Η δημοκρατική συμμετοχή στις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου παράγοντας ενίσχυσης αυτού του προσανατολισμού της ενωσιακής έννομης τάξης

Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως πρόκριμα για ευρωπαϊκή ενότητα.

29/05/2019 - 12:19

Του Πάνου Γρηγορίου

Καθηγητή Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Ως έννομη τάξη χαρακτηρίζεται ένα σύνολο δικαιϊκών κανόνων που συγκροτούν ένα σύστημα, που εκφράζει οργάνωση και συνοχή, άλλοτε απόλυτα και άλλοτε σχετικά. Η διεθνής έννομη τάξη διαχειρίζεται ζητήματα της διεθνούς κοινωνίας αλλά σε καμία περίπτωση ως σύστημα δεν παρουσιάζει σχέση με την εθνική έννομη σχέση. Σε αυτή την συγκριτική διαδικασία που κατατάσσεται η Ευρωπαϊκή Ένωση;

Είναι γνωστό ότι από πολλές δεκαετίες πριν, η Ένωση και ιδιαίτερα η έννομη τάξη της χαρακτηρίζονται ως sui generis. Κατά συνέπεια, η ενωσιακή έννομη τάξη δεν αντιστοιχεί ούτε σε διεθνή ούτε σε εσωτερική ούτε καν σε εσωτερική τάξη ενός ομοσπονδιακού κράτους. Η Ένωση δεν είναι διεθνής οργανισμός αλλά δεν είναι και ομοσπονδιακό κράτος. Διασταυρώνει στοιχεία και από τους δύο παραπάνω κόσμους θεσμικών οντοτήτων. Μια διασταύρωση που προσφέρει άλλωστε στην Ένωση την θεσμική ιδιαιτερότητα της. Η ιδιαιτερότητα αυτή της ενωσιακής έννομης τάξης συντίθεται από δύο διαφορετικά χαρακτηριστικά: την αυτονομία της έναντι της εθνικής έννομης τάξης και την υπεροχή του ενωσιακού δικαίου επί των εθνικών (εσωτερικών) δικαίων. Από την πλευρά της, η νομολογία του δικαστηρίου του Λουξεμβούργου από πολύ νωρίς (δεκαετία 1960) υπερασπίσθηκε την αναγκαιότητα συνεργασίας των εθνικών δικαιοδοσιών με σκοπό την διάπλαση ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Ο εθνικός δικαστής λοιπόν αναδεικνύεται σε δικαστή εκφράζοντα κανόνες κοινού δικαίου ενώ ταυτόχρονα είναι ο εγγυητής αυτών των κοινών δικαιϊκών κανόνων, δηλαδή του ενωσιακού δικαίου. Η ιδιαίτερη αυτή έννομη τάξη είναι ενσωματωμένη στις εθνικές έννομες τάξεις εξ ου και η παραγόμενη αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου, που πρωτοεμφανίζεται στην υπόθεση Costa Enel (15.7.1964).

Σύμφωνα με τη νομολογία του, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΕ) εμπνέεται από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, δίνει δε ιδιαίτερη έμφαση, όπως προβλέπεται και από την Γνωμοδότηση του 2/13 (Ολομέλεια) με την οποία και αποφαίνεται αρνητικά για την προσχώρηση της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ, 18.12.2014), στις κατευθύνσεις τις οποίες παρέχουν οι διεθνείς πράξεις περί προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, στην κατάρτιση των οποίων έχουν συμπράξει ή στις οποίες έχουν προσχωρήσει τα κράτη μέλη.

Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου συνήφθη υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης και τέθηκε σε ισχύ την 3-9-1953. Συμβαλλόμενα μέρη, επομένως, της Σύμβασης αυτής είναι όλα τα μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, δηλ. σήμερα 47 Ευρωπαϊκά κράτη, μεταξύ των οποίων και όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. Οι ιδρυτικές Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν προέβλεψαν διατάξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, κενό που έγινε σύντομα αντιληπτό και αρχικά επιχειρήθηκε να καλυφθεί μέσω της ad hoc νομολογίας του ΔΕΕ και βάσει των γενικών αρχών του Κοινοτικού Δικαίου. Το 1996 το ΔΕΕ τάχθηκε κατά μιας προσχώρησης της Ε.Ε. στην ΕΣΔΑ, με την υπ’ αριθμό 2/1994 γνωμοδότησή του. Αργότερα, συντάχθηκε από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος υιοθετήθηκε επίσημα στη Νίκαια το Δεκέμβριο του 2000, ενώ το 2009 απέκτησε και νομική ισχύ μέσω της Συνθήκης της Λισσαβόνας.

Αξίζει πάντως να τύχουν αναφοράς οι σκέψεις 34 και 35 της Γνωμοδότησης 2/94 (EU:C:1996:140), όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι, στο στάδιο εξέλιξης του ενωσιακού δικαίου κατά τον χρόνο έκδοσης της παραπάνω Γνωμοδότησης, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν είχε αρμοδιότητα να προσχωρήσει στην ΕΣΔΑ. Ειδικότερα, η προσχώρηση αυτή εκτιμήθηκε ότι θα συνεπαγόταν ουσιώδη μεταβολή του τότε ισχύοντος κοινοτικού καθεστώτος προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αφού θα είχε ως επακόλουθα, αφενός, την ένταξη της Κοινότητας σε ένα διακριτό διεθνές θεσμικό σύστημα, και αφετέρου, την ενσωμάτωση του συνόλου των διατάξεων της εν λόγω Σύμβασης στην κοινοτική έννομη τάξη.

Το ΔΕΕ φαίνεται να στηρίζει την απόφασή του στη σκέψη ότι η προσχώρηση, όπως έχει μέχρι στιγμής σχεδιαστεί, θα θέσει σε αμφισβήτηση την αυτονομία του δικαίου της ΕΕ, καθώς θα επιτρέψει εξωτερικό έλεγχο σε ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα, το Δικαστήριο παρατηρεί ανακολουθίες και διαβλέπει συγκρούσεις ως προς τη συνύπαρξη και συνεργασία ΕΣΔΑ και Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (στο εξής Χάρτης), ΕΔΔΑ και ΔΕΕ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιστοιχεί και αυτή σε ένα σύνθετο και μάλλον περίπλοκο σύνολο κανόνων, που οργανώνονται με βάση την αποδοχή της μεταξύ τους ιεράρχησης και επιπλέον το γεγονός ότι προσκαλούνται να διαχειρισθούν και ρυθμίσουν πολλούς τομείς, ενώ διαμορφώνουν και πλήθος αρμοδιοτήτων.

Ως θεμελιώδης διαφορά μεταξύ της ενωσιακής και της διεθνούς έννομης τάξης πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι η δεύτερη φέρει (και μάλιστα από μεταβίβαση) μια ιδιαίτερη δύναμη επιβολής. Ένας μεγάλος αριθμός κανόνων από αυτούς που συνθέτουν την ενωσιακή έννομη τάξη εκφράζουν (και μάλιστα ο καθένας χωριστά) αυτή καταναγκαστική δύναμη, δεσμεύοντας τα κράτη μέλη, τους οικονομικούς παράγοντες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ως προς την εφαρμογή τους. Κατά συνέπεια, αυτή η σχέση ισχύος μεταξύ της συστημικής (ενωσιακής) και της τμηματικής (εθνικής) έννομης τάξης χαρακτηρίζει αναμφισβήτητα την απόσταση της ενωσιακής έννομης τάξης από την κλασσική αντίληψη που κυριαρχεί στο διεθνές θεσμικό περιβάλλον και ιδιαίτερα από το γεγονός ότι η διάσταση της ολοκλήρωσης δεν εμπεριέχεται στη διεθνή έννομη τάξη.

Στο πλαίσιο της λειτουργίας μιας δημοκρατικής υπερεθνικής θεσμικής οντότητας, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, το δικαιοδοτικό σύστημα δεν μπορεί να είναι ο μόνος ελεγκτικός μηχανισμός του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της πραγματικής εφαρμογής των ενωσιακών ηθικών αξιών. Οι θεσμικές υπερβάσεις της Ένωσης έναντι της διεθνούς οργανωμένης κοινότητας καθιστούν τον άνθρωπο -κυρίως μέσω της ιδιότητας του ως πολίτη- ισχυρό παράγοντα ελέγχου της δημοκρατικότητας των λειτουργιών και των στρατηγικών προτεραιοτήτων της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας. Την Κυριακή 26 Μαΐου 2019, ο ευρωπαίος πολίτης αναδεικνύεται σε βασικό ρυθμιστή της δημοκρατικής λειτουργίας της Ένωσης μέσω της συμμετοχής του στις ευρωεκλογές. Κατά συνέπεια, σε ισότιμη θέση δίπλα στον ευρωπαίο δικαστή, που ρυθμίζει τη λειτουργία αυτής της ιδιότυπης δικαιοκρατούμενης υπερεθνικής Πολιτείας, που είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στέκεται ο ευρωπαίος πολίτης, που συμβάλει αποφασιστικά στον σαφή ορισμό της φύσης και των χαρακτηριστικών του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ένωση. Κατά συνέπεια, δικαιολογείται απόλυτα και η επιλογή των αριστοτελικών προσεγγίσεων και ερμηνειών για την οργάνωση και λειτουργία του ενωσιακού οικοδομήματος.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey