Στρατής Μαρούλης ο Μυτιληνιός μπουρλοτιέρης που λησμονήσαμε

Λεσβιακό βιβλίο 26-03-22

27/03/2022 - 13:00

Γράφει η Μάγδα Αναγνωστή 

Η «Εστία», που την ξέρουμε τον τελευταίο αιώνα ως «Νέα Εστία», είναι το μακροβιότερο λογοτεχνικό περιοδικό στη χώρα μας. Πρωτοεκδόθηκε στα 1876 και με μια διακοπή μεταξύ 1909 και 1927, συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας, πλησιάζοντας πια το 2000ο τεύχος. Εκεί λοιπόν στα 1885 πρωτοδημοσιεύτηκε από τον γνωστό συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας, και διευθυντή για πολλά χρόνια της θρυλικής Διάπλασης των Παίδων, Αριστοτέλη Κουρτίδη (1858 - 1928), ένα διήγημα με τον τίτλο “Ο πυρπολητής”. Ή μήπως θα έπρεπε να μιλήσουμε, εκ μιάς αρχής, για αφήγημα; 

Η αφήγηση του Κουρτίδη γίνεται σε πρώτο πρόσωπο: ο αφηγητής μεταφέρει προσωπική εμπειρία. Είναι δε χαρακτηριστική της λεγόμενης «διπλογλωσσίας» που χρησιμοποιείται από τους σημαντικότερους συγγραφείς της εποχής, όπως ο Παπαδιαμάντης: απλή καθαρεύουσα όταν μιλάει ο συγγραφέας, και καθημερινή γλώσσα του λαού στους διαλόγους η οποία τους κάνει ολοζώντανους. Ο Κουρτίδης, που είναι κατά την δημοσίευση του αφηγήματος 27 ετών, συναντά σε μια ταβέρνα της Πλάκας τον γέρο ταβερνιάρη Στρατή Μαρούλη από την Μυτιλήνη, που του αφηγείται ιστορίες από τη συμμετοχή του σαν πυρπολητής σε ναυμαχίες της Επανάστασης. 

Το πυρπολικό είναι μικρό σε μέγεθος σκάφος γεμάτο με εύφλεκτα υλικά που χρησιμοποιούσαν για να καταστρέψουν με την πυρά εχθρικά πλοία. Προσκολλάται στο πολύ μεγαλύτερο εχθρικό πλοίο, πυροδοτείται, και το πλήρωμά του το εγκαταλείπει πριν η φωτιά εξαπλωθεί, και εκραγεί το εχθρικό πολεμικό. Είναι προφανές ότι πρόκειται για παράτολμο εγχείρημα που απαιτεί θάρρος, ψυχραιμία, ναυτικές γνώσεις και άριστη συνεργασία πλοιάρχου και πληρώματος. Το πυρπολικό ήταν μεν γνωστό από την αρχαιότητα, αλλά τελειοποιήθηκε με την χρήση του υγρού πυρός από τους Βυζαντινούς τον 7ο αιώνα μ.Χ. Στην επανάσταση το εισήγαγε ο Ιωάννης Δημουλίτσας (; - 1823) από την Πάργα και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Δημήτρη Παπανικολή (1790 - 1855) στη ναυμαχία της Ερεσσού (27/5/1821). 

Ο Στρατής Μαρούλης, καθώς ο ίδιος διηγείται, έλαβε μέρος σε ναυμαχία στα «Μοθωκόρωνα», σε ηλικία 24 ετών. Συγκρούσεις στη Μεθώνη έχουμε από τις 21/4/1825 έως και τις 30/4/1825 μεταξύ αιγυπτιακού και ελληνικού στόλου με ναύαρχο τον Μιαούλη. Στην ναυμαχία έλαβε μέρος και ο υδραίος πλοίαρχος Αντώνης Κριεζής (1776 - 1865), που αναφέρεται από τον Στρατή Μαρούλη ως καπετάνιος του. Στην επιτυχή επιχείρηση της ανατίναξης με πυρπολικό τραυματίστηκε βαριά ο Στρατής που δεν πρόλαβε να πηδήξει στη σωστική λέμβο, αλλά τελικά περιμαζεύτηκε από τους συντρόφους του και μεταφέρθηκε από τον Κριεζή στην Ύδρα. Εκεί ο άγγλος γιατρός γνωμάτευσε πως έπρεπε να του κόψουν το πόδι για να σωθεί. Μα εκείνος δεν δέχτηκε. «Κάλλιο να πεθάνω καπετάνιο μου, παρά να ζω μισός, πριονισμένος, ανούφελος, για ολάκερος για καθόλου», λέει στον Κριεζή. Τελικά φώναξαν έναν Γιαννιώτη κομπογιαννίτη (προφανώς εννοεί έναν από τους πασίγνωστους στο Πανελλήνιο ως Βικογιατρούς, από την περιοχή της χαράδρας του Βίκου) που του έταξε πως θα τον σηκώσει σε 17 μέρες, και όντως το πραγματοποίησε σε 18. Κατά την αποθεραπεία του προέκυψε αναχώρηση του στόλου για την Κρήτη και ο Στρατής επιμένει έστω και με πατερίτσες να φύγει με τον στόλο, πάντα με καπετάνιο τον Κριεζή και ναύαρχο τον Μιαούλη. Πράγματι στις 31/5/1825, στα ανοιχτά της Σούδας, έγιναν διάφορες αψιμαχίες με κατάληξη την ανατίναξη μιας κορβέτας στις 2/6/1825. Οι ημερομηνίες ταιριάζουν απόλυτα με την αφήγηση του Μαρούλη στον Κουρτίδη. Βέβαια στο αφήγημα ο γερο-ταβερνιάρης μιλάει για τον Μπαμπά της Κρήτης. Στην Κρήτη όμως υπάρχει μόνο μια βρύση του Μπαμπά, οθωμανική, στο Ηράκλειο. Όσον αφορά την ναυμαχία του Μπαμπά πρόκειται για σύγκρουση που συνέβη στις 26/5/1828, με ναύαρχο πάντα τον Μιαούλη, κατά την οποία ανατινάχτηκε από τον Κανάρη μια τρικάταρτη κορβέτα (η οποία, κατά διαβολική σύμπτωση, είχε ναυπηγηθεί στη Μυτιλήνη) και βυθίστηκε ένα μικρότερο δικάταρτο. Έλαβε χώρα στον Κάβο Μπαμπά, το δυτικότερο άκρο της Μικράς Ασίας, το αρχαίο Λεκτόν Άκρον. Πάντως μια λεπτομέρεια στην περιγραφή οδηγεί τη σκέψη μας και πάλι προς τη Σούδα. «Ο Μπαμπάς» λέει «πάγει έτσι έτσι, κάνει γύρους», πράγμα που ισχύει για τον όρμο της Σούδας, αλλά όχι για τον κάβο Μπαμπά. 

Από την εικονογράφηση του Βασίλη Ζήση στο διήγημα ο Πυρπολητής. Ο Μαρούλης διώχνει κακήν-κακώς τον εγγλέζο γιατρό.

Η σύγχυση των γεγονότων δεν αφαιρεί από την αξιοπιστία της αφήγησης, καθώς ο Μαρούλης είναι ήδη πολύ γέρος όταν τα αφηγείται. Με δεδομένο ότι αναφέρει πως ήταν 24 ετών το 1825, συμπεραίνουμε πως γεννήθηκε στα 1801 και κατά την αφήγηση βρίσκεται σε προχωρημένο γήρας, αφού έχει «καβατζάρει» πια τα 80, επομένως ένα σχετικό μπέρδεμα είναι μάλλον φυσιολογικό και αναμενόμενο. Ίσως μάλιστα να έλαβε μέρος ο Μαρούλης και! στη ναυμαχία του Μπαμπά. Ίσως μια άλλη αναφορά να αποτελεί ένδειξη πως βρέθηκε και σε κάποια από τις παράτολμες επιθέσεις στην Αλεξάνδρεια, καθώς μιλάει για λιμάνι με «μυρμήγκια τα τουρκικά καράβια», και πως αναγκάστηκαν να βάλουν μπουρλότο ανάμεσα σε 200 τουρκικές βάρκες. Γεγονός είναι πάντως πως, μάλλον στη ναυμαχία της Σούδας, ξαναχτυπήθηκε από βόλι ο Στρατής. Αλλά τα κατάφερε και πάλι! Αξιώθηκε να δει τη νίκη αλλά όχι και την ιδιαίτερη πατρίδα του ελεύθερη. Έτσι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, άνοιξε οινομαγειρείο στην Πλάκα, παντρεύτηκε και με τον ιδρώτα του κατάφερε να αναστήσει τα παιδιά του. Η πατρίς ...αγνωμονούσα του απένειμε για τις υπηρεσίες του «πεντάδραχμη σύνταξη». Μα όπως λέει και η γριά του, «Τον Στρατή μου δεν τον νοιάζουν τα λεφτά ... μα για μια φιλοτιμία. Δεν τον λογαριάζουν. Σαν να του λεν: Εσύ δεν έκανες τίποτε!». 

Και καταλήγει ο Κουρτίδης: «Ω, η δόξα των ενδόξων, το γνωρίζω, γίνεται από τον ηρωισμόν των μικρών. Και, παρά την ακτινοβολίαν των λαμπρών ονομάτων, εξαπλούται η βαρεία σκιά η καλύπτουσα την γενναιότητα και την θυσίαν των ταπεινών, των ασήμων μαρτύρων». 

Τα χρόνια πέρασαν κι ο Στρατής Μαρούλης λησμονήθηκε. Μόνο στα 1954 ανασύρθηκε από τη λήθη το αφήγημα του Κουρτίδη και δημοσιεύτηκε στο επετειακό τεύχος του Ραδιοπρογράμματος (τεύχος 199/21-27 Μαρτίου 1954, σελ. 8). Σε μένα έγινε γνωστό από την Ανθολογία ελληνικού παιδικού διηγήματος, με τον τίτλο «Τα αγαπημένα μου διηγήματα» στον 1ο τόμο της οποίας (σελ. 193, εκδόσεις Ατλαντίδα, 1958) δημοσιεύτηκε ξανά «ο Πυρπολητής» σχολιασμένος από τους Άλκη Τροπαιάτη (1909 - 1999) και Δημήτρη Γιάκο (1914 - ;), ονόματα πολύ βαρειά στο χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά, και εικονογραφημένο εξαιρετικά από τον Βασίλη Ζήση (1913 - 1958). Οι σχολιαστές επιμένουν πως «ο Κουρτίδης είχε γνωρίσει τον ήρωα κι είχε ακούσει από το ίδιο του το στόμα τα κατορθώματά του». Θα πρέπει δε να σημειώσουμε πως και οι δύο ανθολόγοι έχουν εκτεταμένα ασχοληθεί λογοτεχνικά με την Επανάσταση και είναι γνώστες της ιστορίας. Τι κρίμα που δεν είχε πέσει η ύπαρξή του στην αντίληψη του Θεόφιλου! Σαραντάπηχο θα είχε ζωγραφίσει τον συμπατριώτη του ήρωα, όπως το έκανε και για άλλους παραγνωρισμένους ήρωες και ηρωίδες. 

Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν απόγονοι του Στρατή Μαρούλη στην Αθήνα, υπάρχουν όμως πολλοί με το επώνυμο Μαρούλης, κυρίως στη Μυτιλήνη αλλά και στην Καλλονή. Ακόμη και η χρυσή ολυμπιονίκης της πάλης στο Ρίο, η ομογενής Helen Maroulis φαίνεται πως κατάγεται από την ίδια οικογένεια.  

Ας μην τον ξεχάσουμε και πάλι. Τώρα που κοντεύουν 200 χρόνια από το ηρωικό του κατόρθωμα, ας ερευνήσουμε κι ας φέρουμε στο φως ότι περισσότερο μπορούμε. Ας κρατήσουμε σαν Λέσβιοι ζωντανή την μνήμη του. Κι ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει! 

 

ΣΗΜ: Η Μάγδα Αναγνωστή γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1953. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ και Ιστορία Τέχνης. Εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας. Παντρεύτηκε με τον ψυχίατρο Δημήτρη Αναγνωστή από την Αγία Παρασκευή. Ερευνά και γράφει θέματα που σχετίζονται με την ιστορία και τις τέχνες της Λέσβου. Συνεργάζεται πολλά χρόνια με το περιοδικό «Ηχώ της Αγίας Παρασκευής». 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey