
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Οι Πλωμαρίτες Κλειδαράδες, ήρωες της Εθνικής Αντίστασης, ξαδέλφια της ηγουμένης του Αγίου Ραφαήλ
Στο «Εμπρός» της 20ής Ιουλίου 2013 δημοσιεύθηκε στο «Εμπρός» ένα αφιέρωμα με τίτλο «Οι ήρωες της Εθνικής Αντίστασης ξαδέλφια της ηγουμένης του Αγίου Ραφαήλ» με αφορμή τον θάνατο της ηγουμένης.
Στο «Εμπρός» της 20ής Ιουλίου 2013 δημοσιεύθηκε στο «Εμπρός» ένα αφιέρωμα με τίτλο «Οι ήρωες της Εθνικής Αντίστασης ξαδέλφια της ηγουμένης του Αγίου Ραφαήλ» με αφορμή τον θάνατο της ηγουμένης.
Το σημερινό σημείωμα αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμα και εκπλήρωση της δέσμευσής μου προς την εφημερίδα, αφού όταν αναζητούνταν στοιχεία για τ’ αδέλφια, πάμπολλες φορές υπήρξε διασταύρωση με την ιδιαίτερη σχέση που ‘χαν αναπτύξει αυτοί με την οικογένεια του μπάρμπα τους Φίλιππα Κλειδαρά.
Όσα αναφέρονται στο σημείωμα αυτό, δεν αποτελούν μυθιστορία που ξεκινά από τη συγγενική σχέση τους με τη συχωρεμένη Ευγενία Κλειδαρά. Αποτελούν στο βασικό τους κορμό μια αντικειμενική παράθεση γεγονότων και περιστατικών που τεκμηριώνουν την άποψη πολλών συντοπιτών, κυρίως συγγενών της και όχι μόνο, ότι τ’ αδέλφια και κυρίως ο Δημήτρης, ήταν οι μέντορές της στο πρώτο και μεγάλο βήμα της από την κοσμικότητα στο μοναχισμό. Ο αδόκητος δε θάνατος του αδελφού της, Παναγιώτη, ήταν η κρίσιμη μάζα που οδήγησε στην έκρηξη, η οποία αφενός μεν θρυμμάτισε κάθε δεσμό με τα εγκόσμια και αφετέρου έκαμψε τις πράγματι μεγάλες αντιδράσεις της οικογένειάς της στην επιλογή της αυτή.
Το σημείωμα που ακολουθεί, στηρίχτηκε κυρίως:
-Στις διηγήσεις και τ’ ακούσματα της μητέρας μου και της γιαγιάς μου που ’ταν, την εποχή εκείνη, γείτονες στα εξοχικά τους ντάμια στη Μέσουνα, αλλά και πολλών συντοπιτών μου που είχαν σχέση με τις οικογένειες Αντωνίου και Φίλιππα Κλειδαρά.
-Στις πολύωρες διηγήσεις στο γράφοντα της Πέρσας Κλειδαρά, συζύγου του Δημήτρη, στην Αθήνα το 2008.
Οι συλλήψεις
Η μακαρίτισσα ηγουμένη του Αγίου Ραφαήλ Ευγενία - κατά κόσμο Ειρήνη - ήταν κόρη του Φίλιππα και της Ασπασίας Κλειδαρά και είχε δύο αδέλφια, την Πηνελόπη Πιτσιλαδή και τον Παναγιώτη, που στις αρχές της δεκαετίας τού ’50 δολοφονήθηκε, σε περιστατικό ληστείας, στη Ν. Αφρική.
Τα αδέλφια Παναγιώτης και ο Δημήτρης Αντωνίου Κλειδαράς ήταν τ’ αγαπημένα ανίψια και πρωτοξάδελφα της οικογένειας του Φίλιππα.
Τα σπίτια τους στο Πλωμάρι, στη συνοικία του Αγίου Νικολάου, πλησίον του ποταμού Σεδούντα, απείχαν 100 μόλις μέτρα. Τα εξοχικά τους ντάμια στη Μέσουνα, στη θέση «Νερό Πούλια», ήταν κτισμένα σε δυο όμορα ελαιοκτήματα των αδελφών Αντωνίου και Φίλιππα.
6 Αυγούστου 1936. Ο Παναγιώτης και ο Δημήτρης Κλειδαράς συλλαμβάνονται ντάλα μεσημέρι στο εξοχικό τους ντάμι. Είναι οι πρώτοι κρατούμενοι της δικτατορίας του Μεταξά στην περιοχή του Πλωμαριού. Η Πηνελόπη και η Ειρήνη - Ευγενία, μαρμαρωμένες από φόβο, παρακολουθούν από κοντά τη διαδικασία σύλληψης των ξαδέλφων τους.
Τ’ αδέλφια, καθισμένα στον ξύλινο καναπέ κάτω από την πέργκολα με κάλυψη από ροδοδάφνες, συνομιλούν με το βαθμοφόρο του αποσπάσματος που κρατά στο χέρι τα δυο φύλλα των διαταγών σύλληψης. Μετά από λιγόλεπτη μεταξύ τους συνεννόηση, θα σηκωθούν και ήρεμα θα αρχίσουν να τοποθετούν οικιακά σκεύη, καρέκλες, τραπέζι, μέσα στο ντάμι, ξεντύνουν τον καναπέ, κλειδώνουν τα παραθυρόφυλλα, αλλάζουν ρούχα και βγαίνοντας, κλειδώνουν την πόρτα.
Ο δε Παναγιώτης, απευθυνόμενος στο βαθμοφόρο του αποσπάσματος, θα του πει:
- Είμαστε στη διάθεσή σας, Καπετάνιο!
Και σταματώντας μπροστά από τις αποσβολωμένες εξαδέλφες τους, θα δώσει το κλειδί στην Πηνελόπη λέγοντάς της:
- Μας παίρνουν για το Πλωμάρι… δε νομίζω ότι πρόκειται για κάτι το σοβαρό, θα επιστρέψουμε σύντομα… Το κλειδί στα χέρια της μητέρας σας…
- Τις γλάστρες με τους βασιλικούς και τα λουλούδια σαν τα μάτια σου, Ειρήνη… θα συμπληρώσει ο Δημήτρης.
Η κουστωδία έχει πάρει το μονοπάτι που οδηγεί στον κεντρικό δημόσιο δρόμο που περνά μέσα από Μέσουνα. Σε λίγα λεπτά, το μονοπάτι αυτό θα τους οδηγήσει στην κεντρική είσοδο του ελαιοκτήματος του Φίλιππα Κλειδαρά. Τρεις ψηλόλιγνες φιγούρες, μέσα απ’ το κάγκελο, η θεια τους Ασπασία μπροστά με τις δυο κόρες από πίσω, αποχαιρετά τα δυο ανίψια μουρμουρίζοντας:
- Καλή τύχη, παιδιά μου, και γρήγορη επιστροφή… Στο Πλωμάρι να ειδοποιήσετε το θειο σας το Θεοδωρίδη για να φροντίσει να ξεμπλέξτε γρήγορα. Καλή αντάμωση, ο Θεός μαζί σας…
Η φήμη για την εμφάνιση αποσπάσματος και τη σύλληψη των αδελφών Κλειδαρά πολύ γρήγορα θα γίνει γνωστή στη Μέσουνα. Ντάλα μεσημέρι έξω από την Αγιά Ελένη, έχουν συγκεντρωθεί δεκάδες Μεσουνιώτες, ξέροντας ότι από κει θα περάσουν όπου το μονοπάτι από την περιοχή «Νερό Πούλια» συναντά τον κεντρικό δρόμο προς Πλωμάρι. Κουβεντιάζουν χαμηλόφωνα για το πρωτόγνωρο γεγονός της σύλληψης των δύο αδελφών που ούτε μυρμήγκι δεν έχουν πειράξει. Ανάμεσά τους και η 16χρονη Πέρσα.
Σε λίγο θα κάνει την εμφάνισή της η κουστωδία με τους δύο επικίνδυνους για τη Δημόσια Ασφάλεια κομμουνιστές ντυμένους στα λευκά, άσπρο παντελόνι, γκρι ζώνη και λευκό φανελάκι, πουκάμισο, ανάμεσα σε δυο χωροφύλακες με τα όπλα «υπό μάλης». Πίσω τους, ο κοντόχοντρος βαθμοφόρος που ξεφυσά κάθε τόσο καλύπτοντας τα τελευταία μέτρα της ανηφόρας και πιο πίσω καμμιά δεκαριά μέτρα ακολουθούν η Πηνελόπη με την Ειρήνη.
Η Λιτανεία αυτή με αργό βήμα έχει πλησιάσει τους συγκεντρωμένους χωριανούς που τώρα αμίλητοι πια παρακολουθούν. Ανάμεσά τους, και η 16χρονη Πέρσα. Και θα τους υποδεχθούν με μια μουρμούρα διαμαρτυρίας και ένα ψιθύρισμα χαιρετισμού.
