
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το «Ε» με την ηθοποιό, μουσικό και «πολιτιστική φωνή» της ΕΡΑ Αιγαίου, Νάσια Δαφιώτη
Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που το «Ε» φιλοξένησε τη Νάσια Δαφιώτη. Από τότε αρκετά έχουν συμβεί στο θέατρο και τη μουσική με την οποία ασχολείται, ακόμη περισσότερα και πιο σημαντικά στην ΕΡΑ Αιγαίου, της οποίας είναι από τις βασικές φωνές, η «πολιτιστική» . Η ίδια μάς μιλάει σήμερα για τη σημασία των τεχνών στη ζωή της, αλλά και για το πώς βλέπει τώρα τα πράγματα, μετά και τις τελευταίες εξελίξεις στην ΕΡΤ.
Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που το «Ε» φιλοξένησε τη Νάσια Δαφιώτη. Από τότε αρκετά έχουν συμβεί στο θέατρο και τη μουσική με την οποία ασχολείται, ακόμη περισσότερα και πιο σημαντικά στην ΕΡΑ Αιγαίου, της οποίας είναι από τις βασικές φωνές, η «πολιτιστική» . Η ίδια μάς μιλάει σήμερα για τη σημασία των τεχνών στη ζωή της, αλλά και για το πώς βλέπει τώρα τα πράγματα, μετά και τις τελευταίες εξελίξεις στην ΕΡΤ.
Κυρία Δαφιώτη, στο παρελθόν μάς έχετε αναφέρει ότι η τέχνη που έκανε πρώτη την εμφάνισή της στη ζωή σας, ήταν το θέατρο. Ποια ήταν τα βήματα που ακολουθήσατε και πόσο σημαντική θέση κατέχει αυτό σήμερα στη ζωή σας;
«Στο θέατρο, σαν άνθρωπος, θεωρώ πως οφείλω κατ’ αρχήν το ότι μιλάω ελληνικά και το γεγονός ότι μπόρεσα ως παιδί μεταναστών, να σπουδάσω και να μάθω γράμματα. Ήρθα στην Ελλάδα για μόνιμη εγκατάσταση γύρω στα 12,5 μου χρόνια, οπότε τα ελληνικά μου, ήταν τουλάχιστον μεικτά, έως περίεργα. Οπότε είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν ακράδαντα ότι οι τέχνες, όπως είναι το θέατρο, η μουσική, η ζωγραφική, μπορούν να υπηρετήσουν στην εκπαίδευση με πολλαπλούς τρόπους. Μπήκα σαν εξαιρετικό ταλέντο στο Εθνικό Θέατρο στην ηλικία εκείνη και το θέατρο ήταν, είναι και θα είναι κομμάτι της ζωής μου. Έχω δουλέψει αρκετά χρόνια σαν ηθοποιός, έχω σκηνοθετήσει και σε ερασιτεχνικές ομάδες κι έχω διδάξει επί σειράς ετών σαν θεατρολόγος - ηθοποιός στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια, στα ΙΕΚ, στην Ακαδημία Πολιτών με σεμινάρια, κ.λπ.. Έφυγα πολύ γεμάτη από το επαγγελματικό θέατρο ως ηθοποιός και πολύ νωρίς, γιατί για εμένα ήταν προτεραιότητα τελικά ο ρόλος της μητέρας, χαίρομαι ωστόσο που είχα την ευκαιρία να διδάξω τη συγκεκριμένη τέχνη».
Τι ήταν αυτό που σας έφερε στη Μυτιλήνη και πώς φτάσατε να καθιερωθείτε στο χώρο των πολιτιστικών;
«Στη Μυτιλήνη ήρθα επειδή υπάρχουν εδώ ρίζες δικές μου, τις οποίες αγαπώ και σέβομαι. Ήταν όνειρο ζωής για εμένα να μείνω εδώ και συνωμότησε το σύμπαν και ήρθα ούτως ή άλλως ως άνθρωπος του πολιτισμού, αφού αυτό ήξερα να κάνω, να παίζω θέατρο, να τραγουδώ και να κάνω Ραδιόφωνο».
Έχετε εμφανιστεί επανειλημμένα σε διάφορες εκδηλώσεις του νησιού, παίζοντας θέατρο, διοργανώνοντας παιδικά πάρτι. Τι ανταπόκριση βρίσκουν οι παραστάσεις σας στους μικρούς σας φίλους;
«Το παιδί γενικά είναι ένας δύσκολος θεατής, που πρέπει να τον κερδίζεις συνεχώς. Παίζεις με τα δευτερόλεπτα μαζί του, αν τον χάσεις, τον έχασες. Είναι όμως μια σχέση μαγική, η επαφή που έχεις με τα παιδιά, η χαρά που τους δίνεις και η αγάπη, σου επιστρέφεται και αυτό είναι κάτι που νιώθεις την ίδια στιγμή που συμβαίνει, όπως ισχύει και για το θέατρο, αφού αυτές οι εκδηλώσεις αντιμετωπίζονται από εμένα ως κανονικές παραστάσεις για παιδιά».
Εσάς, τι σας προσφέρει η σχέση αυτή; Είναι ένας ακόμη τρόπος έκφρασης;
«Θα αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: συναντώ σήμερα νέους που είχα κάνει το πάρτι τους τα πρώτα χρόνια και τώρα κάνω το πάρτι των παιδιών τους ή μου λένε πόσο ωραία είχανε περάσει τότε μαζί μου. Καταλαβαίνεις ότι πραγματικά τους έκανες πολύ χαρούμενους, για να το θυμούνται και να σε θεωρούν δικό τους άνθρωπο. Δεν είναι απλώς ότι έκανα μια παράσταση, αλλά ότι αυτό συνεχίζει να υπάρχει στο μυαλό των άλλων κι έτσι, είναι σαν να μην έχει τελειώσει».
Η σχέση με το τραγούδι, τη συγγραφή…
Πέρα από το θέατρο, ασχολείστε εδώ και χρόνια, με τη μουσική και συγκεκριμένα το τραγούδι, έχοντας τη δική σας μπάντα…
«Αυτό που είναι σημαντικό, είναι ότι …“κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια”… και δεν είναι για εμένα διαφορετικά πράγματα το θέατρο και το τραγούδι, δηλαδή τα θεωρώ “αδελφές τέχνες”, αφού το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο. Για να γίνω κατανοητή, όταν έχω ένα καινούριο τραγούδι στα χέρια μου, είναι σαν να έχω ένα θεατρικό μονόλογο. Οπότε κοιτάς, πέρα από τη μουσική και τα πατήματα, το θέμα της ερμηνείας. Συνηθίζω να λέω, ότι είμαι μια ηθοποιός που τραγουδάει ή που ερμηνεύει. Κι αυτό, φαίνεται ότι αρέσει στον κόσμο, αφού βάζω και δικά μου στοιχεία στο βαθμό που μπορώ, δηλαδή το κάνω δικό μου όσο μπορώ…».
Τι ρεπερτόριο προτιμάτε; Αυτό φαίνεται στις μουσικές σας εμφανίσεις ή τα ακούσματά σας είναι ακόμη πιο πλούσια;
«Η αλήθεια είναι ότι προσπαθώ, όλα αυτά τα χρόνια, να λέω κομμάτια που μου αρέσουν κι έχουν κάτι να μου πουν. Δεν συμβιβάζομαι σε αυτό. Θα πω από Χατζηδάκι μέχρι ένα παραδοσιακό, ενδεχομένως στην ίδια συναυλία, θα περάσω όλο το φάσμα, αρκεί να έχουνε κάτι να μου πούνε οι μελωδίες και οι στίχοι. Δεν πιστεύω σε αυτό που λένε, ότι το ποιοτικό τραγούδι δεν μπορεί να σταθεί από μόνο του σε μια συναυλία ή σε μια εκδήλωση. Εγώ πιστεύω ότι το εκτιμά ο θεατής, όποια κι αν είναι τα μουσικά του γούστα και δεν θέλω να μπω στη διαδικασία να υποχρεωθώ να πω τραγούδια, που σε ένα μήνα θα έχουμε όλοι ξεχάσει, αυτό είναι κάτι που αρνούμαι πεισματικά. Θεωρώ πως όποιο άκουσμα και να έχει ο άλλος, το τραγούδι που έχει κάτι να σου δώσει, θα το εκτιμήσει».
Πού έχετε εμφανιστεί ως τραγουδίστρια και ποιοι ήταν οι σημαντικότεροι σταθμοί για εσάς;
«Κάθε χώρος και κάθε κατάσταση, έχει τη δική του αξία και σημασία. Μπορεί να είναι ένας χώρος εντελώς άσημος, που να δημιουργηθεί μια τέτοια ατμόσφαιρα, που να τη θυμάσαι για χρόνια…».
Τελικά, η σχέση σας με το τραγούδι, πότε πρωτοπροέκυψε;
«Δούλευα στην Κύπρο στο ΡΙΚ, κάνοντας πολιτιστική εκπομπή και δούλευα παράλληλα και ως επαγγελματίας ηθοποιός. Στην Ορχήστρα των Χρωμάτων είναι σήμερα διευθυντής ένας άνθρωπος που ήταν υπεύθυνος από τότε για τα Πολιτιστικά Προγράμματα στο ΡΙΚ, ο οποίος με ήξερε και από το ΡΙΚ και ως ηθοποιό, γιατί η μπουάτ που διατηρούσε τότε, ήταν μεσοτοιχία με το Θέατρο στο οποίο εμφανιζόμουν τότε. Μάλιστα εκείνη τη χρονιά είχε γράψει τα τραγούδια και τις μουσικές για την παράσταση “Ο μικρός πρίγκιπας” που παίζαμε, κι έτσι είχα πολλά τραγούδια να πω. Άλλωστε ντουμπλάριζα παραδοσιακά, όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν εκεί, τις συναδέλφισσες ηθοποιούς που δεν τραγουδούσαν καλά. Έτσι, ένα βράδυ που αρρώστησε η τραγουδίστριά του, με υποχρέωσε να τον βοηθήσω. Βέβαια τη βραδιά την έβγαλα με τρεμάμενη φωνή. Έτσι πρωτοτραγούδησα κι έκτοτε αναπληρώνω στη Μυτιλήνη τη σχέση μου με το κοινό…».
Ας μιλήσουμε λίγο και για τη συγγραφή. Σε τι στάδιο βρίσκεστε αυτή τη στιγμή;
«Πέρα από το “Θαλασσολούλουδο” και το θεατροπαιδαγωγικό βιβλίο που είχα γράψει, δεν έχει κυκλοφορήσει κάτι άλλο. Τα βιβλία αυτά πήγαν πάρα πολύ καλά και υπάρχουν κάποια τελευταία αντίτυπα από το θεατροπαιδαγωγικό βιβλίο, αυτά βρίσκονται στην “Οδό Αλκαίου”. Δεν έχω πάρει ούτε ένα ευρώ από τα βιβλία αυτά, αλλά αυτό που μου έχει μείνει είναι η χαρά, του να έχω μοιραστεί πράγματα τα οποία μου έχουν φανεί χρήσιμα, με το αναγνωστικό κοινό. Υπάρχουν διάφορα πράγματα “στο συρτάρι”, αλλά δεν έχω προλάβει να βρω τον τρόπο να τα μοιραστώ με τον κόσμο, λόγω και του ότι συμβαίνουν όσα συμβαίνουν γύρω μας, ενώ παράλληλα παλεύω να υποστηρίξω και το διδακτορικό μου».
… και η ΕΡΑ Αιγαίου
Είσαστε μια από τις βασικές «φωνές» της ΕΡΑ Αιγαίου, που καταπιάνεστε κυρίως -όπως είναι φυσικό- με τα πολιτιστικά. Πώς σας έχουν επηρεάσει τα όσα έγιναν με την ΕΡΤ;
«Θα πρέπει βασικά να καταστήσουμε σαφές, ότι εμένα αυτή είναι η δουλειά μου, ότι από αυτό ζω, αφού η σχέση μου με την εκπαίδευση έχει σταματήσει από τότε που έγινα αορίστου χρόνου στην ΕΡΑ. Έκτοτε όλα τα άλλα είναι στη μνήμη, την καρδιά και την ψυχή μου, συμμετέχω εθελοντικά σε εκδηλώσεις και συναυλίες με το Νίκο τον Τσιριγώτη, αλλά αυτή είναι η κύρια και βασική απασχόλησή μου. Τα όσα έχουν γίνει, με έχουν επηρεάσει όσο δεν μπορεί να φανταστεί άνθρωπος. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτό. Είναι προέκταση του εαυτού μου και είναι σαν να με ευνουχίζει κανείς. Νιώθω ότι, αν μου το στερήσουν αυτό, θα έχω χάσει την επαγγελματική μου ταυτότητα. Είμαι σχεδόν 20 χρόνια στην ΕΡΑ, αν με ρωτήσεις ποιο είναι το πρώτο ή το δεύτερο σπίτι μου δεν μπορώ να πω αν είναι η ΕΡΑ ή το σπίτι που κοιμάμαι, ξέρω ότι είμαι πολύ ρομαντική και λειτουργώ με το συναίσθημα, αλλά ως καλλιτέχνης, έτσι λειτουργώ. Η παρούσα κατάσταση, την οποία θεωρώ ως ένα “θέατρο του παραλόγου” έτσι όπως το βιώνω, με κάνει να περνώ από συναισθηματικά κύματα, από τη μια πικραίνομαι, από την άλλη θυμώνω, από την άλλη πονώ, δεν έχω συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει, ίσως γιατί εξακολουθώ να είμαι στον εργασιακό μου χώρο. Η ΕΡΑ δεν είναι μόνο το ψωμί μου, είναι η ζωή μου. Δεν θέλω να ζήσω τη μέρα, που θα περάσω απ’ έξω και δεν θα έχω το δικαίωμα να μπω μέσα, να έχω τη σχέση με το μαγικό ραβδί του μικροφώνου».
Πώς φαντάζεστε ότι θα εξελιχθεί η όλη υπόθεση και εσείς προσωπικά τι επαγγελματικά σχέδια κάνετε;
«Νιώθω ένα απίστευτο κενό, δεν κάνω σχέδια, το μυαλό μου είναι μουδιασμένο, θα πρέπει να πω ότι έχω αρνηθεί στο παρελθόν τη θέση πολιτιστικού υπεύθυνου στο Δήμο Καλλιθέας στην Αθήνα και πριν πέντε χρόνια αρνήθηκα τη μόνιμη θέση ως θεατρολόγος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, για να είμαι στην ΕΡΑ. Σχέδια προς το παρόν δεν είμαι σε θέση να κάνω, γιατί δεν μπορώ να πιστέψω το ότι δεν θα είμαι εδώ. Θα πρέπει να πω ότι δεν περισσεύει κανένας απ’ όσους δουλεύουν στην ΕΡΑ, θεωρώ πως η ΕΡΑ Αιγαίου έχει ένα απίστευτο δυναμικό, που θα μπορούσε να σταθεί οπουδήποτε. Για εμένα, όσα έχω μάθει και ασχοληθεί στη ζωή μου, είναι ουσιαστικά στοιχεία για να μπορώ να στέκομαι σ’ αυτήν την εκπομπή, ώστε και ο άλλος που θα ακούσει μια κριτική που θα ασκήσω, θα ξέρει ότι μπορώ να το κάνω και όταν δίνει μια συνέντευξη, ξέρει ότι μιλάει σε έναν άνθρωπο του χώρου. Τα έζησα όλα αυτά στο παρελθόν, για να μπορώ να κάνω αυτό που κάνω. Ό,τι έχω κάνει, συνοψίζεται στην ΕΡΑ».