Ο επιμένων ελληνικά

01/07/2012 - 05:56
«Ο επιμένων ελληνικά» ήταν ένα παλιό μήνυμα που ακούγαμε και βλέπαμε εκεί στα τέλη της δεκαετίας τού ‘80. Την έμπνευση της διαφημιστικής καμπάνιας είχε ένας κάποιος μικτός φορέας, ιδιωτών μικρομεσαίων επιχειρηματιών και του Δημοσίου.
«Ο επιμένων ελληνικά» ήταν ένα παλιό μήνυμα που ακούγαμε και βλέπαμε εκεί στα τέλη της δεκαετίας τού ‘80. Την έμπνευση της διαφημιστικής καμπάνιας είχε ένας κάποιος μικτός φορέας, ιδιωτών μικρομεσαίων επιχειρηματιών και του Δημοσίου. Την ανάγκη της επέβαλε το γεγονός ότι οι πωλήσεις των ελληνικών προϊόντων είχαν αρχίσει να υποχωρούν με ραγδαίους ρυθμούς και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να εισέρχονται σε κατάσταση πρόωρη ύφεσης, σε μια Ελλάδα που η καταναλωτική της ευρωστία ανέβαινε και άρχιζε να αποκτά νέες καταναλωτικές συνήθειες και «αξίες».
Ήταν τότε που είχαν αρχίζει να ρέουν άφθονα τα χρήματα των «κουτόφραγκων», έτσι νομίζαμε, μέσω ποικίλων κοινοτικών προγραμμάτων και επιδοτήσεων. Η βαλκανική Ελλάδα ανακάλυπτε τη γοητεία και τη γκλαμουριά τού status symbol. Το ‘88 γινόταν πρώτη στην Ευρώπη, κατ’ αναλογίαν πληθυσμού, σε κατανάλωση ουίσκι και το ‘89 πρώτη σε κατοχή «Μερτσέντες» (όπως και το 2008 πρώτη σε κατοχή Porsche Cayenne, ενώ το 2010 στον καιρό του μνημονίου, ερχόταν… απλώς δεύτερη!). Τότε, λοιπόν, νέα εμπορικά σήματα, sorry brands (βοήθα Glitteratti), έκαναν την εμφάνισή τους σε μοδάτα μαγαζιά. Ο Μίδας της επίπλαστης ευημερίας, είχε καταργήσει τα οικονομικά σύνορα του καταναλωτισμού. Τα ψώνια στα… Μιλάνα και τα Παρίσια έγιναν must (και δεν ήταν για την μπουρζουαζία, για το μέσο Έλληνα φοροφυγά, όπως και το μέσο δανεισμένο Έλληνα ήταν). Την ίδια ώρα, η ελληνική παραγωγή αποδομείτο και αργοπέθαινε - σε παράλληλή πορεία βέβαια και με την αγροτική παραγωγή.

Όλα αυτά, όμως, θα ανήκουν σε πολύ λίγο στην ιστορία του ελληνικού καταναλωτικού ονείρου. Όσες ελληνικές επιχειρήσεις είχαν παραμείνει εν ζωή, έστω κι αν φυτοζωούσαν, δέχονται πλέον την εξοντωτική επίθεση του μνημονίου με τη στέγνια της ρευστότητας. Είναι επιχειρήσεις που δουλεύουμε εμείς, που δουλεύουν οι δικοί μας, οι συγγενείς μας, οι φίλοι μας, οι γείτονες, οι συγχωριανοί μας, που δουλεύουν, εν τέλει, Έλληνες. Η κρίση μάς αναγκάζει να κατανοήσουμε ότι είμαστε μια συγκεκριμένη κοινωνία που ακολουθεί πλέον τη δική της κοινή πορεία και υφίσταται από κοινού τις επιπτώσεις της κρίσης.
Αυτή την ώρα, που μαίνεται η θύελλα της αδυσώπητης οικονομικής δυσπραγίας που ενέσκηψε, χιλιάδες επιχειρήσεις κινδυνεύουν να καταρρεύσουν, να γίνουν κουφάρια και να δημιουργήσουν επιπλέον ανέργους με άδειες τσέπες και άδειες ζωές. Γι’ αυτό και μεις, όσο και αν σας ακούγεται δασκαλίστικη η προτροπή, ας δώσουμε τη δική μας μάχη. Ας αγοράσουμε με πείσμα ελληνικά προϊόντα. Ας μην περιμένουμε να μας το πει κάποια επίσημη καμπάνια της παραζαλισμένης κυβέρνησης. (Άλλωστε ο πρωθυπουργός μας θα θεωρούσε, ίσως, μια τέτοια καμπάνια ασύμβατη με το διεθνισμό και την πολυπολιτισμικότητά του!)
Ξέρουμε και έχουμε όλοι τις ενστάσεις μας: Μα η ποιότητα... μα το κόστος… μα το στυλ… μα οι τιμές… κ.λπ.. Όλα αυτά είναι γνωστά, σεβαστά, αλλά είμαστε σε πόλεμο και αυτά πρέπει να περάσουν σε δεύτερη μοίρα. Δε θα διασκεδάσουμε λιγότερο στο μπαρ ή την ταβέρνα αν παραγγείλουμε ελληνική μπύρα, δε θα περπατήσουμε λιγότερο καλά αν αγοράσουμε ελληνικό παπούτσι, δε θα πάρουμε περισσότερο καρκίνο (εμείς οι καπνιστές) αν αγοράσουμε ελληνικά τσιγάρα, δε θα γίνουμε λιγότερο εμφανίσιμοι αν αγοράσουμε ελληνικά ρούχα.
Είμαστε σε πόλεμο, και ένα μέρος της έκβασής του είναι και δικό μας θέμα, του καθενός μας χωριστά. Η τσέπη μας είναι το δικό μας όπλο. Ας το χρησιμοποιήσουμε για να δώσουμε δουλειά σε Έλληνες και μια ελάχιστη ανάσα στην ελληνική οικονομία.

Υ.Γ. Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν απλοϊκότητα αυτή την προτροπή, στην εποχή του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, της ταξικής επίθεσης, της δορυφοροποίησης των περιφερειακών καπιταλιστικών οικονομιών κ.λπ. κ.λπ.. Κάποιοι άλλοι θα τα θεωρήσουν εθνικιστικά. Δεν πειράζει. Ο καθείς και αγώνας του…

(Από το www.protagon.gr/.)

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey