Το «Ε» σήμερα κουβεντιάζει με το Δημήτρη Κοφτερό, το γνωστό σαντουριέρη με καταγωγή από το Νεοχώρι (Μπορό), που για χρόνια συνόδεψε με το σαντούρι του μουσικά σχήματα της Αθήνας.
Το «Ε» σήμερα κουβεντιάζει με το Δημήτρη Κοφτερό, το γνωστό σαντουριέρη με καταγωγή από το Νεοχώρι (Μπορό), που για χρόνια συνόδεψε με το σαντούρι του μουσικά σχήματα της Αθήνας. Γεννημένος το 1951 στη Λέσβο, προσφάτως επέστρεψε και πάλι στον τόπο του, όπου και αποφάσισε να προσφέρει ανοιχτά τις γνώσεις του πάνω στην τέχνη του σαντουριού, παραδίδοντας δωρεάν μαθήματα στο παλιό ελαιοτριβείο του χωριού του. Μας μιλάει για τα μαθήματα αυτά, αλλά και για τα σχέδια που έχει ο Σύλλογος Νεοχωριτών «Ο Μπορός», του οποίου είναι αντιπρόεδρος.
Πότε ξεκινήσατε να παίζετε σαντούρι, κ. Κοφτερέ; Είχατε κάποιο δάσκαλο που σας έδειξε εδώ, όσο ήσαστε μικρός;
«Ήθελα πολύ από μικρός να μάθω, ήταν ένας Αντώνης Χατζέλλης που ερχόταν στον Μπορό και έπαιζε, και μου έκανε πολλή εντύπωση. Πήγαινα στη μάνα μου, στην πλάτη της, και έκανα πως έπαιζα σαντούρι με τα δάχτυλά μου. Παρ’ όλο, όμως, που ο πατέρας μου μού είχε φτιάξει ένα μικρό σαντουράκι, απαγορευόταν από την οικογένειά μου να μάθω να παίζω, γιατί ήταν “παλιοεπάγγελμα”. Κι αυτό γιατί συχνά στα πανηγύρια γίνονταν φασαρίες. Όταν πήγα στην Αθήνα το 1973, μόλις είχα τελειώσει από φαντάρος, έπιασα κάποια δουλειά. Τότε πουλιόταν ένα σαντούρι στο χωριό, 500 δραχμές. Για την εποχή εκείνη, ήταν το 1/3 του μισθού. Έγραψα λοιπόν στον πατέρα μου, του ζήτησα να μου το αγοράσει και του είπα πως θα του έστελνα τα χρήματα τα Χριστούγεννα, που θα έπαιρνα το δώρο μου. Αρνήθηκε, όμως, για να μην αφήσω τη δουλειά μου. Λίγα χρόνια μετά, αποφάσισα να αγοράσω μόνος μου ένα και είπα “ό,τι κάνω, αν μάθω έμαθα”. Κι έτσι ξεκίνησα να μαθαίνω σαντούρι, στα 28 μου, στην Αθήνα.»
Το θέλατε τόσο πολύ δηλαδή…
«Ναι, η εικόνα που είχα από το Χατζέλλη μού είχε μείνει έντονα. Μου έλεγαν καμμιά φορά, “καλά, τόσο σπουδαίος άνθρωπος ήταν αυτός;” και ήταν όντως, χωρίς να το ξέρω όμως εγώ τότε. Έχω βρει στοιχεία που δείχνουν πως ήταν όντως σπουδαία προσωπικότητα.»
Το σαντούρι στην Αθήνα
Πότε ξεκινήσατε να παίζετε δημοσίως;
«Όταν ήμουν 31 - 32 χρονών, πήγα στο “Θέατρο της Δώρας Στράτου”, μετά από παρότρυνση του δασκάλου μου, που μου είπε κάποια στιγμή: “κάτι πρέπει να κάνεις, άσε τη δουλειά”. Δεν την άφηνα τη δουλειά, φοβόμουν, ήταν αλλιώς τα πράγματα τότε, άκουσα όμως τη συμβουλή του και πήγα στο Θέατρο, όπου ήταν τότε ένας παλιός σαντουριέρης. Όταν πήγα εκεί, όταν κατεβήκαμε το λόφο του Φιλοπάππου για να πάμε στο Θέατρο, μαγεύτηκα. Πήγαμε στο διευθυντή, μου έδωσε μια κασέτα να ακούσω και να μάθω κάποια πράγματα, κάθισα με το δάσκαλό μου και τα έβγαλα και μετά πήγα για ακρόαση. Με δέχτηκαν, κι έτσι ξεκίνησα κι έμεινα εκεί γύρω στα 16 χρόνια. Έπαιζα στα χορευτικά, στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση.»
Παραδίδατε και μαθήματα;
«Ναι, στην Αθήνα δίδαξα στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων από το 1997 έως το 2008, στο Σύλλογο των Μεσοτοπιτών, στο “Θέατρο της Δώρας Στράτου”. Ασχολήθηκα και με την κατασκευή, έχω φτιάξει ορισμένα σαντούρια ήδη από την αρχή που ξεκίνησα να παίζω. Τότε, δεν ήξερα κατασκευαστές και ήθελα να φτιάξω ένα σαντούρι. Προσπάθησα, πήρα μέτρα, συγκέντρωσα πληροφορίες και έμαθα να φτιάχνω, μαζί με τον πατέρα μου που ήταν μαραγκός. Το πρώτο μου σαντούρι δε βγήκε καθόλου σωστό, παρ’ όλο που μου έφαγε ένα ολόκληρο καλοκαίρι, σιγά - σιγά όμως βρήκα τον τρόπο. Αυτά που έχω φτιάξει, τα έχω τώρα εδώ και παίζουν.»
Το νησί και το χωριό σας δε σας έλειπαν;
«Εδώ ερχόμουν πάντα το Πάσχα και το καλοκαίρι. για λίγες μέρες. Είχα πολλές δουλειές στην Αθήνα, όμως, και δεν είχα περισσότερο χρόνο. Έπαιζα στο χωριό, στο Σύλλογο, με κάποιους μουσικούς της Αγιάσου. Τους έλεγα, όποιον έβρισκα τον μάζευα και παίζαμε.»
Η επιστροφή και τα μαθήματα
Πήρατε την απόφαση να γυρίσετε όταν συνταξιοδοτηθήκατε;
«Η αλήθεια είναι πως επέστρεψα τυχαία. Δεν το είχα σκεφτεί. Είχα σκεφτεί να νοικιάσω ένα σπίτι στη Μυτιλήνη για να μένω όταν ερχόμουν, αφού το χωριό είναι λίγο μακριά από την πόλη. Τελικά αποφάσισα να αγοράσω σπίτι, κι έτσι έμεινα.»
Η ιδέα για τα μαθήματα σαντουριού στο Νεοχώρι πώς ξεκίνησε;
«Αφού είχα έρθει πια εδώ, έπρεπε κάτι να κάνω. Με το Σύλλογο έχουμε το ελαιοτριβείο του Μπορού, το Μουσείο, έχουν φύγει αρκετά χρήματα και παραμένει ένας χώρος μισός μουσείο - μισός ελαιοτριβείο. Θέλαμε να τον αναδείξουμε το χώρο, να τον προβάλουμε. Και θεωρήσαμε πως τα μαθήματα θα ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία για να ανοίξει τις πύλες του στον κόσμο. Γι’ αυτό και παρ’ όλο που μου πρότειναν και από το Πλωμάρι να κατεβαίνω εκεί για μαθήματα επί πληρωμή, εγώ προτίμησα να κάνω δωρεάν μαθήματα στον Μπορό.»
Βρήκατε ανταπόκριση στην προσπάθεια αυτή;
«Ναι, είμαι πολύ ικανοποιημένος. Αυτήν τη στιγμή έχω επτά μαθητές από έξι έως 30 χρονών και έχουν εκφράσει ενδιαφέρον άλλοι δύο. Έρχονται από το Πλωμάρι, από το Ακράσι, από το Αμπελικό, οι υπόλοιποι είναι από το χωριό. Το καλοκαίρι πιστεύω πως θα έχω περισσότερο κόσμο.»
Τι τους δείχνετε στα μαθήματα; Μελετούν εκεί ή έχουν πάρει τα δικά τους σαντούρια;
«Ξεκινάμε με τις νότες, τα βασικά της μουσικής και το βασικό χειρισμό του σαντουριού. Σιγά - σιγά πάμε στις κλίμακες, βάζουμε και απλά τραγουδάκια, αλλά εστιάζω πάρα πολύ στην τεχνική, για να μάθουν να παίζουν σωστά. Προς το παρόν τα κάνουμε κάθε Κυριακή, αλλά σκέφτομαι μήπως να το αλλάξουμε και να το κάνουμε Σάββατο, για να έχουμε και περισσότερο χρόνο. Ορισμένα από αυτά έχουν σαντούρι, οι υπόλοιποι όμως όχι, και αυτό είναι δύσκολο. Ούτε στο Μουσείο έχουμε σαντούρι, και θα πρέπει να γίνει κάτι γι’ αυτό.»
Οι ίδιοι οι μαθητές σας δείχνουν να το αγαπούν το σαντούρι; Δεν τους φαίνεται δύσκολο;
«Όλα τα όργανα είναι δύσκολα, στο σαντούρι η μεγάλη δυσκολία είναι τα χέρια. Τους αρέσει, είναι μια διέξοδος για τα παιδιά στο χωριό. Δεν έχουν να κάνουν τίποτα άλλο. Έρχονται όμως κυρίως κορίτσια, εγώ ήθελα να υπάρχουν και αγόρια, τα οποία μάλλον ντρέπονται. Πιστεύω πως κάποια στιγμή θα ωριμάσουν και θα έρθουν. Εγώ προσπαθώ να τους εμπνεύσω όσο μπορώ.»
Σχέδια με το Σύλλογο
Τι άλλο θα θέλατε να κάνετε τώρα που γυρίσατε μόνιμα στον τόπο σας;
«Από τη στιγμή που ξεκίνησα να μαθαίνω σαντούρι, άρχισα να μαζεύω και υλικό. Το ‘79 πήγα στον Παντελή Παντελέλλη που έπαιζε σαντούρι στο χωριό και τον παρακάλεσα να μου γράψει μια κασέτα. Μου έγραψε γύρω στα 16 - 17 τραγούδια. Υπήρχε ένας ψάλτης, ο Εμμανουήλ Βουλέλλης, που σε τραβούσε να πας εκεί, να ακούσεις. Τον παρακάλεσα το ‘80 να μου γράψει τους ήχους από τα τροπάρια και έχω γράψει μια κασέτα και με αυτά. Επίσης στο χωριό παλιά γίνονταν κούνιες. Το Πάσχα μετά την Ανάσταση πήγαιναν σε δυο σημεία στο χωριό, έκαναν κούνια και τραγουδούσαν, κι έχω καταγράψει τα “τραγούδια της κούνιας”. Όλα αυτά που έχω καταγεγραμμένα, θέλω τώρα να τα γράψω σε ένα CD, ώστε να μείνουν. Αυτός είναι ο σκοπός μου. Και θα ήθελα να διοργανώσω κάποιο σεμινάριο στο Μουσείο, ενδεχομένως και στην Αγιάσο, για να δελεάσουμε τα παιδιά.»
Με το Σύλλογο, τι σχέδια έχετε;
«Έχουμε έναν πρόεδρο που, παρά την ηλικία του, είναι πολύ ένθερμος και ενεργός, τον Εμμανουήλ Καλδέλλη. Σα Σύλλογος πήγαμε τις προάλλες και καθαρίσαμε το χωριό, και ο ίδιος συμμετείχε. Το θέμα είναι να δραστηριοποιήσουμε και τον κόσμο. Προσωπικά, θα ήθελα να συγκεντρώσουμε ό,τι λαογραφικό υλικό μπορούμε. Κάθε οικογένεια έχει, για παράδειγμα, φωτογραφίες. Να τις ψηφιοποιήσουμε και να έχουμε ένα καλό αρχείο. Είναι πράγματα, όμως, που θέλουν βοήθεια.»