Αμέσως μετά, αμίλητοι, ως χριστεπώνυμο πλήθος, με προπορευόμενες τις δύο ξαδέλφες, ακολουθούν την κουστωδία. Ούτε 50 μέτρα δεν πρόλαβαν να διανύσουν κι ο βαθμοφόρος χωροφύλακας, διατάσσοντας τους χωροφύλακες να σταματήσουν, κάνει μεταβολή και διατάσσει τους συγκεντρωμένους να διαλυθούν και να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Τότε η Ειρήνη με το δισάκι στο χέρι, τρέχει προς τα ξαδέλφια της, την ακολουθεί ο Νικόλας ο καφετζής μ’ ένα παγούρι στο χέρι και κάτω από τα βλοσυρά βλέμματα των φυλάκων τους, θα τους τα προσφέρουν… Ο καθένας απλώνει διαφορετικό χέρι - δεξί, αριστερό - για να πάρουν το δισάκι και το παγούρι. Τότε όλοι καταλαβαίνουν ότι τα άλλα τους χέρια είναι δεμένα με χειροπέδες.
Η κουστωδία θα χαθεί στην επόμενη στροφή, οι συγκεντρωμένοι με κατεβασμένα τα κεφάλια θα γυρίσουν στα εξοχικά τους ντάμια…
Η Πέρσα θυμάται, ιστορεί και απορεί… πώς τα χαμογελαστά αυτά αδέλφια, που όλοι μα όλοι έχουν να πουν έναν καλό λόγο, μπορεί να ’ναι επικίνδυνοι για την κοινωνία γιατί θέλουν να διαλύσουν την οικογένεια και να καταργήσουν τη θρησκεία.
Η Πηνελόπη και η Ειρήνη ξέρουν και δεν απορούν ότι τα πρωτοξάδελφά τους μόνο αγνές και ανυστερόβουλες προθέσεις έχουν… αναζητούν το καλύτερο, όχι τόσο για τους ίδιους, αλλά για τους άλλους… την κοινωνία. Το ’χουν ζήσει, αφού τα δύο τελευταία χρόνια που ο πατέρας και αδελφός τους βρίσκονται στην ξενιτιά, έχουν αναλάβει να λύσουν τα όποια μικρά ή μεγάλα προβλήματα παρουσιάζονται στην οικογένειά τους.
Η επιστροφή του Δημήτρη
Αρχές καλοκαιριού 1938, ο Δημήτρης, μετά από δίχρονη εκτόπισή του, υπογράφει δήλωση και αφήνοντας τον αδελφό του στην Ανάφη, θα επιστρέψει στο Πλωμάρι, βρίσκοντας καταφύγιο στο σπίτι του θείου του Φίλιππα, τόσο στο Πλωμάρι, όσο και το εξοχικό ντάμι της Μέσουνας. Μόνος στο πατρικό διώροφο λιθόκτιστο σπίτι τους, δεν έχει νόημα.
Πρέπει να επουλώσει τις πληγές της δίχρονης εξορίας, μιας ανείπωτης δίχρονης σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας στο ξερόβραχο της Ανάφης.
Πρέπει να εξηγήσει στους θείους την επιλογή, τόσο του ίδιου, όσο και του Παναγιώτη, να μπουν στην υπηρεσία του λαϊκού κινήματος, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα το «λαμπρό» μέλλον του επιστήμονα, την αξιοποίηση της κτηματικής τους περιουσίας και πολύ περισσότερο την προσωπική τους ζωή.
Πρέπει να εξηγήσει στις αγαπημένες του ξαδέλφες το όνειρο μιας νέας κοινωνίας, την ανυστερόβουλη προσφορά στους αδύναμους συμπολίτες μας, τον αγώνα για την πανανθρώπινη Λευτεριά. Αυτά και πολλά άλλα που τόσο ήθελε, αλλά δεν μπορούσε να περιγράψει στη δίχρονη αλληλογραφία τους από τον τόπο της εξορίας.
Η Πέρσα θυμάται και εξιστορεί… τις πρώτες κουβέντες αγάπης στη Μέσουνα, το καλοκαίρι τού ’38, ανάμεσα στις ατέλειωτες συζητήσεις του Δημήτρη με τον αριστερό ράφτη πατέρα της, στις συχνές επισκέψεις του Δημήτρη στο ντάμι τους στη Μέσουνα.
- Θα τον αλλάξουμε τον κόσμο, Νικόλα! Κι αυτό πρέπει να ξεκινήσει με μια νέα μας επαφή με το λαό… κάποιοι πρέπει να προσφέρουν το παραπάνω, να δώσουν τον καλό αγώνα απέναντι στις τόσες και τόσες έωλες κατηγορίες εναντίον του αριστερού κινήματός μας, απέναντι στις εκατοντάδων χρόνων προκαταλήψεις που υποδουλώνουν το λαό μας και τον κρατούν δέσμιο των άνομων συμφερόντων τους. Γι’ αυτό μπήκαμε στον αγώνα πριν λίγα χρόνια. Και σήμερα εγώ, πάλι έξω… Πρέπει και είναι ανάγκη να εξυπηρετηθούν και οι δύο στόχοι, αλλιώς κρατάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος.
- Άσε να λένε μερικοί σύντροφοι για την «ατιμωτική» μου δήλωση, εγώ ποτέ δεν έγινα μέλος του κόμματος, ανήκα και ανήκω πάντοτε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ) και το ξέρεται πολύ καλά! Εγώ λοιπόν έξω στη δράση και ο Παναγιώτης στην εξορία για την αξιοπρέπεια της κομματικής του ένταξης.
Η Ειρήνη έμαθε πολλά τούτο το καλοκαίρι για την αδικία της αγραμματοσύνης του φτωχού, για τον ανυπεράσπιστο από θεομηνίες αγρότη…
- Γιατί σας ονομάζουν κομμουνιστές και σας θεωρούν κακούς ανθρώπους που πρέπει να αποβληθούν από το σώμα της κοινωνίας, τον ρώτησε μια μέρα.
- Ο κομμουνισμός είναι μια θεωρία που θέλει ν’ οργανωθεί μια νέα και αλλιώτικη κοινωνία, που θέλει να ζει υποφερτά ο εργάτης και ο αγρότης, να μην υπάρχει δυστυχία και φτώχεια… Είναι διάλυση της οικογένειας του αγρότη, εργάτη, όταν παλεύουν μαζί για το ψωμί των παιδιών τους, για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της οικογένειάς τους;
Οι εκτελέσεις
6 Ιουνίου 1943. Ο Παναγιώτης Κλειδαράς μετά από επτά χρόνια συνεχούς εξορίας, εκτελείται στο Κούρνοβο μαζί με άλλους 105 αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, από τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής.
29 Ιανουαρίου 1944. Ο Δημήτρης εκτελείται στην Καισαριανή μαζί με άλλους 49 αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.]
Αρχές της δεκαετίας τού 1950, ο Παναγιώτης Κλειδαράς, αδελφός της Ειρήνης, δολοφονείται στη Ν. Αφρική από επίθεση εναντίον του για ληστεία.
Άνοιξη του 1962, η Πέρσα θα συναντήσει τυχαία στην Ομόνοια την Ειρήνη, ως μοναχή Ευγενία. Θα καθίσουν για λίγο σε παρακείμενο ζαχαροπλαστείο της πλατείας. Είχαν να βρεθούν πάνω από 20 χρόνια!
Η χήρα Πέρσα θυμάται και της ιστορεί τη μαρτυρική πορεία προς το θάνατο του Δημήτρη και του αδελφού του Παναγιώτη… Τη γεμάτη αντιξοότητες πορεία της ίδιας και της κόρης τους, Μαρίας.
Η μοναχή Ευγενία με το κομποσχοίνι στο δεξί χέρι και σκυμμένο το κεφάλι, ακούει το μονόλογο της Πέρσας και μετά από λιγόλεπτη σιωπή-προσευχή, με σκυμμένο πάντα το κεφάλι, θα ψιθυρίσει…
- Χάσαμε κι εμείς τον Παναγιώτη μας. Η Θεία Πρόνοια έτσι θέλησε! Η μοναχή δεν πρέπει να αναπολεί τα εγκόσμια που κυριαρχούνται από ανθρώπινες αδυναμίες. Η μοναχή πρέπει να προσεύχεται για τη σωτηρία των ψυχών… κι αυτό κάνω… Όσο οδυνηρό είναι το πένθος στα πρώτα του στάδια, τόσο αργότερα, με την πάροδο του χρόνου, γίνεται χαροποιό. Όσο χρονίζει το πένθος στην ψυχή, τόσο η αγάπη για το Θεό αυξάνεται και με ακατάληπτο τρόπο ενώνεται μαζί της.
Η συζήτηση τέλειωσε εκεί. Η μοναχή Ευγενία σε δύο χρόνια έγινε ηγουμένη του Αγίου Ραφαήλ. Η ιστορία της σχέσης της με τους εκτελεσμένους κομμουνιστές Κλειδαράδες ξαδέλφους της ξεχάστηκε.