Καρδιά και εγκυμοσύνη

23/05/2014 - 19:55

Ο μαιευτικός πληθυσμός διαφέρει σε αρκετά σημεία από το γενικό πληθυσμό, με πιο ουσιώδεις διαφορές την ύπαρξη του εμβρύου (οι ανάγκες και η επιβίωση του οποίου είναι παράγοντες που πρέπει πάντα να λαμβάνονται σοβαρότατα υπόψη σε κάθε θεραπευτικό χειρισμό).

Ο μαιευτικός πληθυσμός διαφέρει σε αρκετά σημεία από το γενικό πληθυσμό, με πιο ουσιώδεις διαφορές την ύπαρξη του εμβρύου (οι ανάγκες και η επιβίωση του οποίου είναι παράγοντες που πρέπει πάντα να λαμβάνονται σοβαρότατα υπόψη σε κάθε θεραπευτικό χειρισμό), αλλά και τις φυσιολογικές μεταβολές σε όλα τα συστήματα της εγκύου (η κύηση έχει περιγραφεί ως η μόνη φυσιολογική κατάσταση στην οποία οι περισσότερες παράμετροι της φυσιολογίας έχουν «παθολογικές τιμές»).

Κατά τη διάρκεια της κύησης παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στην ορμονική και αιμοδυναμική κατάσταση των γυναικών.

Οι αιμοδυναμικές μεταβολές που συμβαίνουν κατά τη φυσιολογική εγκυμοσύνη, μπορεί να αυξήσουν σημαντικά τη νοσηρότητα και τη θνητότητα των εγκύων με καρδιοπάθεια.

Παράλληλα, η ίδια η εγκυμοσύνη συνδέεται με την εμφάνιση καρδιακής νόσου, όπως πνευμονική υπέρταση, μυοκαρδιοπάθεια (καρδιακή ανεπάρκεια).

Όσον αφορά στη μητρική θνητότητα, αποτελεί ακόμη και σήμερα αιτία απώλειας ανθρώπινης ζωής. Παρά τα σποραδικά θανατηφόρα κρούσματα όλων των καρδιολογικών αιτίων, φαίνεται ότι το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το διαχωριστικό ανεύρυσμα αορτής, η προεκλαμψία και η πνευμονική εμβολή είναι οι συχνότερες αιτίες μητρικής θνησιμότητας.

Κατά κανόνα, το stress του τοκετού, ιδιαίτερα κατά την έξοδο του εμβρύου από τη μήτρα, προκαλεί μεγάλη αύξηση της αρτηριακής πίεσης της εγκύου και επιβαρύνει σημαντικά την καρδιακή της λειτουργία, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες που η καρδιά πάσχει.

Τέτοιες περιπτώσεις αφορούν συνήθως σε γυναίκες που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια, που οφείλεται σε οποιαδήποτε αιτιολογία, σοβαρές αρρυθμίες της καρδιάς, αυξημένη αρτηριακή πίεση και σακχαρώδη διαβήτη. Οι παθήσεις αυτές χρειάζονται ουσιαστική αντιμετώπιση τόσο πριν, κατά τη διάρκεια, όσο και μετά τον τοκετό, από εξειδικευμένους γιατρούς.

Ποια όμως είναι τα σημεία και τα συμπτώματα εκείνα που θα οδηγήσουν τόσο το θεράποντα γυναικολόγο, όσο και την έγκυο σε περαιτέρω καρδιολογικό έλεγχο:
- Δυσκολία στην αναπνοή
- Λιποθυμία
- Αίσθημα παλμών της καρδιάς, ταχυκαρδία ή ακανόνιστος σφυγμός
- Πόνος στο στήθος
- Αιματηρός βήχας ή βήχας τη νύχτα

Οι περισσότερες γυναίκες με καρδιαγγειακή νόσο μπορούν να προχωρήσουν σε κύηση με την κατάλληλη φροντίδα, αλλά μία προσεκτική εκτίμηση πριν την κύηση είναι υποχρεωτική.
Μερικές φορές, η καρδιακή νόσος μπορεί να εκδηλωθεί για πρώτη φορά στην κύηση, καθώς οι αιμοδυναμικές αλλαγές μπορεί να αποκαλύψουν μία περιορισμένη καρδιακή εφεδρεία.

Αντίθετα, τα συμπτώματα και οι ενδείξεις μιας φυσιολογικής κύησης μπορεί να μιμηθούν την παρουσία καρδιακής νόσου. Ζάλη, ίλιγγος, δύσπνοια, περιφερικό οίδημα ακόμη και λιποθυμία μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια μίας φυσιολογικής κύησης.

Η εκδήλωση διαταραχών της αρτηριακής πίεσης και η εμφάνιση υπέρτασης είναι η πιο συχνή επιπλοκή της εγκυμοσύνης και αφορά ποσοστά της τάξεως του 10% - 20% στο σύνολο των κυήσεων παγκοσμίως. Η αυξημένη αρτηριακή πίεση μπορεί να αφορά διαφορετικές παθολογικές οντότητες, όπως υπέρταση κυήσεως, προεκλαμψία, εκλαμψία και τέλος το σύνδρομο HELLP (αιμόλυση, αυξημένα ηπατικά ένζυμα και χαμηλά αιμοπετάλια). Η παρουσία υψηλών τιμών πίεσης κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες στο έμβρυο (καθυστέρηση ανάπτυξης, ενδομήτριο θάνατο) και στην έγκυο (διαταραχές της νεφρικής, της ηπατικής λειτουργίας και του νευρικού συστήματος).

Οι βασικές μορφές της υπέρτασης κατά την εγκυμοσύνη είναι η χρόνια υπέρταση και η υπέρταση της κύησης.
Κατά τη διάρκεια της κύησης, όπως είδη έχει αναφερθεί, παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στην ορμονική και αιμοδυναμική κατάσταση των γυναικών, που συνεπάγεται πιθανότητα για εμφάνιση αρρυθμιών. Ενώ οι περισσότερες αρρυθμίες απαντώνται συχνά σε έγκυες γυναίκες με δομική καρδιακή νόσο, ή σε εκείνες με ιστορικό καρδιακών αρρυθμιών, μπορούν επίσης να εμφανιστούν εκ νέου σε γυναίκες χωρίς καμμία τεκμηριωμένη καρδιακή νόσο.

Οι αρρυθμίες χαρακτηρίζονται ως ταχυκαρδίες και βραδυκαρδίες και ενώ συμβαίνουν και οι δυο σε έγκυες γυναίκες, οι ταχυκαρδίες είναι πιο συχνές. Η προσέγγιση για τη διάγνωση των αρρυθμιών σε έγκυες γυναίκες είναι παρόμοια με την προσέγγιση που χρησιμοποιείται σε μη έγκυο ασθενή. Μόλις γίνει η διάγνωση της αρρυθμίας, οι πιθανές θεραπευτικές προσεγγίσεις θα πρέπει να προσαρμόζονται στον τύπο της αρρυθμίας, την υποκείμενη καρδιακή πάθηση και στις φυσιολογικές αλλαγές της εγκυμοσύνης, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών στο μεταβολισμό των φαρμάκων, καθώς και τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις του φαρμάκου στο αναπτυσσόμενο έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας.

Η περιγεννητική μυοκαρδιοπάθεια είναι μια μορφή καρδιακής ανεπάρκειας που προσβάλλει υγιείς γυναίκες κατά τους τελευταίους μήνες της κύησης ή κατά την πρώιμη περίοδο μετά τον τοκετό. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται κατά το τελευταίο τρίμηνο της κύησης, ενώ η διάγνωση συνήθως γίνεται κατά την περίοδο της λοχείας.

Συχνά συμπτώματα και σημεία είναι η δύσπνοια, η εύκολη κόπωση, ο θωρακικός πόνος, το αίσθημα παλμών, η αύξηση του βάρους, τα περιφερικά οιδήματα και ενίοτε οι αρτηριακές ή οι πνευμονικές εμβολές. Η περιγεννητική μυοκαρδιοπάθεια επηρεάζει περίπου μία στις 3.000 έγκυες γυναίκες, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν ιστορικό καρδιακής νόσου.

Για τους ιατρούς που ασχολούνται με τη συμβουλευτική των πιθανών κινδύνων μίας κύησης σε ασθενείς με καρδιακή νόσο, είναι επιτακτική η εκτενής γνώση της υποκείμενης ανωμαλίας, όπως επίσης και των αιμοδυναμικών αλλαγών που μπορεί να προκαλέσει η κύηση.

Η Ελληνική Εταιρεία Εμβρυομητρικής Ιατρικής, μετά από μελέτη των πρωτοκόλλων που ισχύουν στις ελληνικές πανεπιστημιακές Μαιευτικές - Γυναικολογικές κλινικές και τα αντίστοιχα σε μεγάλα μαιευτικά κέντρα του εξωτερικού, προτείνει την παρακολούθηση κάθε εγκύου με φυσιολογική εξέλιξη της κύησης και συστήνει εξετάσεις εργαστηριακές και υπερηχογραφικές που πρέπει να κάνει ο μαιευτήρας σε όλη τη διάρκεια της κύησης. Συνιστά η όλη εξέταση της εγκύου να συμπληρώνεται με εξέταση καρδιάς και πνευμόνων.

Η ανεύρεση πιθανής καρδιοπάθειας καθιστά απαραίτητη την εξέταση από καρδιολόγο στην αρχή της κύησης.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey