Η ψυχολόγος του «Βοστάνειου» Νοσοκομείου Στέλλα Σπύρου μιλά στο «Ε» και «ψυχογραφεί» τα της κρίσης της ελληνικής κοινωνίας

Η νέα γενιά «γηροκομείται» από τους γονείς της

20/06/2015 - 00:41

Μπήκα στο γραφείο και τη βρήκα σκυμμένη πάνω από μια σχολική έκδοση της «Οδύσσειας». «Ξέρετε ότι ο Όμηρος ήταν ο πρώτος ψυχολόγος» με ρώτησε; Όλη η ψυχολογική επιστήμη βασίζεται πάνω στη ρήση του Ομήρου: «Ο άνθρωπος να τιθασεύει τα θέλω του για καλό δικό του και καλό των άλλων». Προτού βγάλω χαρτιά και στυλό, ανάβει η κουβέντα.

Μπήκα στο γραφείο και τη βρήκα σκυμμένη πάνω από μια σχολική έκδοση της «Οδύσσειας». «Ξέρετε ότι ο Όμηρος ήταν ο πρώτος ψυχολόγος» με ρώτησε; Όλη η ψυχολογική επιστήμη βασίζεται πάνω στη ρήση του Ομήρου: «Ο άνθρωπος να τιθασεύει τα θέλω του για καλό δικό του και καλό των άλλων». Προτού βγάλω χαρτιά και στυλό, ανάβει η κουβέντα.

«Ποια είναι η διαφορά ψυχολόγου και ψυχιάτρου» τη ρωτάω. Άλλωστε συνορεύει με το γραφείο του ψυχιάτρου. «Ο ψυχίατρος δίνει φάρμακα, κάνει διάγνωση. Ο ψυχολόγος εκτιμά με το λόγο και βοηθά με το λόγο».Η ροή της κουβέντας τρέχει, τρέχει όμως και ο χρόνος. Τη ρωτάω:

«Αλήθεια, πώς καταλαβαίνει κανείς ότι χρειάζεται ψυχολογική βοήθεια;»
«Όταν βαρεθεί να ακούει παρηγοριές από τους άλλους και ότι όλα είναι μια χαρά, αλλά ο ίδιος είναι “δυο τρομάρες”, όταν πέσει η λειτουργικότητά του, δυσκολεύεται να συνδιαλεχτεί, όταν όλα και όλοι τον ενοχλούν, όταν τελειώνει ο αέρας γύρω του, όταν οι σκέψεις είναι απαισιόδοξες ή βγαίνει στην αγορά και γυρίζει με τσάντες γεμάτες άχρηστα αντικείμενα και πορτοφόλι άδειο. Νομίζω πως τότε πρέπει να αναζητήσει τον ψυχολόγο του.

Τονίζω ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι παθολογία, δηλαδή δεν έχει τρελαθεί με την έννοια ότι έχει χάσει την επαφή με το περιβάλλον (οπτικές και ακουστικές ψευδαισθήσεις), απλά πρέπει να δει τα πράγματα από διαφορετική οπτική γωνία, δηλαδή να κατεβάσει στόχους, να μπει στη θέση του άλλου, να αποδεχτεί αποτυχίες, λάθη, να εξομολογηθεί ένοχα μυστικά κ.λπ.».

«Πόσο έχει επηρεάσει η οικονομική κρίση τους Έλληνες;»
«Θα μου επιτρέψετε να μην μιλήσω για τη μονάδα Έλληνα, γιατί είμαστε από τους λαούς που χρησιμοποιούμε τον πληθυντικό, μιας και η οικογένεια κυβερνά κάθε κίνησή μας. Ας μη ξεχνάμε ότι η μαμά αναφέρει για το γιο της: “Φάγαμε, κοιμηθήκαμε, διαβάσαμε, περάσαμε στο πανεπιστήμιο”. Μέχρι διαφήμιση έγινε γνωστής τράπεζας αυτός ο πληθυντικός α΄ προσώπου.

Άρα κρίση οικογένειας έχουμε. Παλιά διαβάζαμε, περνούσαμε, σπουδάζαμε, ψηφίζαμε, «ρουσφετολογούσαμε», μπαίναμε σε μια δουλίτσα του δημοσίου και αράζαμε. Τώρα τα ρήματα σταματάνε στο περάσαμε, γιατί όλο το υπόλοιπο αντικαταστάθηκε από το ρήμα καθόμαστε, καθώς δουλειές δεν υπάρχουν;! Φυσικό λοιπόν είναι, σύμφωνα με την κοινωνική πυραμίδα του Maslow, όταν ο άνθρωπος δεν ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες μέσα από την παραγωγική εργασία να μην έχει νόημα ζωής, να μην έχει στόχους και να είναι σε ψυχική κρίση.

