Οι καθηγητές ανησυχούν πολύ για την επιδείνωση της απόδοσης του Μιλτιάδη, 13 ετών, στο σχολείο. Εδώ και ένα μήνα είναι προσηλωμένος στον κόσμο του, δε συμμετέχει στο μάθημα, έχει ξεσπάσματα θυμού και διαταρακτικότητας, απειλεί τους συμμαθητές του και γενικότερα διακατέχεται από αμφιθυμία.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΡΑΜΜΑ
Οι καθηγητές ανησυχούν πολύ για την επιδείνωση της απόδοσης του Μιλτιάδη, 13 ετών, στο σχολείο. Εδώ και ένα μήνα είναι προσηλωμένος στον κόσμο του, δε συμμετέχει στο μάθημα, έχει ξεσπάσματα θυμού και διαταρακτικότητας, απειλεί τους συμμαθητές του και γενικότερα διακατέχεται από αμφιθυμία και έντονα συναισθήματα. Η ενημέρωση των γονέων δεν ερμήνευσε την ασυνήθιστη αυτή συμπεριφορά, αλλά οι πληροφορίες από το σπίτι είναι εξίσου ανησυχητικές: Ο Μιλτιάδης τσακώνεται με τα αδέλφια του, είναι υπερευαίσθητος, πετάει την τσάντα του, παραμελεί το διάβασμα, αρνείται να πάει στο σχολείο, εκνευρίζεται με τη μητέρα του και απομονώνεται με τις ώρες στο δωμάτιό του, για να παίξει παιχνίδια στο διαδίκτυο και να ακούσει μουσική, παρά τις απαγορεύσεις, τις προειδοποιήσεις και τους συνεχείς διαπληκτισμούς με τον πατέρα του. Η οικογενειακή ζωή κατά τα άλλα συνεχίζεται ομαλά και η ρουτίνα σε τίποτα δεν έχει διασαλευθεί. Σε μια προσπάθεια επαναφοράς στην τάξη, ο πατέρας του κλειδώνει τον υπολογιστή και απαγορεύει κάθε πρόσβαση σε αυτόν. Εξάλλου, η ενασχόληση παλιότερα με το κομπιούτερ γινόταν σε φυσιολογικά πλαίσια, κυρίως με την πρόφαση των σχολικών εργασιών, αλλά είχε μετεξελιχθεί σε μανία. Η μία ώρα έγινε πέντε και πολλές δραστηριότητες είχαν περικοπεί για χάρη του διαδικτύου. Το ποτήρι ξεχείλισε όταν συνέβη κάτι πρωτόγνωρο. Ο Μιλτιάδης εξαφανίζεται από το σπίτι και επιστρέφει πολύ αργά, επιτείνοντας την ένταση. Η συντονισμένη προσπάθεια των εκπαιδευτικών να εκμαιεύσουν πληροφορίες από τους συμμαθητές αποδίδει κάποιους πενιχρούς καρπούς, επειδή τα παιδιά έχουν μια περίεργη συμφωνία αλληλεγγύης και σιωπηλής συνενοχής απέναντι στους καθηγητές και τους γονείς.
Ευτυχώς η Άννα, σε μια αποστροφή του λόγου της, αποκαλύπτει πως κάποιοι παλικαράδες της τάξης κοροϊδεύουν συστηματικά το Μιλτιάδη, τον απειλούν και διαρκώς τον λοιδορούν στο Facebook, αναρτώντας περίεργες φωτογραφίες στο προφίλ του, γεμίζοντας τον «τοίχο» του με ειρωνικά ή απειλητικά σχόλια και γελοιοποιώντας τον σε κάθε ευκαιρία. Τα αδέλφια του Μιλτιάδη είχαν επιχειρήσει να βοηθήσουν, αλλά αυτό επιδείνωσε την κατάσταση: Ο Μιλτιάδης αρνήθηκε κάθε παρέμβαση από την οικογένεια, για να μη δείξει ότι είναι μαλθακός, και δεν ήθελε να διαγράψει το προφίλ του, επειδή εκεί μέσα συντελούνταν ένα μεγάλο ποσοστό της ζωής του σχολείου, επιβεβαιώνονταν μόδες και τάσεις, συνάπτονταν φιλίες, έρωτες και διαμορφώνονταν οι εξελίξεις στη μουσική, το ντύσιμο, τα ανέκδοτα, τα παρασκήνια του μαθήματος, αναδεικνυόταν η καλλονή της τάξης, ξεχώριζαν οι αστέρες από τους ντροπαλούς. Όποιος δεν είχε Face ή δεν πλαισιωνόταν από εκατοντάδες φίλους - κυρίως μεγαλυτέρους - ήταν εξ ορισμού αποκομμένος από το κοινωνικό γίγνεσθαι και μετατρεπόταν σε αντικείμενο χλευασμού.
Τα πλεονεκτήματα της κοινωνικής δικτύωσης έχουν καταγραφεί σε πολλές έρευνες και έχουν συσχετιστεί με την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης, την καλλιέργεια της διεκδικητικότητας, την εσωτερίκευση και δοκιμή ρόλων, την αυξημένη ροή της πληροφορίας, την ενδυνάμωση των κοινωνικών δικτύων και κεφαλαίου, τη συναισθηματική κάλυψη, την κοινωνικότητα. Μάλιστα, εμπειρικές έρευνες σε πολύωρους χρήστες έδειξαν ότι η ικανοποίησή τους ενισχύεται όταν συμπληρώνουν πτυχές τού προφίλ τους και ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή τους σε κοινότητες.
Άλλες μελέτες συσχετίζουν τη συναισθηματική πληρότητα με την ενεργό δράση στο Facebook, με τη συντήρηση ή και παγίωση των φιλικών δεσμών, ακόμα και αυτών που είχαν σιγήσει για δεκαετίες, με τη διασφάλιση συναισθηματικής κάλυψης σε περιόδους δυσχερειών, με ενδυνάμωση της αντίληψης διασύνδεσης με μια ευρύτερη παγκόσμια κοινότητα, με τη στήριξη των τοπικών δικτύων.
Πολλαπλά μπορεί να είναι τα οφέλη για τα άτομα με αναπηρίες, επειδή αυτή η μορφή επικοινωνίας αίρει διάφορους χωροχρονικούς περιορισμούς και εμπόδια που θέτει μια μη ευαισθητοποιημένη κοινωνία, πολλαπλασιάζει τη συλλογικότητα, την απόκτηση ταυτότητας, καθώς και τις άτυπες και μη τυπικές μορφωτικές εμπειρίες. Το Facebook προς τούτοις μειώνει τη μοναξιά των ατόμων που κατοικούν σε απομονωμένες περιοχές και ευνοεί την εύρεση ερωτικών συντρόφων και νέων φίλων.
Τι συμβαίνει, όμως, με τους χρήστες εκείνους, που ήδη ταλαιπωρούνται από κάποια μορφή ψυχολογικής έντασης, στρες, δυσθυμίας, μελαγχολίας, κρίσεων πανικού ή έχουν λάβει επίσημη ψυχιατρική διάγνωση; Τι επιδράσεις υπάρχουν στον ψυχισμό των ατόμων που ήδη δε γνωρίζουν να θέτουν όρια, ούτε στην «κανονική» τους ζωή, που με δυσκολία αντιλαμβάνονται το πραγματικό από το φανταστικό, που το νευρωσικό άγχος έχει κατακυριεύσει το «είναι» τους ή που δεν είναι σε ηλικία ή πνευματική εγρήγορση για να κατανοήσουν τους κινδύνους; Ποιες οι συνέπειες σε εκείνους που επενδύουν στις διαδικτυακές σχέσεις, που καλλιεργούν προσδοκίες - που συνήθως ματαιώνονται - και βιώνουν καταστάσεις θρήνου εξ αιτίας της διάψευσης;
Το διάχυτο εκπεφρασμένο συναίσθημα στο Facebook, οι σκέψεις που τόσο ασυλλόγιστα πολλές φορές κατατίθενται, μήπως εξαντλούν τις αντοχές κάποιων συνανθρώπων μας; Και πώς μπορεί ο συγγενής που πενθεί και αναζητά παρηγοριά στο διαδίκτυο, να αντιμετωπίσει μερικά πικρόχολα, ειρωνικά, υποκριτικά, απερίσκεπτα σχόλια ανεύθυνων ή άγνωστων χρηστών ή την αδιαφορία από όσους θα περίμενε την αλληλεγγύη;
* Ο Ευστράτιος Παπάνης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Σημ.: Οι στιχομυθίες και οι περιγραφόμενες περιπτώσεις είναι από υπαρκτά πρόσωπα, χρήστες τού Facebook, που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην έρευνα. Τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς τους έχουν παραλλαχθεί και οι συνεντεύξεις έχουν αλλοιωθεί ή εκδραματισθεί για τις ανάγκες του άρθρου.