
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Του Προκόπη Τζιμή*
Η λειψυδρία δεν είναι πλέον μια μελλοντική πρόβλεψη ή αφηρημένο σενάριο των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Είναι παρούσα, επιτακτική και ήδη δοκιμάζει τις αντοχές κοινωνιών, υποδομών και διοικήσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι το φαινόμενο αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης την 23η Ιουλίου στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Πρωθυπουργό, με στόχο τη διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής για τη μείωση των επιπτώσεων και την άμεση υλοποίηση στοχευμένων παρεμβάσεων.
Στη Λέσβο το πρόβλημα έχει λάβει κρίσιμες διαστάσεις από το προηγούμενο έτος, χωρίς δυστυχώς να έχει υπάρξει καμία ουσιαστική αντίδραση ή μέριμνα εκ μέρους της διοίκησης της Δ.Ε.Υ.Α.Λ..Μάλιστα, από την 30η Απριλίου 2025, το νησί τελεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, εξαιτίας της ραγδαίας μείωσης της ετήσιας βροχόπτωσης - από 22 ίντσες το 2024, σε μόλις 16 φέτος. Κι όμως, η κατάσταση αυτή δεν ήρθε απροειδοποίητα. Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στις 3 Μαΐου υπό τον Γενικό Γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, με συμμετοχή της ΔΕΥΑΛ και φορέων του νησιού, κατέστησε σαφές ότι η κρίση ήταν προβλέψιμη.Το πρόβλημα, όπως επισημάνθηκε τότε, δεν είναι ότι η Λέσβος δεν έχει καθόλου νερό. Είναι ότι το διαθέσιμο υδατικό δυναμικό δεν αξιοποιείται επαρκώς και ότι δεν έχουν γίνει οι αναγκαίες εργασίες εξοικονόμησης και περιορισμού των απωλειών. Οι δυσκολίες που προέκυψαν δεν συνδέονται αποκλειστικά με τη μείωση των φυσικών αποθεμάτων, αλλά κυρίως με το γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος των αναγκαίων έργων δεν υλοποιήθηκε έγκαιρα - ούτε τον χειμώνα ούτε νωρίς την άνοιξη, παρόλο που η ανάγκη είχε γίνει σαφής ήδη από το καλοκαίρι του 2024.
Η δήλωση του Προέδρου της ΔΕΥΑΛ στις αρχές Ιουλίου, με την οποία υπενθύμισε ότι η φετινή βροχόπτωση δεν ξεπέρασε τις 16 ίντσες, επιβεβαιώνει ότι η διοίκηση γνώριζε την κρισιμότητα της κατάστασης ήδη από την άνοιξη. Όταν ένα τόσο κρίσιμο στοιχείο έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο και επαναλαμβάνεται τον Ιούλιο, δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως αιφνιδιασμός ή ελαφρυντικό. Αντιθέτως, αναδεικνύει ένα σοβαρό έλλειμμα στην ετοιμότητα και την κινητοποίηση που απαιτούσαν οι συνθήκες. Οι γνωστές αδυναμίες, όπως η υποστελέχωση και τα χρόνια λειτουργικά προβλήματα της ΔΕΥΑΛ, δεν παύουν να υφίστανται, ωστόσο δεν αρκούν ως δικαιολογία για την καθυστέρηση λήψης κρίσιμων αποφάσεων. Υπήρξαν άλλωστε παραδείγματα, όπως η παρέμβαση στη Ζωοδόχου Πηγής, όπου με στοχευμένες τεχνικές εργασίες εξοικονομήθηκαν δεκάδες κυβικά μέτρα νερού καθημερινά. Αυτό αποδεικνύει έμπρακτα ότι η έγκαιρη δράση αποδίδει, και άρα η απουσία ανάλογων παρεμβάσεων σε άλλες περιοχές δεν μπορεί να αποδοθεί σε αντικειμενική αδυναμία, αλλά σε ελλιπή προτεραιοποίηση και σε ανεπαρκή συντονισμό, διότι η κοινωνία δεν αρκείται πλέον σε εξηγήσεις. Ζητά απαντήσεις και πράξεις.
Σε αυτό το ακριβώς το πλαίσιο, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πρόσφατη δημόσια τοποθέτηση του Προέδρου της ΔΕΥΑΛ, που αφορούσε τον τρόπο διανομής πόσιμου νερού επί μία διετία. Πρόκειται για μια καταγγελία σοβαρή, με ενδεχόμενους κινδύνους στη δημόσια υγεία.Το μείζον, όμως, δεν είναι μόνο η ουσία της καταγγελίας, αλλά το γεγονός ότι -όπως ο ίδιος παραδέχθηκε- γνώριζε το ζήτημα από την πρώτη ημέρα της θητείας του. Εφόσον αυτό ισχύει, γιατί δεν διέταξε άμεσα εσωτερικό έλεγχο για να παρουσιάσει τα αποτελέσματα της ερευνάς του και σιώπησε επί 20 μήνες;Μάλιστα,η επιλογή να γίνει η συγκεκριμένη καταγγελία εν μέσω της κορύφωσης της κρίσης λειψυδρίας, εκ των υστέρων και όχι προληπτικά, δημιουργεί την εντύπωση πως χρησιμοποιήθηκε περισσότερο ως εργαλείο αποπροσανατολισμού και μετατόπισης της ευθύνης, παρά ως αφετηρία ελέγχου και διορθωτικής παρέμβασης. Και αυτό δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, ειδικά σε μια περίοδο που απαιτείται όχι συγκάλυψη, αλλά υπεύθυνη στάση και διαφάνεια απέναντι στους πολίτες.
Παρόμοια ερωτήματα προκύπτουν και από τη διαχείριση της αναφοράς υπαλλήλου της ΔΕΥΑΛ (αρ. πρωτ. 9408/14-6-2025), η οποία περιείχε σοβαρές επισημάνσεις όχι μόνο για τη λειτουργία της επιχείρησης, αλλά και για ζητήματα που άπτονται άμεσα της δημόσιας υγείας. Η αναφορά ζητούσε ρητά να τεθεί υπόψη του Διοικητικού Συμβουλίου, όμως δεν διαβιβάστηκε εγκαίρως, στο ανώτατο συλλογικό όργανο της διοίκησης. Χρειάστηκε προσωπική μου παρέμβαση, ως μέλους του Δ.Σ., για να τεθεί τελικά το ζήτημα προς συζήτηση στη συνεδρίαση της 15ης Ιουλίου 2025. Ακόμη και τότε, αντί να αντιμετωπιστεί με τη σοβαρότητα που απαιτούσε, η συζήτηση παραπέμφθηκε σε μεθεπόμενη συνεδρίαση, λες και το ζήτημα δεν αφορούσε άμεσα την υγεία των πολιτών. Η επιλογή, λοιπόν, της σιωπής σε ζητήματα δημόσιας υγείας δεν είναι απλώς ολιγωρία· είναι διοικητική αμέλεια. Και όταν ο Πρόεδρος μιας δημοτικής επιχείρησης δεν διασφαλίζει ότι τέτοιας βαρύτητας αναφορές φτάνουν άμεσα στα αρμόδια όργανα, τότε η θεσμική του επάρκεια τίθεται εύλογα υπό αμφισβήτηση. Διότι η ευθύνη σε τέτοιες περιπτώσεις δεν διαχέεται· είναι συγκεκριμένη, προσωπική και απολύτως κρίσιμη.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση σήμερα δεν επιτρέπει άλλες αναβολές. Οφείλουμε να περάσουμε σε πράξεις. Απαιτείται κατά την άποψή μου άμεση εκστρατεία εξοικονόμησης νερού σε νοικοκυριά, τουρισμό και δημόσιες υπηρεσίες, με στόχο τουλάχιστον μείωση της κατανάλωσης κατά ένα ποσοστό έως το τέλος της θερινής περιόδου. Επίσης, είναι αναγκαία η χαρτογράφηση των υδατικών εισροών και εκροών, καθώς και η ολοκλήρωση της εγκατάστασης έξυπνων υδρομέτρων. Ακόμη,πρέπει να επισπευστούν προσωρινές αφαλατώσεις στις πιο ευάλωτες δημοτικές ενότητες και να προχωρήσει η επαναχρησιμοποίηση επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση, ώστε να αποδεσμευτεί πολύτιμο πόσιμο νερό.
Η κοινωνία δεν ζητά απλώς την απόδοση ευθυνών. Ζητά λύσεις - άμεσες, αξιόπιστες και αποτελεσματικές. Ζητά την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, την ενίσχυση της αξιοπιστίας των θεσμών και, κυρίως, τη διασφάλιση της επάρκειας ενός αγαθού ζωτικής σημασίας όπως το νερό. Το πραγματικό ζητούμενο είναι να μετατρέψουμε συλλογικά αυτήν την κρίση σε ευκαιρία και να κάνουμε τη Λέσβο ένα θετικό παράδειγμα ανθεκτικότητας στο Αιγαίο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με σοβαρότητα, ενσυναίσθηση, ενεργό συμμετοχή των πολιτών, υπεύθυνη συνεργασία της τοπικής αυτοδιοίκησης και ένα κοινό, ρεαλιστικό σχέδιο δράσης. Το ρεαλιστικό σχέδιο δράσης, όσο αναγκαίο κι αν είναι, παραμένει κενό γράμμα χωρίς διοίκηση που ξέρει να το υλοποιήσει, να το υπερασπιστεί και να λογοδοτήσει για την πρόοδό του. Και αυτό δεν είναι υπόθεση επιλογής αλλά είναι αδιαπραγμάτευτη ευθύνη απέναντι στους ανθρώπους αυτού του τόπου, στο φυσικό μας περιβάλλον και πάνω απ’ όλα στο μέλλον,το οποίο έχουμε καθήκον να προστατεύσουμε
* Ο Πρ. Τζιμής είναι δημοτικός σύμβουλος της αξ. αντιπολίτευσης στο Δήμο Μυτιλήνης και μέλος της διοίκησης της ΔΕΥΑΛ