Μπήκαμε, λοιπόν στο 2010 - και αυτό θα περάσει. Εν μέσω ευρωκρίσεων, νευροκρίσεων και άλλων οικονομικών και ψυχολογικών συμβάντων, πιθανότατα να ξεχάσουμε ότι κάτι τέτοιες μέρες αποχαιρετήσαμε τη δραχμή
Μπήκαμε, λοιπόν στο 2010 - και αυτό θα περάσει. Εν μέσω ευρωκρίσεων, νευροκρίσεων και άλλων οικονομικών και ψυχολογικών συμβάντων, πιθανότατα να ξεχάσουμε ότι κάτι τέτοιες μέρες αποχαιρετήσαμε τη δραχμή. Λίγο ως πολύ, οι teens μπορεί και να μην ξέρουν τι σημαίνει αυτό το είδος.
Ανήκομεν εις την Δύση, που έλεγε κάποιος, ανήκομεν εις την Άννα Βίσση, που λένε άλλοι, πλην όμως το πολύ γουέστερν ήρθε δυναμικά και κατήργησε ένα νόμισμα ταυτόσημο με την Ελλάδα, αφού η ιστορία του ανάγεται στα χρόνια της αρχαιότητας. Ο εξευρωπαϊσμός θέλει θυσίες, και μη μας φανεί παράξενο αν κάποια στιγμή αντικαταστήσουμε και τη γλώσσα μας - ήδη κοντεύουμε να την ξεχάσουμε με ένα σωρό ανεγκέφαλους κανόνες «απλοποίησης». Όμως άλλο θέμα η γλώσσα και η φιλολογία, άλλο τα γιασεμιά και η φυτολογία και άλλο η δραχμή και η φυλολογία - εκ του «φυλή» θα μπορούσε να προέρχεται αυτό το τελευταίο.
Δεν είναι που δεν αντιδράσαμε - πώς θα μπορούσαμε, άλλωστε - αλλά είναι που δε συγκινηθήκαμε καν όταν αποχαιρετήσαμε τη δραχμή. Αν την αποχαιρετήσαμε κιόλας, γιατί είμαστε πρακτικοί άνθρωποι και εκείνο που μας ενδιέφερε πρωτίστως ήταν να ξαναμάθουμε να μετράμε, πήραμε και τα σχετικά μηχανάκια μετατροπής. Και πολύ μας βόλεψε το ευρώ, γιατί εκεί που είχαμε τρομάξει καθώς όλα ακρίβαιναν και μετρούσαμε σε εκατοντάδες και χιλιάδες, επιστρέψαμε στις μονάδες. Άλλο, για παράδειγμα, να δίνεις 500 δραχμές για μια κυριακάτικη εφημερίδα και άλλο μέσα σε μια δεκαετία να δίνεις σχεδόν 5 ευρώ, το 5 μπροστά στο 500 είναι «ψιλά». Και είπαμε, είμαστε πρακτικοί άνθρωποι.
Εκείνο το παλιό τραγουδάκι - τυχαίνει και σήμερα να το ακούμε καμμιά φορά - που έλεγε «Της μιας δραχμής τα γιασεμιά», τι υπαινισσόταν; Ότι με μια δραχμή έπαιρνες ένα ματσάκι γιασεμιά, ωραία τα γιασεμιά, ωραία και η δραχμή, λιτά και απέριττα και τα δύο, έδεναν φιλικά. Για το ευρώ δεν ξέρω τι στίχοι θα μπορούσαν να γραφούν - άσε δηλαδή που κανείς δεν έχει διάθεση να το υμνήσει. Κάτι σε γαϊδουράγκαθα πάντως, υποθέτω ότι θα ταίριαζε καλύτερα.