Παραπέμπω τους αναγνώστες σας στο λαϊκό παραμύθι “Το πιο γλυκό ψωμί”, όπου από τα πανάρχαια χρόνια ακόμα και ο βασιλιάς έπρεπε να είναι σε εγρήγορση, γιατί διαφορετικά πάθαινε νευρική ανορεξία. Εμείς γιατί να είμαστε μακριά από αυτόν;

Η αναζήτηση του νοήματος της ζωής, και όχι του χρήματος, είναι η λύση της ψυχικής κρίσης του Έλληνα. Είναι σημαντική η αναθεώρηση αξιών, “θέλω”, οραμάτων, επιδιώξεων, αναζητήσεων, τόσο για εκείνον όσο και για όλη την κοινωνική βάση ώστε να κερδίσουμε τη χαμένη μας αθωότητα και αξιοπρέπεια».

«Θεωρείτε ότι υπάρχει μεγάλο ποσοστό Ελλήνων που χρειάζεται ψυχολογική υποστήριξη;»
«Όταν ξεκίνησα τις σπουδές της ψυχολογίας, πίστευα ότι είναι αυτοί οι άρρωστοι και εγώ η υγιής. Χρειάστηκε περίπου τρία χρόνια ατομικής θεραπευτικής παρέμβασης για να καταλάβω ότι όλοι μας χρειαζόμαστε έναν ψυχολόγο, γιατί όλοι μας κουβαλάμε τις ανασφάλειές μας, τις κοσμοθεωρίες μας, που μας δυσκολεύουν να επικοινωνήσουμε με το σύντροφό μας, με τα παιδιά μας...

Τα “πρέπει” μας δεν μπορεί να είναι και “πρέπει” των άλλων. Όσο προσπαθούμε να τα επιβάλλουμε έρχεται η σύγκρουση. Στη φύση δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, ακόμα και τα λάθη στη φύση είναι δημιουργικά και βοηθούν στη σωστή λειτουργία της. Με αυτήν την έννοια, όλοι χρειαζόμαστε τον ψυχολόγο μας».

«Είμαστε ένας λαός θυμωμένος, ένας λαός που μισεί;»
«Αγανακτισμένοι είμαστε, όχι όμως με τους άλλους, αλλά με εμάς και τις επιλογές μας. Είμαστε ένας λαός πανέξυπνος, οραματιστής, αλλά φοβέρα ανταγωνιστικός με τους άλλους (εξ ου και η δικομανία και η γενική πολιτική και κοινωνική ασυνεννοησία). Κάνει κάποιος κάτι που σαν πρώτη άποψη είναι καλό, όμως σπάμε το κεφάλι μας γιατί θεωρούμε ότι μας βγήκε από πάνω να του βρούμε το κουσούρι και χάνουμε το δάσος».

«Η νέα γενιά ψυχολογικά σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές πώς κινείται;»
«Οφείλω να ομολογήσω ότι βγάζουμε παιδιά με τρομερές γνώσεις, αλλά κοινωνικά απαίδευτα. Η νέα γενιά δεν είναι ριψοκίνδυνη, γιατί δεν ξέρει τις ικανότητες και τις δυνατότητές της. Μιλά σαν γέρος 80 χρονών, περπατά με μπαστούνια και “γηροκομείται” από τους γονείς της. Κάποιοι από αυτοί εγκαταλείπουν τη γενέτειρα και αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό και πάλι καθοδηγούμενοι και αρνούμενοι να παλέψουν, αναζητώντας όχι την προσωπική τους ελευθερία αλλά την οικονομική λύτρωση. Σε μια πρόσφατη ανεπίσημη έρευνα που έγινε σε εργαζόμενους Έλληνες του εξωτερικού, η ψυχική υγεία αρκετών από αυτών έχει κλονιστεί κάτω από τις ατελείωτες ώρες δουλειάς και τη δυσκολία προσαρμογής στο νέο κλιματολογικό και κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον».

Το επάγγελμα του ψυχολόγου είναι παρεξηγημένο  

«Δεν είναι εύκολο να ασχολείστε με τα αδιέξοδα των ανθρώπων. Τι σας έκανε να σπουδάσετε ψυχολογία;»
«Ομολογώ ότι με γυρίζετε πίσω πολλά χρόνια. Στην τρίτη Λυκείου σε μια έκθεση ένας συμμαθητής μου με είχε αποκαλέσει ψυχολόγο και ότι αυτό θα μου ταίριαζε σαν επάγγελμα. Βέβαια, δεν είχα δώσει τότε τη δέουσα σημασία. Όμως, όταν μετά από τρία χρόνια έφυγα για σπουδές στη Σόφια της Βουλγαρίας, η απόφασή μου ήταν αμετάκλητη παρά τις αντιρρήσεις κυρίως της μαμάς μου, μιας και το επάγγελμα του ψυχολόγου το 1988 ήταν παρεξηγημένο και συνυφασμένο με την έννοια του τρελού. Θα πρέπει να ομολογήσω ότι μάλλον η μαμά μου είχε ένα μέρος δίκιο, γιατί δεν είναι και το πιο λογικό να θέλεις να λαμβάνεις τα προβλήματα, τον πόνο, τα αδιέξοδα των ανθρώπων, να τα επεξεργάζεσαι μαζί τους, να τους συναισθάνεσαι και να τους βοηθάς να βγουν από το τέλμα στο οποίο έχουν έλθει».

«Είναι πολλοί αυτοί που σας αντιμετωπίζουν με φόβο ή και με καχυποψία. Πώς το αντιμετωπίζετε αυτό;»
«Στην αρχή, το 1994, δούλεψα στην Αθήνα στο “Κέντρο Παιδοψυχικής Υγιεινής” του ΙΚΑ για τρία περίπου χρόνια. Εκεί τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα, γιατί μόλις είχαν αρχίσει οι γονείς να παθαίνουν φρενίτιδα από τα Μ.Μ.Ε. και να ψάχνουν τα ψυχολογικά, μαθησιακά, κοινωνικά προβλήματα που ανακάλυπταν στα παιδιά τους και ο ψυχολόγος ήταν ο άνθρωπος που θα τους έλυνε όλα τα προβλήματα. Επίσης, σε αυτό το επίπεδο, ο ενήλικος δεν αισθανόταν ότι θα απειληθεί από τον ψυχολόγο και έτσι είχαμε κοσμοσυρροή. Βέβαια, τα πράγματα άλλαζαν στην πορεία. Το κέντρο ακολουθούσε ως μέσο διάγνωσης και θεραπείας τη συστημική προσέγγιση του κέντρου, όπου στο πρόβλημα του ενός (παιδιού) εμπλέκεται όλο το οικογενειακό σύστημα και έτσι όλη η οικογένεια έμπαινε σε πρόγραμμα θεραπευτικής παρέμβασης.
Όταν το 1997 διοριστήκαμε μαζί με τη συνάδελφό μου στο νοσοκομείο της Μυτιλήνης ως ψυχολόγοι, τότε είχαμε να αντιμετωπίσουμε δύο προβλήματα. Πρώτον, οι άνθρωποι μάς είχαν ταυτίσει με τον ψυχίατρο, δεν μας εμπιστεύονταν εύκολα και εισπράτταμε άρνηση και επιθετικότητα κάτω από μια γενική άσχημη εικόνα που υπήρχε για το τότε ψυχιατρικό τομέα της Μυτιλήνης. Το δεύτερο που είχαμε να αντιμετωπίσουμε είναι με τους συναδέλφους που αρχικά δεν μπορούσαν να κατανοήσουν το ρόλο μας και μας είχαν κατατάξει ανάμεσα στον ψυχίατρο και τον κοινωνικό λειτουργό. Ο αγώνας συνεχής, ο δρόμος δύσκολος για 18 συναπτά πλέον έτη».

«Η Λέσβος ψυχολογικά σε ποιο επίπεδο βρίσκεται σε σχέση με τις υπόλοιπες περιφέρειες της Ελλάδας; Ποια είναι τα βασικά προβλήματα που σας λένε ότι αντιμετωπίζουν;»
«Τα στοιχεία την Λέσβου για την αύξηση των ψυχολογικών προβλημάτων σε νεαρές ηλικίες δεν απέχουν μακριά από αυτά όλης της Ελλάδας. Επίσης, οι Μυτιληνιοί δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Οι βασικότερες αιτίες προσέλευσης στο γραφείο ψυχολόγων είναι κρίσεις πανικού χωρίς οργανική αιτιολογία, στοιχεία κατάθλιψης και απαισιόδοξες σκέψεις ματαίωσης, δυσκολία λήψης αποφάσεων, διαταραχή στην επικοινωνία με τους φίλους ή τους συντρόφους, δυσκολία διαχείρισης κρίσεων και -το πιο σημαντικό- εξάρτηση όχι πια από ουσίες αλλά από τον Η/Υ».

Οι σταθμοί της


1969 Γέννηση στη Μυτιλήνη από το Γιώργο και τη Λεμονιά
1988 Εισάγεται στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας «University St. Kliment Ohridski».
1989 Γνωριμία με το σύζυγό της Γιώργο Λιανέα
1994 Πτυχίο Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας
1997 Διορισμός στο Νοσοκομείο Μυτιλήνης, δημιουργία Γραφείου Ψυχολόγων
2002 Γέννηση του γιου της Στράτου
2004 Γέννηση της κόρης της Ειρημόνας
2009 Master of sciences «Διοίκηση Μονάδων Υγείας»
2011 Συνεργασία με την ψυχολόγο Γιακουμή Ευτυχία και αναβάθμιση του Γραφείου Ψυχολόγων
 
Η συνάντηση
Συναντηθήκαμε στο γραφείο της στο Νοσοκομείο Μυτιλήνης ανάμεσα σε δύο ραντεβού. Το άγχος του χρόνου όμως το είχα εγώ… Τελειώνοντας, έμεινα με την απορία. Εγώ της πήρα συνέντευξη ή εκείνη μου έκανε… δωρεάν ψυχολογία!

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey