Καπνίζουν οι Κένταυροι;

01/07/2012 - 05:56
Δευτέρα απόγευμα, μπαίνω στο σπίτι, σχεδόν άυπνη, μετά από δύο απαιτητικές εξετάσεις! Αφήνω τα βιβλία μου στον καναπέ κι υποδέχομαι μια κολλητή μου.
«Κι όμως υπάρχει! Έχει υπέροχα χέρια, ζει, αναπνέει, γελά και καπνίζει δεν ξέρω πού, πάντως κάπου μέσα σ’ αυτήν την πόλη!
Δευτέρα απόγευμα, μπαίνω στο σπίτι, σχεδόν άυπνη, μετά από δύο απαιτητικές εξετάσεις! Αφήνω τα βιβλία μου στον καναπέ κι υποδέχομαι μια κολλητή μου.
«Κι όμως υπάρχει! Έχει υπέροχα χέρια, ζει, αναπνέει, γελά και καπνίζει δεν ξέρω πού, πάντως κάπου μέσα σ’ αυτήν την πόλη! Για τον ιδανικό άντρα λέω, αυτόν που από μικρές βλέπαμε στον ύπνο μας και μεγαλύτερες φανταζόμασταν, όταν κατεβάζαμε κάνα δυο βοτκίτσες! Τ’ ακούς, Εσύ, εκεί πάνω; Υποθέτω δε χρειάζεσαι διευκρινίσεις! Πανταχού Παρών δεν είσαι; Άρα εκεί ήσουν εκείνη την ημέρα. Όταν κατάλαβα γιατί υπάρχουν οι σκάλες! Έβλεπα τον πιο ωραίο άντρα του κόσμου να κινείται προς το μέρος μου και Σε παρακαλούσα: «Άνοιξε τη γη να με καταπιεί κανένα μισάωρο, γιατί την ανοίγεις στον Harry Potter; (Μετά θα ξαναβγώ, Στο θίγω)!» Εσύ τίποτα! Όσες λαμπάδες σού άναψα τόσα χρόνια, τόσα καντήλια κατέβασα εκείνο το μισάωρο: «Είναι εδώ, πίσω μου, μυρίζω τον καπνό από το τσιγάρο του, άνοιξε, επιτέλους, Πέτρα, για να μπω! Στα δημοτικά τραγούδια, δε θα άνοιγες;»
«Με ποιον μιλάς;», ρώτησα. «Και φύγε από το εικόνισμα της γιαγιάς μου!» «Τη γιαγιά σου να την πας στην Κω, στο Ασκληπιείο! Πού να βρεις εφημερεύον, άλλωστε, με τόσες απεργίες; Με το Θεό μιλάω.»
«Και σου απαντά;», ξαναρώτησα ανήσυχη. Πήρε την όψη του ναρκωμένου πριν το σφράγισμα: «Ξέρεις τι είναι να ακούς την πιο απαλή, την πιο τρυφερή φωνή του κόσμου; Αυτός να μιλά κι εσύ να τον ακούς και να λες, το ζω τώρα εγώ όλο αυτό, δεν το φαντάζομαι!»
«Ο Θεός, μιλά, παιδί μου;» ανατρίχιασα!
«Κατά μία έννοια!»
«Go on.»
«Θέλω να τον ακούω μόνο να μιλά, μ’ αυτήν την υπέροχη, ήρεμη φωνή του, να σε κάνει να αγαπάς αυτό που εκείνος αγαπά.κι αυτό να είναι κάτι ωραίο.»
Άρχισα να ταράζομαι. «Κάπνισες χασίς!»
«Με έκανε να ξεπεράσω τον εαυτό μου.»
«Μαγείρεψες!», συγκινήθηκα.
«Ασχολήθηκα με τον εφιάλτη της ζωής μου και μου άρεσε κιόλας! Ξέρεις πώς είναι να τον ακούς να ψιθυρίζει σχεδόν κι εσύ να τον καταλαβαίνεις; Να φυτεύει μέσα σου την ομορφιά κι ας έχεις μνήμη χρυσόψαρου!»
«Έγινες μάρτυρας του Ιεχωβά;» Μου πέταξε ένα μαξιλάρι.
«Επιτέλους τι ξέρεις γι’ αυτόν; Μπορεί να είναι μισογύνης, φαλλοκράτης, οπορτουνιστής, παντρεμένος με δυο παιδιά…» «και τρεις καμήλες… Δε θέλω να ξέρω… τίποτα. Δε θέλω να είναι ερωτευμένος με μια γυναίκα που κρατά φωτογραφική, δε θέλω να έχει κανένα πάθος και να μην είμαι εγώ.»
«Δε φτάνει», είπα, «ο έρωτας γεννήθηκε για δύο.» Κοίταξε με νόημα το εξώφυλλο του βιβλίου μου. «Βλέπαμε δυο μήνες κάθε βράδυ “Sex and the City”» έκανα τις συστάσεις «αγκαλιά». «Η Λαπιθίνα! Αυτήν την άρπαξε ο Κένταυρός της!», μου είπε με νόημα και ξαναγύρισε στο εικόνισμα: «Κι Εσύ, όχι θαύματα! Αν γίνει να το θέλει κι εκείνος!» Ύστερα γύρισε σε μένα και μου μίλησε για πρώτη φορά σοβαρά: «Ζούμε ανέκαθεν σε κοινωνία Κενταύρων. Είδες εσύ καμμιά κόρη να κυνηγά τον Κένταυρο; Είναι γελοίο!» Ύστερα στράφηκε στον Ύψιστο: «Αλλά αν ποτέ ακούσω το ποδοβολητό και μυρίσω τον καπνό του, τότε Σε παρακαλώ, μην αφήσεις κανένα να με σώσει!»
Έφυγε. Και τώρα που δεν ακούει, ερωτώ: καπνίζουν οι Κένταυροι;

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey