«Το τίποτα είναι υλικό καλλιτεχνικής δημιουργίας χωρίς ψευδαισθήσεις»

13/06/2015 - 01:16

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από το στόμα του Νίκου Παναγιωτόπουλου όταν τον πήρα τηλέφωνο για τη συνέντευξη ήταν τα εξής: «Είμαι και εγώ Μυτιληνιός. Να το γράψεις και να το τονίσεις. Από αυτό να ξεκινήσεις και όλα τα άλλα να ακολουθήσουν».

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από το στόμα του Νίκου Παναγιωτόπουλου όταν τον πήρα τηλέφωνο για τη συνέντευξη ήταν τα εξής: «Είμαι και εγώ Μυτιληνιός. Να το γράψεις και να το τονίσεις. Από αυτό να ξεκινήσεις και όλα τα άλλα να ακολουθήσουν».

«Εντάξει» του είπα, «όπως θέλετε».
Και έτσι ξεκίνησε μια συζήτηση μ’ ένα δημιουργό που έχει υπογράψει μερικές από τις πιο σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου: «Τα χρώματα της Ίριδος», «Οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», «Ονειρεύομαι τους φίλους μου», «Μελόδραμα», «Αυτή η νύχτα μένει», «Beautiful People», «Τα οπωροφόρα της Αθήνας», «Βαριετέ», «Ο εργένης», «Κουράστηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου», «Delivery», «Αγρύπνια», «Πεθαίνοντας στην Αθήνα», «Αθήνα-Κωνσταντινούπολη», κ.ά.

Οι ταινίες του έχουν τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, όπως με τη «Χρυσή Λεοπάρδαλη» στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, το «Silver Hugo» στο Φεστιβάλ του Σικάγο κ.ά. Επίσης βραβεύτηκε πολλές φορές στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Τιμητικά αφιερώματα στο σύνολο του έργου του έχουν οργανωθεί στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στο Φεστιβάλ της Μόσχας, στο Φεστιβάλ της Λα Ροσέλ, στο Φεστιβάλ της Καλκούτας και στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, όπου τιμήθηκε με τον «Χρυσό Αλέξανδρο» για την προσφορά του στον ελληνικό κινηματογράφο.

«Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, εκτός από παραγωγικότατος, αναγνωρισμένος κι αγαπημένος σκηνοθέτης, είναι ένας από τους πιο εύγλωττους ανθρώπους των ελληνικών τεχνών και γραμμάτων και βάλε: χαριτωμένος, κυνικός, πονηρός, υπαρξιακός, απίθανος παραμυθάς και απολαυστική πηγή αποφθεγμάτων, είναι ένας άνθρωπος που θέλεις ν' ακούς. Και να διαβάζεις, τώρα που το νέο του βιβλίο, με τίτλο «Τίποτα», ένα μυθιστόρημα αυτή τη φορά, είναι γραμμένο με την ίδια ποιότητα και την ίδια χάρη» διαβάζουμε στο «Flix. gr».

Η κυκλοφορία αυτού του γοητευτικού βιβλίου (το παρουσιάσαμε το προηγούμενο Σάββατο) στάθηκε η αφορμή της παρούσας συνέντευξης. Η κουβέντα όμως γρήγορα απλώθηκε και στον κινηματογράφο αλλά και στο άλλο εξαιρετικό βιβλίο του «Από το καλάθι των αχρήστων» (Εκδόσεις Πατάκη). Ευγενέστατος απάντησε με προθυμία σε όλα τα ερωτήματα στέλνοντας τα χαιρετίσματα του σε όλους τους Μυτιληνιούς.


Ας ξεκινήσουμε από τα δικά μας. Ποια είναι η σχέση σας με το νησί μας;
«Οι παππούδες μου, Μικρασιάτες, μετανάστευσαν στη Μυτιλήνη λίγο πριν την καταστροφή του ’22. Εγκαταστάθηκαν εκεί και εργάστηκαν ως δάσκαλοι.

Ο πατέρας μου, αξιωματικός της χωροφυλακής υπηρέτησε ένα φεγγάρι και στη Μυτιλήνη, όπου γεννήθηκα και έμεινα μέχρι εφτά χρονών. Οι γονείς μου αγάπησαν αυτόν τον τόπο και μετέδωσαν αυτή τους την αγάπη και στα παιδιά τους».

Είσαστε από τους λίγους Έλληνες σκηνοθέτες που επιμένετε πεισματικά στη λογοτεχνία, ως πρώτη ύλη για τις κινηματογραφικές σας ταινίες. Πού οφείλεται αυτή η προτίμηση;
«Δεν έχω καμιά προτίμηση. Είμαι μανιώδης αναγνώστης βιβλίων και είναι φυσικό μια από τις πηγές έμπνευσής μου να είναι η λογοτεχνία. Μια ταινία μπορεί να ξεκινήσει από τα πάντα. Από ένα πρόσωπο, από μια χειρονομία, από μια εικόνα, από μια μουσική, από ένα βιβλίο..απ’ οτιδήποτε».

Κινηματογράφος και λογοτεχνία

Πόσο δύσκολη είναι η μεταφορά ενός λογοτεχνικού κειμένου στον κινηματογράφο; Να το πω και αλλιώς: σε σχέση με ένα απλό σενάριο τι ευκολίες έχει και τι παγίδες κρύβει ένα μυθιστόρημα ή ένα διήγημα;
«Όσο δύσκολη είναι και η μεταφορά από ένα γλύπτη ενός θέματος σε μάρμαρο ή σε χαλκό. Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι μια διαδικασία επίπονη έτσι κι αλλιώς, όποια κι αν είναι η πρώτη ύλη για το λόγο ότι όλα τα υλικά αντιστέκονται και δε θέλουν να μεταμορφωθούν σε κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι».

Ποιες κινηματογραφικές μεταφορές λογοτεχνικών έργων, παλαιότερες και νεότερες, σας άρεσαν;
«Μου άρεσαν ταινίες. Ένα βιβλίο είναι ένα βιβλίο και μια ταινία μια ταινία. Υπάρχουν επιτυχημένες ταινίες και επιτυχημένα βιβλία. Δεν υπάρχουν επιτυχημένες μεταφορές. Ένα κακό βιβλίο μπορεί να είναι υλικό μιας επιτυχημένης ταινίας κι ένα σπουδαίο βιβλίο μπορεί να καταλήξει σε μια βλακώδη ταινία».

Γράφετε στο βιβλίο «Από το καλάθι των αχρήστων»: «Έχω περάσει ατελείωτες ώρες σε κινηματογραφικές αίθουσες, όπως έχω περάσει ατελείωτες ώρες κοιτάζοντας το ταβάνι, δραστηριότητες, κατά τη γνώμη μου, συναφείς».
Θα ήθελα να εξηγήσετε τα παραπάνω.

«Εκείνο που μπορεί να υποκαταστήσει μια οθόνη κινηματογράφου, είναι το ανθρώπινο μυαλό. Κοιτάζοντας το ταβάνι έχουν περάσει από το μυαλό μου εκατομμύρια εικόνες. Ίσως αυτές να είναι οι ωραιότερες ταινίες μου. Κρίμα να μην μπορεί να τις δει κανείς άλλος».

Νεότητα και γηρατειά

Στον πρόλογο του βιβλίου «Από το καλάθι των αχρήστων» σημειώνετε σε κάποια σημείο: «Δυστυχώς δεν θα γίνω ποτέ σοφός. Το αντίθετο, όσο μεγαλώνω γίνομαι πιο ανισόρροπος. Είμαι σίγουρος ότι οι μόνοι πραγματικά τρελοί αυτού του κόσμου είναι οι γέροι». Λίγα χρόνια αργότερα γράφετε ένα βιβλίο για τη σωματική και ψυχική φθορά που φέρνουν τα γηρατειά. Θα προτιμούσατε η ζωή μας να είναι μια διαρκής νεότητας; Ή για να πω αλλιώς δεν μπορούμε να συμφιλιωθούμε με τα γηρατειά;
«Οι γέροι έχουν κύριο συνομιλητή τους το θάνατο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να του πουν ψέματα ούτε να τον κολακεύσουν. Δεν χρησιμεύει σε τίποτα, άλλωστε. Απελευθερωμένοι πλέον από το να θέλουν να αποδείξουν κάτι, οι συμπεριφορές τους μπορούν επιτέλους να είναι αυθεντικές και γι’ αυτό φαίνονται στους πολλούς αλλοπρόσαλλες. Με όλα μπορεί να συμφιλιωθεί ο άνθρωπος. Όμως κάθε συμφιλίωση, ακόμα και η πιο αθώα, ενέχει έναν ταπεινωτικό συμβιβασμό».

«Πολλοί καλλιτέχνες ενώ ζουν κοινότοπα μιλούν για την τέχνη του εξαιρετικά!» γράφετε στο «Τίποτα». Τι υποδηλώνει το παραπάνω; Ότι η ζωή και η τέχνη έχουν ανάγκη από την αντισυμβατικότητα και την «τρέλα»;
«Θα μου άρεσε οι καλλιτέχνες να κατοικούν μέσα στα έργα τους. Αν τα έργα τους πηγαίνουν από δω και η ζωή τους από εκεί προσωπικά γίνομαι καχύποπτος και για έργα τους και για τη ζωή τους».

«Η ζωή είναι ένα παιχνίδι που στο τέλος δεν κερδίζει κανείς», γράφετε αποφθεγματικά στο «Τίποτα». Πώς θα ήταν η ζωή μας, εάν μας γινόταν έμμονη ιδέα να την ζούμε σαν να μην υπάρχει αύριο; Μήπως κάτι τέτοιο θα ακύρωνε κάθε φιλοδοξία ή και ματαιοδοξία δημιουργίας; Και πώς θα υπήρχε τέχνη χωρίς τον πόθο και το πάθος της δημιουργίας;
«Ο άνθρωπος ζει στο παρόν και δεν μπορεί να σταματήσει αυτό το παρόν να μεταβάλλεται σε παρελθόν, ενώ το μέλλον είναι αβέβαιο, χωρίς διάρκεια. Όλα, δυστυχώς, μέλλον και παρόν γκρεμίζονται ασταμάτητα στο παρελθόν και από κει στο τίποτα. Να μια διαπίστωση που θα μπορούσε, ανάμεσα σε άλλες, να αποτελέσει υλικό φιλοσοφικού στοχασμού και καλλιτεχνικής δημιουργίας, χωρίς ψευδαισθήσεις. Ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία τού κάθε καλλιτέχνη βέβαια, από τη μεριά της τραγωδίας ή από τη μεριά της κωμωδίας».

Πώς θα περιγράφετε την Ελλάδα του σήμερα;
«Είναι απερίγραπτη!»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey