκλογική αναμέτρηση λέει, ότι ο δικός μας προεκλογικός διάλογος κινείται πάντοτε… εκτός θέματος. Είναι τοξικός, αναπαράγει όλα τα γνωστά στερεότυπα και αγνοεί τις πραγματικά μεγάλες προκλήσεις που είναι μπροστά μας. Και αυτές όπως είναι γνωστό, μετά τα όσα έχουν συμβεί και στη χώρα μας και στην ήπειρό μας, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και όσα αυτός προκάλεσε είναι τεράστιες και η διαχείρισή τους για να αντιμετωπιστούν με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες, χρειάζονται πέρα από τις ευρύτερες γεωπολιτικές συνεργασίες, εν προκειμένου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, και τη μέγιστη δυνατή συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων σε εθνικό επίπεδο, για θέματα που αφορούν την κοινωνία. Είναι κρίμα, που το πολιτικό σύστημα της χώρας μας δεν κατάφερε, παρά τα όσα βιώσαμε ως χώρα τα προηγούμενα χρόνια, να βρει ένα minimoum αν όχι συναίνεσης, τουλάχιστον συνεννόησης, ενδεχομένως με κάποιες αμοιβαίες υποχωρήσεις, για τα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία και τα οποία δεν είναι απαραιτήτως αντικείμενο αντιπαράθεσης και μάλιστα τόσο «τοξικής». Δυστυχώς όμως η αλήθεια είναι ότι όλα έχουν μπει στο ...βωμό της σύγκρουσης και αυτή η εικόνα δημιουργεί αποστροφή σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας που βιώνοντας τις δυσκολίες της έχει απογοητευτεί και βλέπει μόνο αδιέξοδα...Και αυτό δεν είναι καλό!
Βρισκόμαστε πλέον σε προεκλογικό χρόνο, λίγους μήνες πριν ανοίξουν οι κάλπες των εθνικών εκλογών και τα θέματα που κυριαρχούν στην επικαιρότητα είναι συνεχώς μεταβαλλόμενα, αλλάζοντας και την προεκλογική ατζέντα, αφού οι εξελίξεις φέρνουν στο προσκήνιο νέα στοιχεία και δεδομένα, που εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να παραβλεφθούν. Εξελίξεις απρόβλεπτες και εν πολλοίς πρωτόγνωρες, που συνεχώς μας εκπλήσσουν δυσάρεστα, φαίνεται πλέον να αποτελούν τη νέα καθημερινότητα, με την οποία θα πρέπει να πορευτούν και οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας, αφού η μετά Covid εποχή συνεχώς αιφνιδιάζει με όσα προκύπτουν. Εκεί που είχαμε κατά κάποιο τρόπο βάλει σε έλεγχο την πανδημία, που έφερε τα πάνω κάτω στη ζωή μας, προέκυψε ξαφνικά ο πόλεμος για να προκαλέσει νέα δεινά και να αλλάξει τις προτεραιότητες στον κόσμο και στη χώρα μας. Εκεί που είχαμε ξεχάσει τι σημαίνει πληθωρισμός, ήρθε η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια να προκαλέσει νέες αναστατώσεις και να προσγειώσει κράτη και κοινωνίες στη νέα πραγματικότητα, που προβλέπεται δυσοίωνη για πάρα πολύ κόσμο, που καλείται για άλλη μια φορά να τα βγάλει δύσκολα, και μάλιστα την ...ώρα που περίμενε, μετά από όσα είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια, να πάρει επιτέλους μια ανάσα. Και ενώ ως χώρα και κοινωνία είχαμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια που τίναξαν στον... αέρα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, αλλά και τις απειλές του Ερντογάν κατά της χώρας μας που όπως και να το κάνουμε δημιουργούν κλίμα έντασης και αβεβαιότητας στην ευρύτερη περιοχή μας, γεγονότα που θα έπρεπε να αποτελέσουν ισχυρό λόγο για να υπάρξει η ελάχιστη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, παρατηρείται μια αντιπαλότητα, μέχρι «τελικής πτώσης» που δεν δημιουργεί προσδοκίες ότι μπορεί να «ηρεμήσει» η κατάσταση και να αλλάξει αυτό το τοξικό κλίμα, που δεν προσφέρεται για να αναζητηθούν οι καλύτερες και με τη μέγιστη συναίνεση λύσεις. Τώρα μάλιστα που έχουν προκύψει και νέα δεδομένα στο πεδίο της αντιπαράθεσης με τις παρακολουθήσεις που έσκασαν και εσχάτως και με την υπόθεση διαφθοράς στο ευρωκοινοβούλιο με την εμπλοκή της μέχρι πρόσφατα ελληνίδας αντιπροέδρου Εύας Καϊλή, το «σκηνικό» έχει πάρει ...φωτιά και όλα δείχνουν ότι θα πάμε στις εκλογικές αναμετρήσεις του επόμενου διαστήματος -γιατί το πιθανότερο είναι ότι θα έχουμε διπλές εκλογές- με τεράστια ένταση και με προσωπικές αντιπαραθέσεις που μακάρι να μην οδηγήσουν και σε πολιτική αστάθεια. Γιατί μόνο αυτό δεν χρειάζεται, αυτήν την περίοδο η χώρα μας, μέσα σε αυτήν την παγκόσμια «φουρτούνα» και την αβεβαιότητα που επικρατεί και στην... γειτονιά μας.
Τελικά τι θα μετρήσει στις προτιμήσεις του εκλογικού σώματος, πηγαίνοντας προς τις κάλπες και ποια διλήμματα θα επηρεάσουν τις επιλογές του είναι το κρίσιμο ζητούμενο, που θα διαμορφώσει και τους συσχετισμούς της επόμενης μέρας. Το βέβαιο είναι ότι όλα θα τεθούν στο ...τραπέζι, όπως και να έχει και οι πολίτες θα αποφασίσουν ακούγοντας τις προτάσεις και τις λύσεις του καθενός, αλλά και την αξιοπιστία των πολιτικών δυνάμεων που διεκδικούν την ψήφο των πολιτών. Και επειδή οι κύριες και μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας έχουν και κυβερνητική θητεία, αφού διαχειρίστηκαν εξουσία, είναι βέβαιο ότι θα κριθεί και η αξιοπιστία των λεγομένων τους και των δεσμεύσεων τους κατά τα έργα τους, αφού έχουν δείξει σαφή «δείγματα γραφής» από την περίοδο που κυβέρνησαν με τα θετικά και τα αρνητικά τους. Αλλά και πως προσεγγίζει η κάθε πλευρά τα μείζονα ζητήματα που έχουν προκύψει σήμερα και απασχολούν την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας και την τρέχουσα επικαιρότητα, που προφανώς και θα ληφθούν υπόψη στις επιλογές του κόσμου που θα πάει στις κάλπες. Είναι φανερό ωστόσο ότι δεν προσεγγίζουν με την ίδια ατζέντα όλοι στην ιεράρχηση των προβλημάτων και των προτεραιοτήτων που τίθενται στον δημόσιο διάλογο με φόντο μάλιστα τις εκλογές. Η κυβερνητική πλευρά προτάσσει τα θέματα που αφορούν το ενεργειακό κόστος και την ακρίβεια, προσπαθώντας με τις παρεμβάσεις της να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις τους στα νοικοκυριά, ώστε να έχει και την μικρότερη δυνατή φθορά, αφού ως κυβέρνηση αυτή εισπράτει την δυσαρέσκεια του κόσμου, ενώ καλείται να διαχειριστεί και την «καυτή πατάτα» που προέκυψε με την υπόθεση των παρακολουθήσεων, που την έφερε απολογούμενη, καταλογίζοντας μάλιστα ευθύνες στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Ενώ από την δική της οπτική, η αντιπολίτευση , κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση, αδυνατώντας να «καρπωθεί», όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις , εκλογικά οφέλη από την κυβερνητική φθορά, λόγω του ενεργειακού και της ακρίβειας, επιχειρεί να αλλάξει την ατζέντα προτάσσοντας ως πρώτο και μείζονος σημασίας τα των παρακολουθήσεων, με προσωπικές αιχμές στον πρωθυπουργό με στόχο να πλήξει το πιο ισχυρό «χαρτί» της κυβερνητικής πλευράς, όπως τουλάχιστον δείχνουν και οι σχετικές δημοσκοπήσεις που είναι ο Κ. Μητσοτάκης. Το ποια τελικά θέματα θα επηρεάσουν την ψήφο των πολιτών κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει, πολύ περισσότερο αν οι εξελίξεις και τα γεγονότα κρύβουν εκπλήξεις. Με τα μέχρι τώρα δεδομένα πάντως εικάζεται από διάφορους αναλυτές, ότι τα θέματα που έχουν σχέση με την «τσέπη» θα παίξουν τον κυρίαρχο ρόλο, χωρίς να αποκλείονται και όλα τα άλλα θέματα, αρκεί να υπάρχουν και σαφείς αποδείξεις ενοχής, πέρα από τις μέχρι τώρα «αποκαλύψεις».
Και αν με βάση το υφιστάμενο «σκηνικό» είναι δεδομένη και σε εξέλιξη η αντιπαλότητα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, με τα πρόσωπα του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη και του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλ. Τσίπρα, να κυριαρχούν στην πολιτική αντιπαράθεση και μάλιστα με διλημματικού τύπου συγκρίσεις, στα πλαίσια του συνήθη δικομματισμού, που εδώ και δεκαετίες διεξάγονται οι εκλογικές αναμετρήσεις στη χώρα μας, φαίνεται ότι καθοριστικό ρόλο και «κλειδί» στις μετεκλογικές εξελίξεις θα παίξει το ΠΑΣΟΚ, ως ο «τρίτος» πόλος του πολιτικού σκηνικού, που φιλοδοξεί να αλλάξει τους συσχετισμούς και τις υφιστάμενες ισορροπίες. Αυτό είναι η πολύφερνη «νύφη» σε περίπτωση που δεν προκύψει αυτοδυναμία. Και εν πολλοίς από τη δική του δυναμική, και την αντοχή κυρίως στις δεύτερες κάλπες, αν δηλαδή θα καταφέρει να αναδειχθεί από τις κάλπες ενισχυμένο και κρατηθεί σε αξιοπρόσεκτα ποσοστά θα εξαρτηθεί και ο μετεκλογικός συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων που θα προκύψουν από τις κάλπες. Το γεγονός βέβαια ότι το ΠΑΣΟΚ έχει βρεθεί στο επίκεντρο των γεγονότων τον τελευταίο καιρό με την υπόθεση παρακολούθησης του προέδρου του Ν. Ανδρουλάκη και εσχάτως με το σκάνδαλο διαφθοράς στο ευρωκοινοβούλιο με κεντρικό πρόσωπο την Εύα Καϊλή, προκαλεί ποικίλες αναταράξεις και στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, αλλά και συνολικά στο πολιτικό σκηνικό. Οταν μάλιστα το μήνυμα που εκπέμπει η Χαρ. Τρικούπη εδώ και πολύ καιρό, σε σχέση με τις συνεργασίες, που έτσι και αλλιώς θα τεθούν στο τραπέζι μετά τις εκλογές, είναι «θολό» και «μεταλλάσσεται» ανάλογα με τα γεγονότα, είναι απρόβλεπτο πως θα εκληφθεί από το εκλογικό σώμα και πως θα αποτυπωθεί τελικά και στις κάλπες, ειδικά στις δεύτερες, όπου το δίλημμα πολιτική σταθερότητα ή ακυβερνησία θα τεθεί με ένταση. Και σε αυτό τα... μισόλογα και τα «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε», κατά την γνώμη μας , δεν θα έχουν καμιά τύχη! Με αυτά και με εκείνα έχουμε πλέον μπει στην «τελική ευθεία» για τις κάλπες, με τα απρόβλεπτα και τις εκπλήξεις να μην υπολείπονται, αφού καθημερινά νέα στοιχεία και γεγονότα επιχειρούν να διαμορφώσουν κλίμα και να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Και απ ότι φαίνεται πέρα από τις όποιες σταθερές, τα απρόβλεπτα «γεγονότα» είναι εκείνα που θα επηρεάσουν και τις τελικές επιλογές του κόσμου, γι αυτό και η διάχυτη αγωνία και αβεβαιότητα, για το τι μπορεί να προκύψει. Ίδωμεν!