Η σιωπή είναι η έκφραση της καρδιάς

01/07/2012 - 05:56
Μόνος του ζούσε ο Χοσέ Φερνάντο. Μόνος μ’ ένα μυστικό. Επιστάτης, χρόνια τώρα, μιας μαρίνας, στα κανάλια του Μορόκου. Η μοίρα του και η σχεδία με την οποία δραπέτευσε, λίγους μήνες μετά την επανάσταση στην Κούβα, τον «ξέβρασαν» σ’ εκείνα τα μέρη κι εκεί έμεινε στη δούλεψη της μαρίνας.
Μόνος του ζούσε ο Χοσέ Φερνάντο. Μόνος μ’ ένα μυστικό. Επιστάτης, χρόνια τώρα, μιας μαρίνας, στα κανάλια του Μορόκου. Η μοίρα του και η σχεδία με την οποία δραπέτευσε, λίγους μήνες μετά την επανάσταση στην Κούβα, τον «ξέβρασαν» σ’ εκείνα τα μέρη κι εκεί έμεινε στη δούλεψη της μαρίνας. Όταν τον πήραν πια τα χρόνια, του ανέθεσαν το ρόλο του επιστάτη, μιας κι ανέκαθεν είχε την αρρώστια των φιλοσόφων… Δεν μπορούσε να κοιμηθεί τα βράδια. Του άρεσε να ξαπλώνει στη μεγάλη πλεκτή αιώρα, συντροφιά με τα βιβλία του, κι απ’ αυτά διάλεγε φράσεις και στίχους και τα σημείωνε στο αγαπημένο του μπλοκ. Δεινός αναγνώστης. Δεν παράτησε ποτέ το συνήθειο της ανάγνωσης και των σημειώσεων. Τα βράδια, εκείνα που τ’ αστέρια αρνιόνταν να βγουν στον ουρανό, χανόταν στο χάρτινο κόσμο των βιβλίων του.
Άλλες φορές έπαιρνε το μπλοκάκι του και τραβούσε προς το μόλο, εκεί κάτω από τον προβολέα, ανάμεσα στις δεσιές και τους κάβους, φυλλομετρούσε τις σημειώσεις του. Μετά έριχνε, ένα γύρω, κλεφτές ματιές για να σιγουρευτεί πως είναι μόνος κι όταν το επιβεβαίωνε, άρχιζε να απαγγέλει φωναχτά τους αγαπημένους του στίχους. Η νύχτα - το ’ξερε - δεν έχει ακροατές… μόνο επιθυμίες. Επιθυμίες που στάζουν σαν υγρασία και… την υγρασία - κι αυτό το ’ξερε - τη νιώθεις, δεν την ακούς. Την ένιωθε στα μάτια του που θόλωναν απ’ τα δάκρυα και στο λεπτό σκούρο φανελάκι, που μουσκεμένο απ’ τον ιδρώτα κολλούσε στο μελαψό κορμί του. Τότε έβγαζε απ’ την τσέπη του το τρανζιστοράκι, γύριζε τη βελόνα κι έμπαινε στις συχνότητες κουβανέζικων σταθμών. Αυτών που εκπέμπουν από το Μαϊάμι και… με τους ξέφρενους ρυθμούς του νησιού του ξεχνιόταν, μέχρι που άρχιζε να χαράζει.
Άλλες πάλι, όταν άρχιζε να βαριέται το ξενύχτι, καθώς περνούσε μέρες ολόκληρες δίχως να μιλήσει από κοντά σε κανέναν, τον έπιανε νοσταλγία για άνθρωπο. Αυτό τον βασάνιζε. Γύριζε τότε προς το πέλαγο και, μ’ όλη του τη δύναμη, άφηνε να του ξεφύγει ένα μακρόσυρτο «έεεεεε…», να το πάρει το κύμα και να το πάει μέχρι την αγαπημένη του Αβάνα. Ύστερα έγερνε, έστηνε αυτί ν’ ακούσει μη τυχόν και του επιστραφεί σαν ηχώ… με την απόκριση εκείνης. Της Τερέζας. Της αγαπημένης του Τερέζας, που έρχεται και φεύγει στη σκέψη του. Αυτή διαφεντεύει ακόμη την ψυχή του. Την ποτίζει με γλυκόπικρες γεύσεις. Πότε την θεραπεύει και πότε την πληγώνει. Πόσες νύχτες, αλήθεια, πέρασε δίχως εκείνη…
Με το που τον γνώρισα τον συμπάθησα και τον επισκεπτόμουν στη μαρίνα κάθε φορά που ένιωθα πλήξη. Μου άρεσε να τον ακούω, να παίρνω κομμάτια απ’ τις ιστορίες και τη σοφία του. Είχε τον τρόπο να δίνει ουσία στα πιο απλά πράγματα, να ανυψώνει τα πιο μικρά κι ασήμαντα περιστατικά και να τους δίνει πλάτος και διάρκεια. Σε κάποια απ’ αυτές τις επισκέψεις μου, περπατώντας στο μόλο, άνοιξε την καρδιά του και μου μίλησε για κείνη. Ομολόγησε το φυλαγμένο μυστικό του… Την προδοσία της αγάπης του… Όταν, εκείνη την πρώτη του Γενάρη του ‘59, μετά τον Κόλπο των Χοίρων, την έχασε… προσχώρησε στο κίνημα κι έγινε πράκτορας και… ερωμένη του κομαντάντε Καλίξτο.
Εκείνον τον συνέλαβαν, δεν το άντεχε. Η μόνη χάρη που του ’κανε η Τερέζα ήταν να τον βοηθήσει να δραπετεύσει, να φύγει απ’ την Κούβα. Στην ύστατη προσπάθεια να την πείσει να πάει μαζί του, του το αρνήθηκε. Αυτό τον πλήγωσε. Ταπεινωμένος τότε απ’ την άρνησή της και την ανημποριά του, έσκυψε το κεφάλι και βυθίστηκε στη σιωπή. Το μόνο που μπόρεσε να ψελλίσει, πριν φύγει, για να δικαιολογήσει τη σιωπή του, ήταν μια από τις αγαπημένες του φράσεις… των σημειώσεων: «Ο λόγος είναι η έκφραση του νου, η σιωπή της καρδιάς! … Αυτή σου αφήνω…»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey