Στην εφημερίδα μας έφτασε χωρίς υπογραφή, ηλεκτρονική επιστολή που κοινοποιείται, μεταξύ άλλων, και σε όλα τα μέσα ενημέρωσης της Λέσβου και δύο των Αθηνών, με υπέρτιτλο: «Βαρεμάρα; Εμπάθεια;» και τίτλο:
«Σχετικά με το σχόλιο του Π.Μ. στη στήλη “Τα Δηκτικά” της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ 4/03/09».
Η ηλεκτρονική διεύθυνση αποστολής της επιστολής είναι «istoselides@gmail.com On Behalf Of Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ στο νομό Λέσβου».
Παραθέτουμε αυτούσια την επιστολή (ο τονισμός των λέξεων είναι του συντάκτη της επιστολής και διατηρείται αυτούσιος) και την απάντηση του συντάκτη του σχολίου Π.Μ..
Η επιστολή
Σας αποστέλλουμε την ερώτηση της «κάποιας» Λίτσας Αμμανατίδου, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα:
«Η ασάφεια περί των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των ιδιωτικών φυλάκων θήρας, εγκυμονεί κινδύνους για την βιοποικιλότητα και την άγρια πανίδα της χώρας».
Θα παρακαλούσαμε τον Π.Μ. να μας εξηγήσει σε ποιο σημείο ακριβώς της ερώτησης διάβασε ότι, με την ερώτησή της η Λίτσα Αμμανατίδου ζητά, να
«καταργηθεί ο θεσμός της θηροφυλακής».
Θα παρακαλούσαμε επίσης τον Π.Μ. να μας εξηγήσει ποια ακριβώς είναι τα
«στερεότυπα» που με
«φανατισμό» ή εξαιτίας
«ψηφοθηρικής» διάθεσης, η Λίτσα Αμμανατίδου υποστηρίζει με αυτή της την ερώτηση.
Εάν δεν έχουμε σαφή απάντηση, προφανώς έχουμε το δικαίωμα να θεωρήσουμε και εμείς με τη σειρά μας, ότι ο Π.Μ έκανε αυτό το σχόλιο για έναν από τους παρακάτω λόγους:
1ον: Βαρέθηκε να διαβάσει την ερώτηση και αρκέστηκε σε ό,τι του είπαν ότι ρώτησε η Λίτσα Αμμανατίδου. Αυτή είναι η καλύτερη περίπτωση. Εάν συμβαίνει αυτό θα πρέπει στο ίδιο σημείο της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ να κάνει την απαραίτητη διόρθωση.
2ον: Ο Π.Μ. έχει κάποιο πρόβλημα με το ΣΥΡΙΖΑ και βρήκε την ευκαιρία να ξιφουλκήσει: Σε αυτή την περίπτωση εμείς τι να πούμε; Ας τον κρίνουν οι αναγνώστες της εφημερίδας.
… και η απάντηση του Π.Μ.
1. Επί της ουσίας. Αναγνωρίζω το λάθος μου! Πράγματι η βουλευτής δε ζητά
επί λέξει να καταργηθεί ο θεσμός της μισθοδοτούμενης με
εθελοντικούς πόρους των κυνηγών Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής.
Το αφήνει όμως σαφέστατα να εννοηθεί, και το συμπέρασμα αυτό δεν είναι μόνο δικό μου αλλά και όσων μέσων ενημέρωσης αναφέρθηκαν στο θέμα (χαρακτηριστική περίπτωση δημοσίευμα της τοπικής συναδέλφου «Αιολικά Νέα», που σε σχετικό ρεπορτάζ στο φύλλο της Πέμπτης 27 Φεβρουαρίου το ίδιο ακριβώς καταλαβαίνει. Το γιατί στο δημοσίευμα αυτό και σε τόσα άλλα ανάλογα, ουδείς απήντησε συνιστά μάλλον περίπτωση επιλεκτικής ευαισθησίας.). Άλλωστε η βουλευτής, για να μην έχει κανείς αμφιβολία για το τι ζητά πραγματικά, αναφέρει επί λέξει στο σκεπτικό της ερώτησης ακριβώς πριν το διά ταύτα:
«Επειδή το κυνήγι με τον τρόπο που διεξάγεται και ελέγχεται σήμερα πρέπει να καταργηθεί»!!!
2. Ξανά επί της ουσίας. Μου ζητούν να εξηγήσω πού είναι τα «στερεότυπα» που με φανατισμό υποστηρίζονται στην ερώτηση. Αν δεν είναι στερεότυπα, που μάλιστα αποδεικνύουν
προκατάληψη έναντι μιας κοινωνικής ομάδας, τότε τι είναι φράσεις όπως: «Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι οι ιδιωτικοί θηροφύλακες είναι υπεύθυνοι να προβαίνουν σε έλεγχο της παραβατικότητας και των άμεσων εργοδοτών τους, κάτι που σημαίνει πως τέτοιος έλεγχος δε γίνεται, αλλά και στις περιπτώσεις που γίνεται να κινδυνεύουν με απόλυση», που προφανώς θεωρούν
συλλήβδην τους κυνηγούς και κυρίως τις διοικήσεις των οργανώσεών τους ως λαθροθήρες, φοβάμαι ότι οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.
3. Επί του αήθους υπαινιγμού: Με τα παραπάνω θεωρώ ότι απήντησα στο πρώτο ερώτημα της επιστολής, ότι δηλαδή όχι απλώς δε… βαρέθηκα, αλλά αντίθετα διάβασα πολύ προσεκτικά την ερώτηση και κατάλαβα πολύ καλά,
ένας μεταξύ πολλών, το νόημά της. Επί του δεύτερου ερωτήματος περί πιθανής μου… εμπάθειας κατά του ΣΥΡΙΖΑ, αν και θα μπορούσα να αφήσω πράγματι τους αναγνώστες και όλη την κοινωνία της Λέσβου, που γνωρίζουν την ιστορία του χώρου, να κρίνουν εμένα αλλά και τον συντάκτη της επιστολής, αλλά και όσους τού έδωσαν τη σφραγίδα να απαντά για λογαριασμό τους (γιατί βέβαια δεν πιστεύει κανείς σοβαρός άνθρωπος, ότι σε ένα σχόλιο που διαβάστηκε το πρωί της Τετάρτης στο «Εμπρός», πριν το μεσημέρι συνεδρίασε κάποιο όργανο του κόμματος και έβγαλε απάντηση), δεν αντέχω στον πειρασμό: Ο συντάκτης λοιπόν της επιστολής θα πρέπει να είναι πολύ όψιμος στον Συνασπισμό, γιατί αλλιώς θα γνώριζε, όπως όλοι, ότι με τα αρχικά
Π.Μ. υπογράφει στο «Ε» εδώ και χρόνια ο
Παναγιώτης Μυριτζής. Το να διακρίνεται για εμπάθεια έναντι του χώρου που φτιάχτηκε και στηρίχθηκε (μαζί με άλλους εκλεκτούς συντρόφους) και με τη δική του μακρά προσφορά, ο επί 12 χρόνια μέλος της νομαρχιακής επιτροπής του ΣΥΝ, οκτώ χρόνια γραμματέας της και πέντε φορές υποψήφιος βουλευτής του κόμματος σε δύσκολους καιρούς, μόνο κάποιος που όλα αυτά τα χρόνια ήταν αλλού θα μπορούσε με… θράσος να υπαινιχθεί!
Αν δεν ήταν όψιμος στο Συνασπισμό, θα γνώριζε επίσης ότι ο Παναγιώτης Μυριτζής, όλα αυτά τα χρόνια που πάλευε για το Συνασπισμό, έδινε παράλληλα μάχες για ένα νόμιμο, αυστηρά ελεγχόμενο κυνήγι, από κορυφαίες συνδικαλιστικές θέσεις, ως πρόεδρος της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Αρχιπελάγους και μέλος της διοίκησης της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας που εκπροσωπεί 300.000 κυνηγούς. Στις μάχες αυτές, πολλές φορές βρήκε κατανόηση και συμπαραστάτες και στον πολιτικό χώρο που ανήκε, πολλές φορές όμως συνάντησε και στείρα άρνηση, στερεότυπα και προκαταλήψεις, με τους φορείς των οποίων δε δίστασε δημόσια να συγκρουστεί, με αποκορύφωμα δημόσια παρέμβασή του σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΝ στο «Τιτάνια» το 1994 επί προεδρίας Νίκου Κωνσταντόπουλου. Αυτά για να λυθούν οι απορίες του συντάκτη της επιστολής, γιατί για τον κόσμο της Αριστεράς τέτοιες απορίες δεν υπάρχουν, γιατί όλοι σ’ αυτό τον τόπο γνωριζόμαστε.
Υ.Γ. Για όσους καλόπιστα αναρωτηθούν γιατί τέτοιος διάλογος με αφορμή ένα μη «κεντρικό πολιτικό θέμα», ας το ξεκαθαρίσω. Εδώ και περίπου ένα χρόνο, σφυρίζουν γύρω μου (και γύρω μας) διάφοροι ψίθυροι και υπαινιγμοί, από κάποιους που συνηθίζουν να διαβάλλουν, οχυρωμένοι πίσω από την ανωνυμία ή την υποτιθέμενη «συλλογικότητα». Επειδή, τουλάχιστον εγώ, δε φτύνω το παρελθόν μου ούτε τις αξίες μου και τις αρχές μου, συνειδητά τόσο καιρό δεν απαντούσα για να μην κάνω ζημιά. Αν κάποιοι αυτό το θεωρούσαν ως τώρα αδυναμία, ήρθε ο καιρός να καταλάβουν ότι και η υπομονή έχει τα όριά της και ότι όσες μάσκες ανωνυμίας και αν χρησιμοποιήσουν, εγώ πλέον είμαι αποφασισμένος να τις ξεσκεπάζω και να απαντώ επώνυμα. «Ισαμ’ έδγιου», που λέει χαρακτηριστικά κι ένας φίλος μου!
Και η ερώτηση
Ερώτηση Ε. Αμμανατίδου - Πασχαλίδου
προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Οι ιδιωτικοί φύλακες θήρας προσλαμβάνονται από τις κυνηγετικές οργανώσεις και μισθοδοτούνται από τις συνδρομές που καταβάλλουν οι κυνηγοί μέλη των συλλόγων, το ύψος των οποίων ορίζεται με υπουργική απόφαση.
Σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθ. 4 του νόμου 3208/2003 οι ιδιωτικοί φύλακες θήρας μπορούν να προβαίνουν σε όλες τις προανακριτικές πράξεις για τις παραβάσεις των περί θήρας διατάξεων και με απόφαση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζονται τα καθήκοντα και οι περιορισμοί, τα προσόντα, η ηλικία και λοιπά θέματα για την πρόσληψη και λειτουργία τους.
Τον Ιανουάριο του 2008 η εισαγγελία του Αρείου Πάγου με την με αριθμό 138/18-1-08 γνωμοδότησή της αποφαίνεται πως επειδή δεν έχει εκδοθεί η προαπαιτούμενη Υπουργική Απόφαση που προβλέπει ο νόμος 3208/03 δεν μπορούν οι θηροφύλακες των κυνηγετικών οργανώσεων να ασκήσουν προανακριτικές πράξεις ούτε και για παραβάσεις των διατάξεων που ισχύουν περί θήρας.
Η γνωμοδότηση αυτή κοινοποιήθηκε προς τις Διευθύνσεις Δασών των Περιφερειών και προς όλους τους φορείς των κυνηγών της χώρας, με έγγραφο του ΥΠΑΑΤ (86867/666/07-02-2008) προς γνώση και πιστή εφαρμογή.
Μετά από όλα αυτά και λόγω της σύγχυσης που προκλήθηκε για το ποια είναι ακριβώς τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των θηροφυλάκων καταθέσαμε σχετική αναφορά (57/17-07-2008) προς το ΥΠΑΑΤ. Στην απάντηση που λάβαμε (53/30-07-08) αναφέρεται ότι σε αναμονή σχετικής γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους επί του ζητήματος που ανέκυψε μετά την 138/18-01-08 γνωμοδότηση του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τα καθήκοντα των ιδιωτικών φυλάκων της θήρας συνεχίζουν να ασκούνται κατά τις κείμενες διατάξεις.
Πρόσφατα ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αποστέλλει με έγγραφό του (250/23-01-2009) προς όλους τους Εισαγγελείς Εφετών της χώρας την 138/18-01-08 γνωμοδότηση για άμεση ενημέρωση, ενώ παράλληλα επισημαίνει ότι η γνωμοδότηση αυτή επικυρώθηκε και με δικαστική απόφαση του Αρείου Πάγου.
Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει μια απερίγραπτη σύγχυση σχετικά με το ποια είναι τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των ιδιωτικών θηροφυλάκων σε σημείο που Διευθύνσεις Δασών να δίνουν διαφορετικές ερμηνείες και οδηγίες εφαρμογής της εισαγγελικής γνωμοδότησης του Αρείου Πάγου, να μην ασκούνται τα ίδια καθήκοντα από τους θηροφύλακες ανά την επικράτεια και ακόμη να υπάρχουν μέχρι και ποινικές διώξεις σε βάρος ιδιωτικών θηροφυλάκων για αντιποίηση αρχής, παράνομη κατακράτηση και παράβαση καθήκοντος.
Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι οι ιδιωτικοί θηροφύλακες είναι υπεύθυνοι να προβαίνουν σε έλεγχο της παραβατικότητας και των άμεσων εργοδοτών τους, κάτι που σημαίνει πως τέτοιος έλεγχος δε γίνεται, αλλά και στις περιπτώσεις που γίνεται να κινδυνεύουν με απόλυση. Με τον τρόπο όμως αυτό η Πολιτεία δεν παρέχει καμμία προϋπόθεση αμερόληπτης εφαρμογής του νόμου για το κυνήγι.
Επειδή το κυνήγι με τον τρόπο που διεξάγεται και ελέγχεται σήμερα πρέπει να καταργηθεί,
Επειδή τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των ιδιωτικών θηροφυλάκων δεν είναι με σαφή τρόπο προσδιορισμένα,
Επειδή μέχρι την κατάργηση της κυνηγετικής δραστηριότητας με τη σημερινή της μορφή, θα πρέπει αυτή να ασκείται και να ελέγχεται με αμερόληπτο και αντικειμενικό τρόπο, ώστε να προστατεύεται αποτελεσματικά και να μην υποβαθμίζεται το περιβάλλον, οι βιότοποι και τα είδη της άγριας πανίδας από τη δράση των λαθροθηρών,
Ερωτάται ο κ. υπουργός:
Πότε θα προχωρήσει στην έκδοση της Υπουργικής Απόφασης που προβλέπει ο νόμος 3208/2003 για να καθοριστούν τα καθήκοντα και οι περιορισμοί, τα προσόντα, η ηλικία και λοιπά θέματα που αφορούν την πρόσληψη και τη λειτουργία των ιδιωτικών φυλάκων θήρας των κυνηγετικών οργανώσεων.
Η ερωτώσα βουλευτής
Αμμανατίδου - Πασχαλίδου Ευαγγελία