Μνήμη Γιάννη Πασπάτη

06/07/2012 - 15:31

Έφυγε και ο Πασπάτης. Ο Γιάννης Πασπάτης. Ο κάποτε τυπογράφος, ερασιτέχνης ηθοποιός, συγγραφέας, λαϊκός τραγουδιστής, χορευτής, ο πάντα χαριτολόγος, ο πάντα χαμογελαστός, ο τσαχπίνης, ο απείραχτος άνθρωπος, ο εκλεκτός στις παρέες.

Έφυγε και ο Πασπάτης. Ο Γιάννης Πασπάτης. Ο κάποτε τυπογράφος, ερασιτέχνης ηθοποιός, συγγραφέας, λαϊκός τραγουδιστής, χορευτής, ο πάντα χαριτολόγος, ο πάντα χαμογελαστός, ο τσαχπίνης, ο απείραχτος άνθρωπος, ο εκλεκτός στις παρέες.

Δε θα γράψω νεκρολογία. Δεν του πάει. Απλώς θα πω: έφυγε ένας φίλος, που ήξερε να δίνει νόημα στη ζωή, να την ομορφαίνει, να μην την αφήνει να τον πάρει καπάκι στο διάβα της.

Δουλέψαμε μαζί στη «Χορωδία Μυτιλήνης», τραγουδήσαμε μαζί, παίξαμε θέατρο μαζί, του έγραψα επιθεωρησιακά νούμερα και τα έπαιξε στο σανίδι βάζοντας στα λόγια μου την ψυχή του και μεταμορφώνοντάς τα.

Θυμάμαι αυτήν τη στιγμή μια συνεργασία μας στην τηλεόραση. Ήταν πριν 35 πάνω - κάτω χρόνια. Έγραφα τότε, και παιζόταν δυο φορές τη βδομάδα απ’ την ΥΕΝΕΔ, το σήριαλ «Ο Δρόμος», με πρωταγωνιστές το Νίκο Ρίζο, τη Μάρθα Καραγιάννη, τη Μαρία Ιωαννίδου, τον Ευαγγελίδη και άλλους πολλούς ηθοποιούς, που δε θυμάμαι πια τα ονόματά τους. Ξέροντας το πηγαίο και δημιουργικό ταλέντο του Γιάννη, σκέφτηκα να τον εμφανίσω μ’ όλους τους παραπάνω σε κάποια εμβόλιμα επεισόδια σα Μυτιληνιό καφετζή σε κάποιο εξοχικό καφενεδάκι, απ’ όπου περνούσε η κουστωδία του «Δρόμου». Τον πήρα τηλέφωνο απ’ την Αθήνα. «Γιάννη, το και το. Θέλεις να σου γράψω έναν τέτοιο ρόλο και να ’ρθεις στην Αθήνα να τον γυρίσουμε;» Δέχτηκε μετά χαράς.

Στρώθηκα και του έγραψα το μέρος του, που κρατούσε τέσσερις συνέχειες. Του το ’στειλα. Και του επέστησα την προσοχή να καθίσει και να διαβάσει τα γραφτά μου, να τα προβάρει μόνος του, και να ’ρθει ξέροντάς τα νεράκι, γιατί οι επαγγελματίες ηθοποιοί, που προανέφερα, δεν αστειεύονταν. Άσε που θα τον έβλεπαν με μισό μάτι ότι ένας ερασιτέχνης θα ’ρχόταν να μπει ανάμεσά τους. Ανήσυχος για το αποτέλεσμα της ενέργειάς μου, παρακολουθούσα καθημερινά από μακριά, με το τηλέφωνο, την πρόοδό του.

Πράγματι, πήρε τα κείμενα, όπως μου έλεγε, τα διάβασε, τα έμαθε, και ήταν έτοιμος να κατεβεί στην Αθήνα και να τα παίξει. Κατέφθασε μια Δευτέρα πρωί στο στούντιο με το βαλιτσάκι του, όπου είχε τη μυτιληνιά φορεσιά του - τη βράκα, το άσπρο πουκάμισο, το τσόχινο γιλέκο. Μόλις μπήκε στο χώρο, έπεσε πάνω στον κωμικό Νίκο Ρίζο. Του έριξε μια ματιά από πάνω ως κάτω, και του είπε: «Ρε, ισύ είσι ι Ρίζους;» Ο άλλος θαρρείς κεραυνοβολήθηκε, τα ’χασε, απάντησε δειλιασμένος: «Ναι…» Και πριν προλάβει να πει τίποτα άλλο, ο Πασπάτης τον εκμηδένισε: «Μ’ αυτό του μπόγ(ι)’ τ’ ζουμπά που έχ’ς τίλουγια τα κατάφιρις κι έγινις κι προυταγουνιστής, ρε γκμπάρι;» Αυτό ήταν! Ο Ρίζος ισοπεδώθηκε. Το ίδιο και οι άλλοι ηθοποιοί γύρω. Κι ο Πασπάτης μπήκε με αρχοντηλίκι στο ρόλο του, παίζοντας τους άλλους στα δάχτυλά του.

Βέβαια, όχι ότι ήξερε τα λόγια του απ’ έξω κι ανακατωτά, όπως επίμονα του ζήτησα κι όπως επιβαλλόταν. Πιο πολύ αυτοσχεδίαζε. Έτσι έκανε πάντα στις μυτιληνιές σκηνές. Αλλά οι αυτοσχεδιασμοί του ήταν μέσα στο πνεύμα των γραφτών μου. Και το κωμικό στοιχείο ανάβλυζε άφθονο απ’ τη μυτιληνιά άρθρωσή του, τα γκιβιζιλίκια του, τους χορούς του και τα πειράγματά του.

Γεια σου, ρε Γιάννη, με τα τσαλίμια σου. Ήσουν απ’ τους ωραίους της ζωής. Φαντάζομαι ότι εκεί, στον άλλο κόσμο, σίγουρα θ’ αντάμωσες και τους άλλους μερακλήδες του τόπου μας, τον Αναστασέλλη, τον Μπουλμπούλη, τον Κάργα, τον Πασβούρη, και θα τα κουτσοπίνετε τώρα, κουσκουσεύοντας εμάς τους δύστυχους που μας τυραννούν η τρόικα, και η κρίση, και η μείωση μισθών και συντάξεων, και οι φόροι - και άσ’ τα να πάνε…

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey