«Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει»

01/07/2012 - 05:56
Φτάσαμε αργά στην εκκλησία, μπήκαμε στις μύτες των τακουνιών, σαν τους Αγγέλους του Τσάρλι στο τσακίρ κέφι, σκουντώντας κόσμο και λαό, ισιώνοντας η μία την τουαλέτα της άλλης, θρονιαστήκαμε στο πρώτο στασίδι απέναντι από την πλάτη της κολλητής που έκανε την κουμπάρα.
Φτάσαμε αργά στην εκκλησία, μπήκαμε στις μύτες των τακουνιών, σαν τους Αγγέλους του Τσάρλι στο τσακίρ κέφι, σκουντώντας κόσμο και λαό, ισιώνοντας η μία την τουαλέτα της άλλης, θρονιαστήκαμε στο πρώτο στασίδι απέναντι από την πλάτη της κολλητής που έκανε την κουμπάρα.
«Τι φοράει;» «Ζήνα!» «Εσύ;» «Missoni», «Καλώς! Εσύ;» «Ένα περσινό DKNY.» «Μάγδα, γιατί φοράς κοστούμι καλοκαιριάτικο;» «Πρώτον είναι Valentino, πολύ πιο ακριβό από το δικό σου το κουρέλι, και δεύτερον κοστούμι ταιριάζει καλύτερα στο status μου.» «Πες της, όχι επίκουρη καθηγήτρια, σα λεσβία γιάπισσα μοιάζει, άμα γυρίσει άντρας να την κοιτάξει απόψε, θα χορέψω στύλο.» «Είσαι άκρως απωθητική και να μη με ξαναενοχλήσεις», απάντησε εκείνη. «Άντε, καλά ήταν όσο ήσουν σε καταστολή, νωρίς δεν το ξεπέρασες το τραύμα;» «Θα διακόψω το μυστήριο», είπε ο πάτερ. «Σκασμός», γύρισε και μας ψιθύρισε η νύφη. «Ανάθεμα την ώρα που σας καλούσα», μουρμούρισε η κουμπάρα.
Και τότε γύρισε κι εκείνος. Δίπλα στην κουμπάρα. Ο κουμπάρος. Του γαμπρού. Ψηλός, πρασινομάτης, ξανθός, με γένια τριών ημερών και μαύρο Armani, κάτι ανάμεσα σε Τζέημς Μποντ και Χάρισον Φορντ στον Ιντιάνα Τζόουνς. «Θέλω να παντρευτώ απόψε», σκούντησα τη διπλανή μου. «Λοιπόν, σηκωθείτε, να τελειώνουν οι πρωινοί, τώρα που έχουμε παπά, θα κρεμάσουμε δυο - τρεις», γέλασε αυτή.

«Δεν ξέρω για σας, εγώ την πήρα την απόφαση, πάω για φούντο ντουγρού.» «Θα εκκενώσω την αίθουσα», αγρίεψε ο παπάς. «Να μάθουμε πώς τον λένε τουλάχιστον.» «Δε θέλει να τον μάθει, να τον φάει θέλει, όπως ο Κωνσταντίνου το προφιτερόλ», μούγγρισε η Μάγδα.
Το μυστήριο τέλειωσε, πλησιάσαμε να ευχηθούμε, «μην τον φιλήσεις στο στόμα, μόνο “άξιος” πες» μου σφυρίξανε, απείχα μόλις μια χειραψία απ’ το Θεό, όταν τον φώναξαν να μετακινήσει το αυτοκίνητό του γιατί ενοχλούσε. Πιαστήκαμε αγκαζέ, επιβιβαστήκαμε στο Βρούτο, με κατεύθυνση κτήμα στα νότια προάστια, όπου θα γινόταν η δεξίωση. «Απόψε θα γνωριστείτε. Μόνο κοίταξε μην τον ξεμοναχιάσει καμμιά άλλη», διέγνωσε η κουμπάρα. «Τώρα θα γίνει η γνωριμία», προφήτεψε η συνοδηγός. «Τώρα πώς;» «Ρε, βλάκα, αυτός μπροστά μας δεν είναι με το κάμπριο;» Ήταν. «Ε, και;» «Τον τρακάρεις!», ούρλιαξε το πλήθος των εποχούμενων. «Μα πώς;» «Ρε, δώσε μία από πίσω, με την καλή την έννοια, να κόψουμε αντιδράσεις.»
Στο φανάρι έφερα το μικρό Βρούτο πίσω από τη Μερσεντές κι άφησα το φρένο ίσα να τον ακουμπήσει στο φτερό… Πεταχτήκαμε όλες έξω από το τράνταγμα. «Πάει, τον σκοτώσαμε τον άνθρωπο!» Κατέβηκε από το αυτοκίνητο αργά, έτσι μου φάνηκε τουλάχιστον, μας γνώρισε, μας κοίταξε, τον κοιτάξαμε, ξαφνικά άρχισε να γελά τόσο γάργαρα, τα μπήξαμε κι η χορωδία, «πιάσε άκρη, παρκάρισε, θα σας πάω εγώ. Αλλά θα μου κάνεις δήλωση».

«Δικό σου είναι;», ρώτησα. «Του πατέρα μου, εξαετίας.» «Τη γλύτωσες!», σκέφτηκα.
Ήπιαμε, χορέψαμε, περασμένες πρωινές ώρες αρχίσαμε να διηγούμαστε μισομεθυσμένοι όλοι μια παρέα ο ένας στον άλλο τη ζωή μας. Ο Στέλιος ρώταγε, ρώταγε, κάποια στιγμή «εσύ δε θες να μάθεις κάτι;», είπε. «Εσύ, τώρα άντρας δεν είσαι;» «Είμαι!» «Ωχ! Πάμε για γκάφα», άκουσα πίσω μου. «Λοιπόν θα σου πω μια ιστορία να μου πεις τη γνώμη σου.» Χαμογέλασε. «Πάμε για καφέ αύριο το απόγευμα να τα συζητήσουμε;» «Να ‘ρθω κι εγώ; Μην πας κατά ντιπ χαμένος», πετάχτηκε κάποια.
Λίγο πριν χαράξει, μας έβαλε στο αυτοκίνητο με κατεύθυνση το Βρούτο. Ο κρύος αέρας τρυπούσε την επιδερμίδα κι έφτανε ως το κόκκαλο. «Άμα ονειρεύεσαι κάποιον να τον σιδερώνεις με το αυτοκίνητο, τι σημαίνει;» «Πως θα βρέξει!» Γέλασα. «Πώς είναι;» «Δε σου μοιάζει.» «Και;» «Είπαμε, τον θέλω νεκρό.» «Και;» «Θα πενθώ πάντα, μ’ ακούς, για Κείνον, μόνη στον Παράδεισο», έκανα μια θεατρική στροφή κι έκλεισα πίσω μου την πόρτα. Φθινοπώριαζε.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey