Λίγα απ’ όλα

24/08/2017 - 14:32

Το σύνθημα του Αθηναγόρα

Θάταν το 1963, μπορεί και το 1964. Δεν θυμάμαι πια. Έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε, που η μνήμη δεν βοηθά.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, η Εκκλησία και η Πολιτεία της Ελλάδας αποφάσισαν να γιορτάσουν τα χίλια χρόνια ζωής της Αθωνικής Πολιτείας με σειρά εκδηλώσεων σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, παρουσία του Πατριάρχη Αθηναγόρα.

Υπηρετούσα τότε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στο 525 Τάγμα Πεζικού με έδρα τη Νεοκαισάρεια της Κατερίνης. Είχα συμπληρώσει τη διετή υποχρεωτική θητεία -τόσο υπηρετούσαμε τότε- και ζήτησα άλλα δύο χρόνια ανακατάταξη περιμένοντας να διοριστώ ως δάσκαλος.

 

Το σύνθημα του Αθηναγόρα (2)

Στο διάστημα αυτό μετασταθμεύσαμε οριστικά από την Πιερία στο Πολύκαστρο του Κιλκίς.

Δεν θα είχε περάσει ούτε μήνας από την εγκατάσταση του Τάγματος στο Πολύκαστρο όταν πληροφορήθηκα ότι εγκρίθηκε η ανακατάταξη μου και η τοποθέτηση μου σε μονάδα της Κομοτηνής. Συμμάζεψα τα λίγα πράγματα μου, τα έριξα σ’ ένα μπαουλάκι εκστρατείας, πήρα το φύλλο πορείας, αποχαιρέτησα βιαστικά φίλους και γνωστούς και νάμαι στη νέα θέση μου.

Θυμάμαι, όταν αποβιβάστηκα στο σιδηροδρομικό σταθμό της Κομοτηνής, ήταν νύχτα. Αφού τακτοποίησα το μπαουλάκι στο χώρο αποσκευών, έψαξα για ταξί. Μόνο μία άμαξα μ’ έναν γέρο αμαξά υπήρχε στο χώρο των ταξί. Πλησίασα δειλά.

- Μπάρμπα μπορείς να με πας σ’ ένα ξενοδοχείο;

- Γι’ αυτό είμαι εδώ παλικάρι μου. Ανέβα.

Προτίμησα να καθίσω δίπλα του. Το εκτίμησε.

- Έρχεσαι από μακριά και θα είσαι κουρασμένος. Θα σε πάω σ’ ένα ξενοδοχείο καθαρό και αρκετά φθηνό. Έχεις ανέβει ξανά σε αμάξι;

- Ναι, στο Λουτράκι.

- Του Μηχανικού είσαι;

Δεν απάντησα.

- Ξέρεις, πέρασα κι εγώ απ’ εκεί τον καιρό εκείνο…

Η κουβέντα δεν συνεχίστηκε γιατί φτάσαμε στον προορισμό μας. Πλήρωσα τον γέρο αμαξά και τον αποχαιρέτησα εγκάρδια.

Αφού ζήτησα απ’ τον ξενοδόχο να με ξυπνήσει την ορισμένη ώρα, έκανα ένα ζεστό μπάνιο και ξάπλωσα. Ένας ύπνος θάνατος.

 

Άκουσα τον ψίθυρο του Πατριάρχη

Παρουσιάστηκα την επομένη στη νέα μου μονάδα. Μετά τις χαιρετούρες, τα τυπικά λιγόλογα και σοβαρά όπως έπρεπε, μου ανακοινώθηκαν τα νέα μου καθήκοντα.

- Θα αναλάβετε το υπασπιστήριο και τη στρατολογία του Τάγματος. Ξέρετε γραφομηχανή;

- Όχι.

- Φροντίστε να μάθετε σύντομα. Θα σας χρειαστεί.

Έμαθα σύντομα τη γραφομηχανή, όπως και πολλά άλλα…

Δεν θα είχε περάσει ούτε μήνας από την άφιξη μου όταν έλαβα το σήμα από τη Μεραρχία: «Τάδε του μηνός θα αφιχθεί στην πόλη σας ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, όπου θα του γίνει υποδοχή αρχηγού κράτους. Στη δοξολογία που θα ακολουθήσει, θα παραστούν άπαντες οι αξιωματικοί της φρουράς Κομοτηνής, φέροντες την υπ’ αριθμό 8 στολή, κλπ.». Είχε πολλές ακόμα λεπτομέρειες που δεν τις θυμάμαι πια.

Πήγα το τηλεγράφημα στον διοικητή, φόρεσε τα γυαλιά του και άρχισε να διαβάζει. Ταγματάρχης στο βαθμό προερχόταν «εκ του στρατεύματος». Ένας πράος, καλοσυνάτος άνθρωπος, που γινόταν αμέσως συμπαθής.

- Να καλέσετε συγκέντρωση αξιωματικών στη 1 μ.μ. και να ειδοποιηθεί να είναι παρών και ο υποδιοικητής.

Έγιναν όλα με κάθε λεπτομέρεια σ’ όλες τις μονάδες της φρουράς Κομοτηνής, όπως όριζαν οι διαταγές.

 

Άκουσα τον ψίθυρο του Πατριάρχη (2)

Την καθορισμένη ώρα της δοξολογίας παραταχθήκαμε στη Μητρόπολη Μαρωνείας κατά βαθμόν και περιμέναμε κάθιδροι την άφιξη του Πατριάρχη, της ακολουθίας του και των άλλων επισήμων.

Το παιάνισμα της μπάντας της Μεραρχίας και τα «παρουσιάστε» του τιμητικού τμήματος, μας προειδοποίησαν για την άφιξη.

Μπήκε και χωρίς ν’ ανέβει στο θρόνο του, στάθηκε στη μέση της εκκλησίας και στράφηκε προς τον κόσμο που είχε κατακλύσει την Μητρόπολη. Δίπλα του, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, ο Τούρκος πρόξενος και ο μουφτής της Κομοτηνής. Κοίταζε χωρίς να μιλά…

Εδώ θα σταθώ και θα τον περιγράψω: Σώμα πανύψηλο, αλλά αρμονικό. Τα μέλη μεγάλα, συμμετρικά. Απ’ το πηγούνι κατέβαινε μέχρι τη μέση σχεδόν, μια πάλλευκη γενειάδα. Αλλά εκείνο που ξεχώριζε και εντυπωσίαζε ήταν η ματιά του! Δύο υγρά μεγάλα μάτια που απεικόνιζαν την αυστηρότητα του προσώπου του. Όταν όμως αυτή η ματιά συναντούσε τα μάτια σου, είχες την αίσθηση ότι διατρυπούσε το μέτωπο σου και ιχνηλατούσε την ψυχή σου.

Όλα έγιναν με αυστηρή τήρηση του Πρωτοκόλλου. Ακούστηκαν λόγοι και αντίλογοι, χειροφιλήματα και άλλα ηχηρά παρόμοια.

Εκείνος από τον θρόνο του, κατόπτευε το εκκλησίασμα και ως περισκόπιο, περιέφερε την ματιά του από τη μια άκρη του Ναού στην άλλη.

Ύστερα από ώρα αισθάνθηκα αυτή την ματιά να ακινητοποιείται στη σειρά που είχαν παραταχθεί οι αξιωματικοί αλλά προς το τέλος της. Έτσι μου φάνηκε.

Σε κάποια στιγμή που οι διάκονοι άρχισαν να θυμιατίζουν το εκκλησίασμα, κατεβαίνει από τον θρόνο του αιφνιδιάζοντας τους πάντες και άρχισε να προχωρά προς την έξοδο του Ναού.

Ο Τούρκος πρόξενος και ο μουφτής της Κομοτηνής έσπευσαν να τον ακολουθήσουν αλλά με μια αυστηρή κίνηση του χεριού του, τους καθήλωσε στη θέση τους.

 

Άκουσα τον ψίθυρο του Πατριάρχη (3)

Προσπέρασε τους στρατηγούς και ανώτερους αξιωματικούς και με γρήγορα βήματα προχώρησε. Οι ευσεβείς λαϊκοί είχαν γονατίσει και σταυροκοπιόνταν με δέος. Εμείς είχαμε κοκκαλώσει και σφίγγαμε με το δεξί χέρι το πηλίκιο που κρατούσαμε κολλημένο στον μηρό.

Όταν έφτασε στο σημείο που ήταν παραταγμένοι οι ανθυπασπιστές και οι δόκιμοι αξιωματικοί, σταμάτησε. Μπήκε στις γραμμές τους και άρχισε να τις διατρέχει κοιτάζοντας τους στα μάτια χωρίς να μιλά. Τους προσπερνά γρήγορα και μπαίνει στις γραμμές που στέκονταν οι ανθυπολοχαγοί.

Στεκόμουν στη μέση ανάμεσα σε δύο μόνιμους και τον παρατηρούσα. Μου φάνηκε ότι κάτι ψιθύρισε στην άκρη της σειράς. Μέχρι να το καλοσκεφτώ, νάτος μπροστά μας. Κοκκαλώσαμε ασυναίσθητα.

«Έχουμε ένα σύνθημα, το είπαμε ποιο είναι», ψιθύρισε και συνέχισε το πέρασμα. Τα ίδια λόγια επανέλαβε στις σειρές των υπολοχαγών και λοχαγών. Δεν προχώρησε πιο πάνω. Γύρισε πίσω. Διέτρεξε ξανά τη σειρά των δοκίμων και ανθυπασπιστών επαναλαμβάνοντας τα ίδια, τώρα πιο δυνατά και πεισματικά, και στάθηκε ανάμεσα στην σειρά των υπολοχαγών και ανθυπολοχαγών.

«Έχουμε ένα σύνθημα, το είπαμε ποιο είναι» επανέλαβε, ενώ εμείς κάθιδροι είχαμε βουβαθεί από την αγωνία.

Δεν πήρε απάντηση από κανέναν.

«Πάλι με χρόνους με καιρούς… εσείς», προσπέρασε και τρέχοντας ανέβηκε στο θρόνο του.

Έχουν περάσει 47 χρόνια από τότε. Αυτή τη ματιά, αυτά τα λόγια, πρώτη φορά τα καταθέτω γραπτώς. Ήταν, βλέπετε, και η προτροπή των ανωτέρων… «Ό,τι ακούσατε απ’ τον Παναγιώτατο, δεν είναι ανάγκη να το κουβεντιάζετε δημόσια».

 

Σαν επίλογος

Το βιωματικό διήγημα - μαρτυρία που διαβάσατε, πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επικοινωνία» το 2010, που επιμελείτο ο φίλος δάσκαλος Γιάννης Αναγνώστου.

Αναδημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό «ΒΗΜagazino» στις 16 Ιανουαρίου του 2011.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey