Η θεία Έλλη (μυθιστόρημα)

01/07/2012 - 05:56
Η Έλλη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, παρέμεινε στο Μπουρνόβα μαζί με την οικογένειά της, λόγω του γαλλικού διαβατηρίου του καθολικού πατέρα της.
Παύλος Βογιατζής - Δέσποινα Κομνηνού
Εκδόσεις Αλκυών
Αθήνα 2011, σελ. 293


Η Έλλη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, παρέμεινε στο Μπουρνόβα μαζί με την οικογένειά της, λόγω του γαλλικού διαβατηρίου του καθολικού πατέρα της. «Εγώ είμαι Σμυρνιά», απαντούσε επίμονα μέχρι τα βαθιά της γεράματα, κάθε φορά που τη ρωτούσαν αν ένιωθε περισσότερο Ελληνίδα ή Τουρκάλα. Η τυχαία συνάντηση και γνωριμία του δημάρχου με τη θεία Έλλη, θα αποτελέσει το συνδετικό κρίκο ανάμεσα σε μια ελληνική οικογένεια από τη Σμύρνη και μια τουρκική οικογένεια από τη Μυτιλήνη, για να κλείσει ολοστρόγγυλος ο κύκλος… του μίσους και της καταστροφής.
Αυτή είναι μια μικρή περίληψη του μυθιστορήματος που έγραψαν πρόσφατα ο π. Νομάρχης Λέσβου, Παύλος Βογιατζής, και η σύζυγός του, νηπιαγωγός και κοινωνιολόγος Δέσποινα Κομνηνού.
Χωρίζεται σε επτά κεφάλαια με τους παρακάτω τίτλους: Λίγες μέρες πριν από την Απελευθέρωση, Λίγο πριν από τη μεγάλη καταστροφή, Τελευταίες στιγμές στη Μικρά Ασία-Αϊβαλί, Το ταξίδι της επιστροφής στην πατρίδα, Η επίσκεψη της Έλλης στη Μυτιλήνη, Η συνάντηση, Αχιλλέας και Οσλάμ.
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:
«Τον Αύγουστο, οι ζεστές μέρες και τα μελτέμια, που σου έπαιρναν τα μυαλά, εναλλάσσονταν, καθώς πλησίαζε ο Δεκαπενταύγουστος και η Έλλη είχε μηνύσει, από καιρό, στην εξαδέλφη της ότι θα πήγαινε στη Μυτιλήνη να τη δει. Ένας ολόκληρος χρόνος είχε περάσει από την τραυματική επίσκεψη της Μαρίτσας στη Σμύρνη κι εξακολουθούσε να μην έχει πει σε κανέναν τα όσα είχαν γίνει εκεί κι ούτε σκόπευε να τα αποκαλύψει σε κανέναν, παρότι η κατάρα βάρυνε την ψυχή της. Όμως, δε θα το μοιραζόταν ποτέ με κανέναν.
Η Έλλη Μαρκαρά έφτασε στη Μυτιλήνη στις 15 Αυγούστου, ημέρα της γιορτής της εξαδέλφης της. Στο λιμάνι την υποδέχθηκαν ο Καραδούκας με τη Μαρίτσα κι ο Πάρις με τη Φλώρα. Ο Πάρις ήταν πολύ περίεργος να γνωρίσει τη θεία του από τη Σμύρνη. Δεν ήξερε πολλά γι’ αυτήν, αλλά πάντα ήθελε να τη γνωρίσει, να μάθει κι άλλα πράγματα για την πατρίδα της μητέρας του, την οικογένειά της, για τη Σμύρνη και για τη ζωή εκεί.
Την ώρα που η Έλλη πατούσε το πόδι της στην αποβάθρα του λιμανιού της Μυτιλήνης, μαζί με άλλους Τουρκοκρητικούς γείτονες και φίλους της από τον Μπουρνόβα, η Μαρίτσα φώναξε, να τη! και σήκωσε το χέρι της για να χαιρετήσει την εξαδέλφη της, που έψαχνε κι εκείνη, με τα μάτια της, να τη διακρίνει, ανάμεσα στο πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο. Λίγο αργότερα, η Έλλη γνώριζε, αγκάλιαζε και φιλούσε ολόκληρη την οικογένεια της αγαπημένης της Μαρίτσας. Ήταν πραγματικά πολύ συγκινημένη! Όλοι τους ήταν συγκινημένοι!
Στη διαδρομή για το σπίτι, ο Πάρις είχε πάρει από κοντά τη θεία του και τη ρωτούσε τα πάντα γύρω από τη ζωή στη Σμύρνη. Πώς περνούσαν; πώς τα πήγαιναν με τους Τούρκους; πώς ήταν τώρα η κατάσταση στη Σμύρνη; στη Σμύρνη, που κατά κάποιον τρόπο κι εκείνος αισθανόταν πατρίδα του, χωρίς να την έχει επισκεφθεί καν.
Όταν το ταξί σταμάτησε έξω από την αυλόπορτα του αρχοντικού, η Μαρίτσα πέρασε το χέρι της στους ώμους της Έλλης. “Αυτό είναι το σπίτι μας, πώς σου φαίνεται; σου θυμίζει τίποτα;”». 
Π.Σ.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey