«Κακή» προοπτική η «αδύνατη» αντιπολίτευση και η «αδύναμη» κυβέρνηση!

06/04/2024 - 10:00 Ενημερώθηκε 08/04/2024 - 09:46

Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία ότι η περίοδος που ακολουθεί και λόγω των ευρωεκλογών του Ιουνίου η πολιτική ένταση θα διογκωθεί, όπως άλλωστε φάνηκε και με την πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε η αντιπολίτευση και όσα επακολούθησαν, αφού ένα χρόνο μετά τις τελευταίες εθνικές κάλπες ξανακαταγράφεται η δυναμική, η συνοχή και σε τελική ανάλυση η επιρροή όλων των πολιτικών δυνάμεων και οι εν δυνάμει μετακινήσεις και προτιμήσεις του εκλογικού σώματος, χωρίς τα διλήμματα της κυβερνησιμότητας της χώρας. Οπως και να το κάνουμε οι ευρωεκλογές είναι η τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση που θα γίνει μέσα σε διάστημα ενός περίπου χρόνου, αφού έχουν προηγηθεί οι διπλές βουλευτικές εκλογές του περασμένου Μαϊου και Ιουνίου και οι αυτοδιοικητικές του περασμένου Οκτωβρίου, διαμορφώνοντας το σημερινό πολιτικό σκηνικό που οι επικείμενες ευρωκάλπες θα δείξουν αν θα παραμείνει, κατά βάση ως έχει, ή θα προκύψουν σοβαρές ανακατατάξεις που θα συνηγορούν σε ένα άλλο τοπίο! Είναι προφανές ότι οι ευρωεκλογές δεν είναι βουλευτικές, όπου διακυβεύεται η κυβερνησιμότητα της χώρας, όπου θα διλήμματα είναι πιο σαφή και πιο πιεστικά στο εκλογικό σώμα, αφού πέρα από την εκλογή των βουλευτών, καλείται να επιλέξει και την κυβέρνηση της χώρας. Ωστόσο και οι ευρωεκλογές είναι μια κορυφαία εκλογική αναμέτρηση , που δεν περιορίζεται στα εθνικά σύνορα , αλλά αφορά τους πολιτικούς συσχετισμούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπου πλέον λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις που αφορούν τις ευρωπαϊκές χώρες και κοινωνίες. Αρα κάθε άλλο παρά αδιάφορες είναι, τουλάχιστον για το πολιτικό προσωπικό και τις ηγεσίες των κομμάτων, και για τους ψηφοφόρους είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να στείλουν τα δικά τους μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση, αλλά κυρίως προς τους κυβερνώντες, προκειμένου να κάνουν διορθωτικές κινήσεις, κρούωντας τον «κώδωνα του κινδύνου» για λάθη και παραλείψεις και για τα «κακώς κείμενα» της διακυβέρνησής τους. Γεγονός πάντως είναι ότι τα κόμματα έχουν τις δικές τους προτεραιότητες και τα δικά τους...«άγχη» που δεν ταυτίζονται, πέρα από το στενό στελεχιακό δυναμικό τους, με το τι επιδιώκει από αυτές τις εκλογές η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου που τελικά θα πάει στις κάλπες. Προσεγγίζει την όλη διαδικασία πολύ πιο «χαλαρά» από ότι τα κομματικά επιτελεία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι και αδιάφορος για το αποτέλεσμα.

Ετσι και αλλιώς, το γεγονός πως από τις ευρωεκλογές δεν βγαίνει κυβέρνηση, εκ των πραγμάτων διευκολύνει ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος να επιλέξει, χωρίς τα έντονα διλήμματα των εθνικών εκλογών, περί της σταθερότητας και κυβερνησιμότητας της χώρας, αλλά με άλλα κριτήρια, πολύ περισσότερο σε αυτή ειδικά τη χρονική συγκυρία που οι επόμενες βουλευτικές απέχουν ακόμη πολύ, για να είναι προάγγελος εξελίξεων και δεδομένου, από ότι δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, δεν παίζεται και η «πρωτιά», αφού αυτή φαίνεται να είναι «κατοχυρωμένη» στο κυβερνών κόμμα. Το μόνο ίσως νέο στοιχείο που αναμένεται και που έχει κάποιο ενδιαφέρον από αυτήν την κάλπη είναι η σειρά των κομμάτων πέραν της πρώτης θέσης, με πιο σημαντική ενδεχομένως εξέλιξη, αν θα παραμείνει στη δεύτερη θέση ο ΣΥΡΙΖΑ, που κατέχει σήμερα τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ή αν τον ξεπεράσει το ΠΑΣΟΚ, που στοχεύει στη δεύτερη θέση. Τώρα κατά πόσο προκαλεί ενδιαφέρον το ποιός θα βγεί δεύτερος και ποιος τρίτος είναι ένα θέμα, που πέρα από τους παροικούντες τις κομματικές ...Ιερουσαλήμ, ελάχιστα απασχολεί τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου, που ομολογουμένως έχει άλλα σοβαρότερα ζητήματα για να ασχοληθεί, τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και γενικότερα, όπως είναι τα θέματα της οικονομίας , της ασφάλειας , της δημόσιας διοίκησης κ.α. που όπως και να το κάνουμε επηρεάζουν τα μέγιστα τη ζωή μας. Και για αυτά οι πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν τη ψήφο των πολιτών, περισσότερο καταναλώνονται σε κινήσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα προκειμένου να κερδίσουν πρόσκαιρες εντυπώσεις, παρά να μιλήσουν και να καταθέσουν προτάσεις και σκέψεις επί της ουσίας με γνώμονα την αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών που οξύνουν τα προβλήματα και μερικές φορές οδηγούν και σε ανείπωτες τραγωδίες, όπως αυτή των Τεμπών, που τον τελευταίο καιρό μονοπωλεί την δημόσια «σφαίρα». Δυστυχώς όμως όχι για να αναζητηθούν οι ασφαλιστικές δικλίδες και οι αναγκαίες συναινέσεις για να μην έχουμε άλλες παρόμοιες τραγωδίες, δεδομένου ότι υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες από το πολιτικό σύστημα με λάθη και παραλείψεις στη λειτουργία, εν προκειμένω του σιδηροδρόμου στην Ελλάδα, αλλά για πολιτική εκμετάλλευση του πόνου των οικογενειών για τις απώλειες από την μια πλευρά και προσπάθεια συγκάλυψης και αποποίησης των όποιων ευθυνών από την άλλη. Βλέπετε οι κάλπες πλησιάζουν και η συναισθηματική φόρτιση της ελληνικής κοινωνίας από αυτή την τραγωδία και όσα επακολούθησαν με την διερεύνηση της υπόθεσης, είναι πολύ νωπή και ενδεχομένως μπορεί να επηρεάσει την κρίση του εκλογικού σώματος πηγαίνοντας προς τις κάλπες! Η δε πολιτική αντιπαράθεση, μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης με φόντο την τραγωδία, είναι βέβαιο ότι δημιουργεί κλίμα καχυποψίας, αχρείαστο για την αναζήτηση των αιτίων της τραγωδίας και κυρίως των απαραίτητων διορθωτικών κινήσεων σε θεσμικό και επιχειρησιακό επίπεδο προκειμένου να εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας και υπευθυνότητας που τώρα έχει πληγεί ανεπανόρθωτα και με ευθύνη του πολιτικού κόσμου. Γιατί κακά τα ψέματα και η διαχείριση του θέματος από μέρους της κυβέρνησης, κυρίως με το βιαστικό κλείσιμο της Εξεταστικής που άφησε πολλά ερωτηματικά, αλλά και η εκμετάλλευση από μέρους της αντιπολίτευσης, αφήνουν «πικρή γεύση» στον κόσμο, που επιτέλους περιμένει από τον πολιτικό κόσμο να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να μην «κρυφτεί», επικαλούμενος είτε το «ανθρώπινο λάθος», είτε εκμεταλλευόμενος τον πόνο των οικογενειών των θυμάτων για πολιτικά οφέλη.

Δυστυχώς ως χώρα, κοινωνία και κυρίως πολιτικό σύστημα, δεν γίναμε «σοφότεροι» από τα «παθήματα» που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια, που μάλιστα είναι και πολύ πρόσφατα. Η «τοξικότητα» στο δημόσιο λόγο, εξακολουθεί να κυριαρχεί στην αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων, με χαρακτηρισμούς «ακραίας» πόλωσης, χωρίς καμιά προσπάθεια στοιχειώδους συναίνεσης, γεγονός που διχάζει την κοινωνία, όταν το ζητούμενο είναι να υπάρξουν κοινές συνισταμένες τουλάχιστον για τα μείζονος σημασίας ζητήματα. Η αντιπολίτευση «καταστροφολογεί» κατά της κυβέρνησης , αρνούμενη επί της ουσίας να παίξει το ρόλο που της «ανέθεσε» το εκλογικό σώμα με την ψήφο του, ζητώντας λίγους μήνες μετά τις εκλογές ένα μέρος της, παραίτηση της κυβέρνησης και νέες εκλογές παρουσία μάλιστα διεθνών παρατηρητών, σαν να είμαστε χώρα της ...υποΣαχάρειας Αφρικής, στην προσπάθειά της να μετατρέψει τις επικείμενες ευρωεκλογές σε δημοψήφισμα κατά της κυβέρνησης με ένα μόνο θέμα, την τραγωδία των Τεμπών! Μόνο που στην προσπάθειά αυτή της αντιπολίτευσης -που κοινή στόχευση της είναι «να φύγει ο Μητσοτάκης»- υπάρχει μια αδύνατη απάντηση εκ μέρους της, που δεν είναι άλλη από «το ποιος θα ρθει μετά», γιατί αυτό όχι μόνο δεν φαίνεται στον ορίζοντα , αλλά δεν προκύπτει και από τις διεργασίες μεταξύ των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων. Οταν μάλιστα έχουμε δυο κόμματα που διεκδικούν τη δεύτερη θέση, προεξοφλώντας ότι η πρώτη δεν ...παίζεται, και γνωρίζοντας ότι όποιο δεν μπορέσει να κατορθώσει αυτό το στόχο θα υπάρξουν συνέπειες και ως προς το μέλλον του και διεργασίες στο εσωτερικό του με απρόβλεπτες εξελίξεις, που μόνο σε «σταθερότητα» δεν οδηγούν το πολιτικό σκηνικό, αυτά δεν περνούν απαρατήρητα από την κοινή γνώμη και την κοινωνία που δεν επιθυμεί άλλες «περιπέτειες». Και αυτό το διακύβευμα το εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο το κυβερνών κόμμα εμφανιζόμενο ως δύναμη σταθερότητας, έναντι του χάους και της αβεβαιότητας που...εκπέμπει η αντιπολίτευση. Αυτό άλλωστε ήταν και το «πλεονέκτημα» του, που πρόβαλλε και στις τελευταίες εθνικές εκλογές και που του έδωσε αυτό το 41% και ήδη αναδεικνύει και τώρα εν όψει των επικείμενων ευρωεκλογών, μόνο που τούτη τη φορά είναι πολύ πιθανό να μην λειτουργήσει στον ίδιο βαθμό, καταλογίζοντας στο κυβερνών κόμμα ανεπίτρεπτη αλαζονεία, την οποία ήδη «πλήρωσε» στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και δεν αποκλείεται και στην ευρωκάλπη! Ανεξαρτήτως πάντως των εξελίξεων , ένα είναι βέβαιο με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα. Οτι ο Μητσοτάκης και το κυβερνών κόμμα «κερδίζουν» ...ποντάρωντας στην εμφανή αδυναμία της αντιπολίτευσης να προβάλλει μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας, που να πείθει και να δημιουργεί προσδοκίες. Οσο ο κατακερματισμός στην αντιπολίτευση κυριαρχεί ως εικόνα στο πολιτικό σκηνικό και ο διαγκωνισμός μεταξύ των κύριων δυνάμεων της (ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) απευθύνεται κυρίως στο εσωτερικό των κομμάτων τους και όχι στη «μεγάλη εικόνα», στην κοινωνία δηλαδή, τόσο ο Μητσοτάκης θα εξακολουθεί να είναι κυρίαρχος του πολιτικού «παιχνιδιού», ανεξαρτήτως των όποιων προσωρινών ενδεχομένως απωλειών, κυρίως από τα... δεξιά του, που προς το παρόν δεν φαίνεται να αποτελούν «απειλή» γι αυτόν, εκτός και αν τα ποσοστά στις ευρωεκλογές δεν έχουν μπροστά το «3»! Τότε πράγματι θα υπάρχει θέμα και μάλιστα πολύ σοβαρό , γιατί πέρα από «αδύνατη» αντιπολίτευση» θα μιλάμε πλέον και για «αδύναμη» κυβέρνηση, που εδώ που τα λέμε για να μη κρυβόμαστε, πολλοί είναι εκείνοι που επιθυμούν και πάντως όχι η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου.Νομίζουμε!

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey